Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Πνευματικά δικαιώματα και παρεμβάσεις στο αρχιτεκτονικό έργο

18/03/14ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Με αφορμή την ανακαίνιση κατοικίας στη Χαλκιδική, έργου του Ηλία Παπαγιαννόπουλου


Είναι πια ανυπεράσπιστοι οι δημιουργοί της πρόσφατης, νεότερης αρχιτεκτονικής μας ιστορίας; Η άγνοια και η περιφρόνηση του μόχθου και της βαθύτερης πνευματικής σχέσης του αρχιτέκτονα με το έργο του προδικάζουν το άστοχο αποτέλεσμα της επέμβασης.
 
Του Γιώργου Παπαγιαννόπουλου*

Η ιδιότυπη επαγγελματική ενασχόληση με τη «βελτίωση, τροποποίηση ή ανακαίνιση» ενός νεότερου έργου, κάποιου γνωστού συνήθως αρχιτέκτονα, είναι πλέον της μόδας. Τις περισσότερες φορές πρόκειται για έργα που ξεχώρισαν από τον σωρό που κατά πλειοψηφία παρήγαγε η αντιπαροχή με μοναδικό σκοπό το κέρδος και καταγράφηκαν στη συνείδησή μας και τη βιβλιογραφία για την αρχιτεκτονική τους αξία καθεαυτή. Καθώς και για το γεγονός ότι οι δημιουργοί τους, που πήραν στα σοβαρά τη δουλειά τους, κατάφεραν να παράξουν αρχιτεκτονικό έργο μέσα στο γενικότερο δυσμενές κλίμα στερεοτύπων και δυστοκίας που χαρακτηρίζει τους φορείς που διαχειρίζονται και ελέγχουν την αρχιτεκτονική, ιδιωτική ή δημόσια.


Μια τέτοια περίπτωση είναι και η «ανακαίνιση» της κατοικίας στη Χαλκιδική, έργο του αρχιτέκτονα και ζωγράφου Ηλία Παπαγιαννόπουλου (1939-1998). Εργο καθολικού σχεδιασμού που ξεκινούσε από τα γενικά σχέδια και έφτανε μέχρι την επίπλωση και τις τοιχογραφίες. Μπροστά στα εύλογα δεοντολογικά και επιστημονικά ερωτήματα που γεννιούνται ως προς την εντιμότητα ή εγκυρότητα μιας «βελτίωσης» στο πνευματικό τέκνο του αρχικού -και ερήμην του πια- δημιουργού, η απάντηση που δίνεται από τους υποστηρικτές της είναι σβέλτη και αποστομωτική: «Σήμερα έτσι γίνεται…» θα πουν με περίσσια ελαφρότητα και βεβαιότητα -λόγω οικονομικής και πολιτισμικής κρίσης;- εκείνοι που κατατάσσουν εαυτούς στο mainstream των αρχιτεκτονικών πραγμάτων. Μια ιδιόμορφη «πρωτοπορία» που έχει αποκτήσει το προνόμιο να διασφαλίζει την εύνοια του εκδοτικού ή ακόμα και ακαδημαϊκού κατεστημένου.

Ποια είναι όμως τα επιστημονικά και διανοητικά εργαλεία που «νομιμοποιούν» και «δικαιώνουν» τους εραστές τού «Σήμερα έτσι γίνεται»; Ξεχωρίζω, ανάμεσα σε άλλα, τη σχέση της ιστορίας με το μοντέρνο και την αποϊδεολογικοποίηση της αρχιτεκτονικής.

Το μοντέρνο, ακούμε και διαβάζουμε, από τη φύση του έρχεται σε ρήξη με την ιστορία. Επομένως, όταν η χρονική συνθήκη το επιβάλλει η τροποποίηση έως και η καθαίρεση κηρύσσεται συνεπής ως προς τις αρχές που το ίδιο θέσπισε. Παράλληλα, διατυπώνεται ενίοτε ο μύθος του ιδεολογικού στίγματος του δημιουργού στην αρχιτεκτονική. Αναρωτιούνται κάποιοι από τους ειδικούς : «Μήπως η μοντέρνα αρχιτεκτονική δεν είχε ποτέ ιδεολογία;». Μια τέτοια βολική -αν όχι εκ του πονηρού- υπόθεση οδηγεί ευθέως στην πλήρη αισθητικοποίηση και ιδεολογική αποστέωση της αρχιτεκτονικής σύμφωνα με τις επιταγές της ρήσης «η τέχνη για την τέχνη». Ρήση -για να προλάβω μερικούς- εξίσου στείρα και επικίνδυνη με αυτήν της ελληνικότητας.

Είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς ότι κάποιοι ιστορικοί, ειδικοί ερευνητές ή αξιόλογοι νεότεροι αρχιτέκτονες δεν διακρίνουν στοιχειώδεις διαφοροποιήσεις στα έργα των προηγούμενων. Ο μεταπολεμικός μοντερνισμός γενικά και στην Ελλάδα ειδικότερα, πέρα από τα προφανή κοινά εξωτερικά χαρακτηριστικά (μεγάλα ανοίγματα, απέριττες επιφάνειες, ρέοντες χώροι, κ.ά.) δεν είναι ενιαίος και αδιαίρετος. Διαφέρει το πνεύμα του κοσμοπολίτικου μοντερνισμού της ευμάρειας από εκείνο του κοινωνικού προσανατολισμού, με μέτρο το «κοινό και κύριο», στο έργο του Προβελέγγιου ή του Δεσποτόπουλου για παράδειγμα, για τον οποίο πολύς λόγος γίνεται τελευταία. Οπως επίσης, κατά άλλους, διαφέρει ο «παρωχημένος μπρουταλισμός» του δημόσιου ελληνικού κτιρίου από την αρχιτεκτονική του «τεχνολογικού εκσυγχρονισμού»1.

Το σίγουρο είναι πως το «σήμερα έτσι γίνεται…» μαρτυρά την άγνοια -αν όχι την περιφρόνηση- του μόχθου και της βαθύτερης πνευματικής σχέσης του αρχιτέκτονα με το έργο του, ενώ τις περισσότερες φορές προδικάζει και το άστοχο αποτέλεσμα της επέμβασης. Πρέπει κανείς να μην αποδέχεται το επίπεδο στο οποίο ανυψώνεται ο δημιουργός μέσα από το έργο του, ώστε απερίσπαστος και όντας κυνικά υπεράνω να επιχειρήσει τις όποιες επεμβάσεις και συμπληρώσεις. Ετσι ο κόσμος της «πιάτσας» συναντά εκείνον της «διανόησης».

Πάντως, ο νόμος 2121/1993 για την προστασία της πνευματικής δημιουργίας, στον οποίο περιλαμβάνονται και τα αρχιτεκτονικά έργα, ισχύει εδώ και είκοσι χρόνια και είναι σαφής. Σ’ αυτόν προβλέπεται και εφόσον ο αρχικός δημιουργός του έργου βρίσκεται εν ζωή, η επέμβαση να γίνει από τον ίδιο ή άλλον κατόπιν όμως γραπτής εντολής του πρώτου. Μετά τον θάνατό του, για εβδομήντα χρόνια, η ευθύνη αυτή ανατίθεται στους κληρονόμους του.

Μάλλον θα πρέπει να ασχοληθούμε με το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων, πρώτα-πρώτα εμείς οι νεότεροι αρχιτέκτονες. Τόσο των δικών μας όσο κι εκείνων των -ανυπεράσπιστων πια- δημιουργών της πρόσφατης νεότερης αρχιτεκτονικής μας ιστορίας. Και τούτο, πριν παραπονεθούμε -αργά πια- για την απαίδευτη αρχιτεκτονική κουλτούρα της ελληνικής κοινωνίας. Αλλιώς δεν μένει παρά να ασχοληθούμε αποκλειστικά με τη διάσωση των αρχαίων μνημείων ή τη φύτευση ενός δένδρου.

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

*Λέκτορας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων ΔΠΘ, g.papagno@hotmail.com
1. Δημήτρης Φιλιππίδης «Για την αρχιτεκτονική του Γιάννη Βικέλα», Αρχιτεκτονικά Θέματα, τ. 21, 1987, σελ. 158.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου