Ηλεκτρονική Έκδοση Ελευθεροτυπία,
16:56 Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014
O αγώνας του Σισύφου που περιφρονεί τους θεούς, αγαπά τη ζωή και μισεί το θάνατο γίνεται το σύμβολο της ανθρώπινης μοίρας.
Οι θεοί είχαν καταδικάσει τον
Σίσυφο να κυλάει αδιάκοπα ένα βράχο ως την κορυφή ενός βουνού απ’ όπου η
πέτρα, με το βάρος της, ξανάπεφτε. Είχαν σκεφτεί, κάπως δικαιολογημένα,
πως δεν υπάρχει πιο φοβερή τιμωρία απ’ τη χωρίς όφελος κι ελπίδα
εργασία. Εάν πιστέψουμε τον Όμηρο, ο Σίσυφος ήταν ο πιο ήσυχος κι ο
συνετότερος των θνητών.
Μια άλλη, όμως, παράδοση τον παρουσιάζει σαν ληστή. Δε βλέπω εδώ
καμιά διαφορά. Οι γνώμες διαφέρουν πάνω στα αίτια που τον ανάγκασαν να
γίνει ο χωρίς κέρδος εργάτης του Άδη. Κατ’ αρχάς του καταλογίζουν κάποια
αστοχασιά με τους θεούς. Αποκάλυψε τα μυστικά τους. Η Αίγινα, κόρη του
Ασωπού, αρπάχτηκε από τον Δία.