http://www.kathimerini.gr/755791/article/politismos/eikastika/ena-synarpastiko-ta3idi-ston-xrono
Ο κώδικας της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης στη
Βενετία, χειρόγραφο του 1592, του σπουδαίου ζωγράφου και μικρογράφου
Γεώργου Κλόντζα, δεν έχει εκτεθεί ποτέ στην Ελλάδα. Ούτε ο περίφημος
πίνακας του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου με παράσταση του Αγίου Φραγκίσκου
και του μαθητή του Λεόνε (1600-1605), που βρίσκεται στην πινακοθήκη της
Μπρέρα στο Μιλάνο, οι υπεύθυνοι της οποίας έχουν σχεδόν συμφωνήσει για
τον δανεισμό της στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας.
Αυτά είναι μόλις δύο από τα αριστουργήματα που θα εκτεθούν στη μεγάλη έκθεση με τίτλο «Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος πριν τον Ελ Γκρέκο», μια από τις πολλές που πραγματοποιούνται φέτος στο πλαίσιο του έτους Θεοτοκόπουλου, 400 χρόνια από τον θάνατο του ζωγράφου. Αλλη μία μεγάλη έκθεση, λοιπόν, από το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο που έρχεται να σηματοδοτήσει την πιο σημαντική στιγμή στην πορεία του στον χρόνο· τη συμπλήρωση 100 χρόνων λειτουργίας.
Ιδρύθηκε το 1914, το έδαφος όμως για τη δημιουργία του είχουν ήδη αρχίσει να προετοιμάζουν η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία και ο ιδρυτής της Γεώργιος Λαμπάκης, γραμματέας της βασίλισσας Ολγας, από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Τα μέλη της Εταιρείας ταξίδευαν σε όλη την Ελλάδα συγκεντρώνοντας και διασώζοντας έργα της χριστιανικής αρχαιότητας. Ο μεγάλος στόχος τους ήταν η δημιουργία ενός Μουσείου Χριστιανικής Αρχαιολογίας.
Oι συνθήκες μπορεί να μην ευνόησαν την επίτευξη του στόχου, όμως η πολύτιμη συλλογή που συγκρότησαν ενσωματώθηκε το 1923 στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο. Την ίδια χρονιά, στο Μουσείο παραχωρούνται και τα «Κειμήλια προσφύγων», αντικείμενα που έφεραν μαζί τους στην Ελλάδα οι πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ενώ διευθυντής αναλαμβάνει ο Γιώργος Σωτηρίου, ο οποίος ταξινομεί τις συλλογές σε πέντε αίθουσες του ισογείου στην Ακαδημία Αθηνών.
Η μεγάλη αγωνία του Γ. Σωτηρίου ήταν η ανεύρεση μόνιμης στέγης για το Μουσείο και, πράγματι, το 1926 παραχωρείται από το ελληνικό Δημόσιο η Villa Ilissia, συγκρότημα κτιρίων στις όχθες του Ιλισού ποταμού, που αποτελούσε τη χειμερινή κατοικία της Δούκισσας της Πλακεντίας και αποδίδεται στον αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη. Οι απαραίτητες αναμορφώσεις στο εσωτερικό του κεντρικού κτιρίου, καθώς και των παραρτημάτων του γύρω από την κεντρική αυλή, γίνονται από τον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο.
Εκσυγχρονισμός
Το 2014 βρίσκει το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο αναβαπτισμένο, έπειτα από συλλογικές προσπάθειες όλων των ανθρώπων που έχουν περάσει από εκεί, και, κυρίως, απαλλαγμένο από τον χαρακτηρισμό του «ιεροποιημένου» μουσείου, αφιερωμένου στην εκκλησιαστική τέχνη.
Ο νέος σχεδιασμός και η επανέκθεση που έγινε σε δύο μέρη, το 2004 και το 2010, με βάση όλα τα σύγχρονα μουσειολογικά εργαλεία αλλά και στοιχεία πολιτιστικού μάρκετινγκ, το εμφάνισε νέο, εξωστρεφές, επικοινωνιακό, προσηλωμένο στις προσδοκίες του σύγχρονου επισκέπτη.
Ενα μουσείο απόλυτα συμβατό με την πολυπολιτισμική κοινωνία του 21ου αιώνα. Η μόνιμη έκθεσή του καλύπτει περίπου 3.500 τ.μ. με περισσότερα από 2.500 εκθέματα και είναι με τέτοιο τρόπο σχεδιασμένη, ώστε ο επισκέπτης να περνάει μέσα από θεματικές ενότητες που ερμηνεύουν τα εκθέματα εντάσσοντάς τα στην εποχή και στις συνθήκες που τα γέννησε. Τις συλλογές του συγκροτούν συνολικά περισσότερα από 30.000 αντικείμενα, που χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα μ.Χ. έως τον 21ο, και είναι αποκαλυπτικά τόσο για πτυχές του βυζαντινού κόσμου όσο και του μεταβυζαντινού.
Διαθέτει ένα από τα σημαντικότερα κέντρα συντήρησης, έρευνας και τεκμηρίωσης έργων τέχνης στην Ελλάδα, γραφείο εκδόσεων, φωτογραφικό και ιστορικό αρχείο, γραφείο εκπαιδευτικών προγραμμάτων, πωλητήριο, καφέ.
Το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο έχει επίσης ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα. Βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, ανάμεσα στη Β. Σοφίας και τη Β. Κωνσταντίνου και είναι ίσως το μοναδικό κεντρικό μουσείο που απολαμβάνει το προνόμιο του ανοιχτού ορίζοντα. Οι ελεύθεροι χώροι που το περιβάλλουν ξεπερνούν τα τριάντα στρέμματα.
Σε μια περίοδο μεγάλων δυσκολιών, με περιορισμό των οικονομικών πόρων και ψαλίδισμα του ανθρώπινου δυναμικού, είναι απαραίτητο να στηριχθούν τα μεγάλα πολιτιστικά ιδρύματα της χώρας. Το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο είναι ένα απ’ αυτά, ίσως το σημαντικότερο μουσείο βυζαντινής τέχνης στον κόσμο, και, το κυριότερο, έχει γοητευτικές ιστορίες να μας διηγηθεί.
Αναβιώνει η Κρήτη του 16ου αιώνα
Σπουδαία έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου αλλά και συγχρόνων του καλλιτεχνών, διάσπαρτα σε μητροπόλεις, εκκλησίες, μοναστήρια, μουσεία, από την Ιταλία, την Αυστρία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και πόλεις της Ελλάδας, θα συγκεντρωθούν στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο για να φωτίσουν το κοινωνικό και καλλιτεχνικό περιβάλλον της Κρήτης του 16ου αιώνα –περίοδο κατά την οποία η ζωγραφική στην Κρήτη φτάνει σε εκπληκτικά επίπεδα τέχνης και τεχνικής– όπου διαμορφώθηκε η προσωπικότητα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου πριν από την αναχώρησή του για τη Βενετία το 1567.
Ενα τρίπτυχο του β΄ μισού του 16ου αι. του Γεωργίου Κλόντζα προέρχεται από τη συλλογή της Μαριάννας Λάτση και τρία έργα της κρητικής περιόδου του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου από το Μουσείο Μπενάκη και τη Σύρο.
Η έκθεση θα εγκαινιαστεί στις 19 Nοεμβρίου 2014.
Αυτά είναι μόλις δύο από τα αριστουργήματα που θα εκτεθούν στη μεγάλη έκθεση με τίτλο «Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος πριν τον Ελ Γκρέκο», μια από τις πολλές που πραγματοποιούνται φέτος στο πλαίσιο του έτους Θεοτοκόπουλου, 400 χρόνια από τον θάνατο του ζωγράφου. Αλλη μία μεγάλη έκθεση, λοιπόν, από το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο που έρχεται να σηματοδοτήσει την πιο σημαντική στιγμή στην πορεία του στον χρόνο· τη συμπλήρωση 100 χρόνων λειτουργίας.
Ιδρύθηκε το 1914, το έδαφος όμως για τη δημιουργία του είχουν ήδη αρχίσει να προετοιμάζουν η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία και ο ιδρυτής της Γεώργιος Λαμπάκης, γραμματέας της βασίλισσας Ολγας, από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Τα μέλη της Εταιρείας ταξίδευαν σε όλη την Ελλάδα συγκεντρώνοντας και διασώζοντας έργα της χριστιανικής αρχαιότητας. Ο μεγάλος στόχος τους ήταν η δημιουργία ενός Μουσείου Χριστιανικής Αρχαιολογίας.
Oι συνθήκες μπορεί να μην ευνόησαν την επίτευξη του στόχου, όμως η πολύτιμη συλλογή που συγκρότησαν ενσωματώθηκε το 1923 στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο. Την ίδια χρονιά, στο Μουσείο παραχωρούνται και τα «Κειμήλια προσφύγων», αντικείμενα που έφεραν μαζί τους στην Ελλάδα οι πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ενώ διευθυντής αναλαμβάνει ο Γιώργος Σωτηρίου, ο οποίος ταξινομεί τις συλλογές σε πέντε αίθουσες του ισογείου στην Ακαδημία Αθηνών.
Η μεγάλη αγωνία του Γ. Σωτηρίου ήταν η ανεύρεση μόνιμης στέγης για το Μουσείο και, πράγματι, το 1926 παραχωρείται από το ελληνικό Δημόσιο η Villa Ilissia, συγκρότημα κτιρίων στις όχθες του Ιλισού ποταμού, που αποτελούσε τη χειμερινή κατοικία της Δούκισσας της Πλακεντίας και αποδίδεται στον αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη. Οι απαραίτητες αναμορφώσεις στο εσωτερικό του κεντρικού κτιρίου, καθώς και των παραρτημάτων του γύρω από την κεντρική αυλή, γίνονται από τον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο.
Εκσυγχρονισμός
Το 2014 βρίσκει το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο αναβαπτισμένο, έπειτα από συλλογικές προσπάθειες όλων των ανθρώπων που έχουν περάσει από εκεί, και, κυρίως, απαλλαγμένο από τον χαρακτηρισμό του «ιεροποιημένου» μουσείου, αφιερωμένου στην εκκλησιαστική τέχνη.
Ο νέος σχεδιασμός και η επανέκθεση που έγινε σε δύο μέρη, το 2004 και το 2010, με βάση όλα τα σύγχρονα μουσειολογικά εργαλεία αλλά και στοιχεία πολιτιστικού μάρκετινγκ, το εμφάνισε νέο, εξωστρεφές, επικοινωνιακό, προσηλωμένο στις προσδοκίες του σύγχρονου επισκέπτη.
Ενα μουσείο απόλυτα συμβατό με την πολυπολιτισμική κοινωνία του 21ου αιώνα. Η μόνιμη έκθεσή του καλύπτει περίπου 3.500 τ.μ. με περισσότερα από 2.500 εκθέματα και είναι με τέτοιο τρόπο σχεδιασμένη, ώστε ο επισκέπτης να περνάει μέσα από θεματικές ενότητες που ερμηνεύουν τα εκθέματα εντάσσοντάς τα στην εποχή και στις συνθήκες που τα γέννησε. Τις συλλογές του συγκροτούν συνολικά περισσότερα από 30.000 αντικείμενα, που χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα μ.Χ. έως τον 21ο, και είναι αποκαλυπτικά τόσο για πτυχές του βυζαντινού κόσμου όσο και του μεταβυζαντινού.
Διαθέτει ένα από τα σημαντικότερα κέντρα συντήρησης, έρευνας και τεκμηρίωσης έργων τέχνης στην Ελλάδα, γραφείο εκδόσεων, φωτογραφικό και ιστορικό αρχείο, γραφείο εκπαιδευτικών προγραμμάτων, πωλητήριο, καφέ.
Το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο έχει επίσης ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα. Βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, ανάμεσα στη Β. Σοφίας και τη Β. Κωνσταντίνου και είναι ίσως το μοναδικό κεντρικό μουσείο που απολαμβάνει το προνόμιο του ανοιχτού ορίζοντα. Οι ελεύθεροι χώροι που το περιβάλλουν ξεπερνούν τα τριάντα στρέμματα.
Σε μια περίοδο μεγάλων δυσκολιών, με περιορισμό των οικονομικών πόρων και ψαλίδισμα του ανθρώπινου δυναμικού, είναι απαραίτητο να στηριχθούν τα μεγάλα πολιτιστικά ιδρύματα της χώρας. Το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο είναι ένα απ’ αυτά, ίσως το σημαντικότερο μουσείο βυζαντινής τέχνης στον κόσμο, και, το κυριότερο, έχει γοητευτικές ιστορίες να μας διηγηθεί.
Αναβιώνει η Κρήτη του 16ου αιώνα
Σπουδαία έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου αλλά και συγχρόνων του καλλιτεχνών, διάσπαρτα σε μητροπόλεις, εκκλησίες, μοναστήρια, μουσεία, από την Ιταλία, την Αυστρία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και πόλεις της Ελλάδας, θα συγκεντρωθούν στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο για να φωτίσουν το κοινωνικό και καλλιτεχνικό περιβάλλον της Κρήτης του 16ου αιώνα –περίοδο κατά την οποία η ζωγραφική στην Κρήτη φτάνει σε εκπληκτικά επίπεδα τέχνης και τεχνικής– όπου διαμορφώθηκε η προσωπικότητα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου πριν από την αναχώρησή του για τη Βενετία το 1567.
Ενα τρίπτυχο του β΄ μισού του 16ου αι. του Γεωργίου Κλόντζα προέρχεται από τη συλλογή της Μαριάννας Λάτση και τρία έργα της κρητικής περιόδου του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου από το Μουσείο Μπενάκη και τη Σύρο.
Η έκθεση θα εγκαινιαστεί στις 19 Nοεμβρίου 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου