Μνήμη γενοκτονίας ή γενοκτονία μνήμης;
Σύμφωνα με τον ιστορικό Πολύβιο (Ιστορία Α,35,9)«Κaλλίστην παιδείαν nγnτέοv πρoς αλnθινόν βίον την εκ τnς πραγματικής ιστορίας περιγιγνομένην εμπειρίαν…». Δηλαδή «Πρέπει να θεωρούμε ως καλύτερη μάθηση για μια σωστή ζωή την εμπειρία που αποκτούμε από τη γνώση της αληθινής ιστορίας. Διότι (όπως συνεχίζει) μόνο αυτή προσφέρει σε κάθε εποχή και περίσταση αντικειμενικούς κριτές του πιο ωφέλιμου». |
|
06/06/2013 του Γιώργου Φρυγανάκη Ρεθεμνιώτικα Νέα
Η θεώρηση αυτή της ιστορίας
επιβάλλει τη διεκδίκηση και διατήρηση της ιστορικής μνήμης γενικά, της
μνήμης της γενοκτονίας ειδικότερα, όχι μόνο ως δικαίωμα αλλά και ως
καθήκον, αφού αλήθεια χωρίς μνήμη δε νοείται. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαία
η ετυμολογία της λέξης «αλήθεια» από το στερητικό «α» και τη λέξη
«λήθη».Όλοι, επίσης, γνωρίζομε ότι γενοκτονία είναι η οργανωμένη προσπάθεια ενός κράτους για ολική ή μερική εξαφάνιση μιας ή περισσότερων κοινωνικών ομάδων μέσα στα όριά του. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζομε ότι εκτός από τη φυσική- όσο κι αν ο όρος «γενοκτονία» παραπέμπει αυτόματα σ’ αυτήν- υπάρχει και η πολιτιστική γενοκτονία, η συστηματική δηλαδή αποκοπή μιας κοινωνικής ομάδας από τις πηγές πολιτιστικού ανεφοδιασμού της με στόχο τη σταδιακή κατάλυση της συνοχής και συνέχειάς της.
Δυστυχώς, όμως, λίγες έννοιες έχουν υποστεί και εξακολουθούν να υφίστανται τέτοια... ταλαιπωρία όπως η «γενοκτονία» και ειδικότερα των Ελληνομικρασιατών κατά τη δεύτερη δεκαετία του περασμένου αιώνα.
Συχνά υπό τη σκιά των επίσημα αναγνωρισμένων γενοκτονιών, της Αρμενικής από τους Νεότουρκους (1915-1922) και της Εβραϊκής από τους Ναζιστές (1941-45), παραμένουν «άσημες» άλλες σημαντικότατες, όπως η γενοκτονία των Ελληνομικρασιατών, παρά το ότι συγκεντρώνει όλα τα γνωρίσματα που στοιχειοθετούν το δικαίωμα για την αναγνώρισή της (εξόντωση, βίαιη τουρκοποίηση, εξαναγκασμός σε φυγή).
Συχνά η γενοκτονία υποβαθμίζεται ως φυσικό συνακόλουθο των πολέμων. Αυτή είναι και η επίσημη τουρκική εκδοχή για τη στάση της απέναντι στους αλλοεθνείς στην Τουρκία, ενώ η στάση αυτή συνδέεται με τη μετάβαση του πολυεθνικού Οθωμανικού κράτους στο εθνικό κράτος των Νεοτούρκων στις αρχές του περασμένου αιώνα. Οι πόλεμοι δηλαδή στην περίπτωσή μας (Βαλκανικοί, Α΄ Παγκόσμιος, Μικρασιατική Εκστρατεία) έριχναν λάδι στη φωτιά που ούτως ή άλλως είχαν ανάψει νωρίτερα οι Νεότουρκοι, το εμπρηστικό έργο των οποίων συμπληρώθηκε από τον Κεμάλ Ατατούρκ με τη συνενοχή ή ανοχή των Μεγάλων Δυνάμεων, συμμάχων και αντιμάχων μας, αλλά και με τις αναρριπίσεις από την τότε ελληνική ηγεσία που εγκατέλειψε τους Έλληνες στις φλόγες του εθνικισμού των Τούρκων.
Συχνά η γενοκτονία καλύπτεται από το επίσημο κράτος ως αντίδραση του αγανακτισμένου πλήθους, των «ατάκτων». Πρώτα εμφανίζονται, δήθεν αυτόκλητοι, οι «άτακτοι» και ακολουθούν οι «τακτικοί» για να... τακτοποιήσουν τάχα την κατάσταση. Πρόκειται για μια τακτική που το στρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας εφάρμοσε με εξαιρετικές επιδόσεις. Είναι Χαρακτηριστική η δήλωση του Ντεκτάς ότι «δολοφονήθηκαν από παραστρατιωτικούς Τούρκους 1.600 Έλληνες αιχμάλωτοι πολέμου το 1974 στην Κύπρο».
Την ίδια τακτική ακολούθησαν οι Τούρκοι και στο «ποργκρόμ» του 1995 στην Κωνσταντινούπολη και είναι αποκαλυπτικές οι ανταποκρίσεις των ξένων δημοσιογράφων, όπως αυτή του Νόελ Μπάρμπερ στο αγγλικό DailyMail λίγες μέρες μετά τα γεγονότα: «Απ’ όσα είδα και άκουσα δε μου μένει καμία αμφιβολία ότι η επίθεση του τουρκικού όχλου κατά των ελληνικών περιουσιών είχε προμελετηθεί και προετοιμαστεί με κάθε επιμέλεια. Η φωτιά που σάρωσε την Πόλη άναψε σε εκατό διαφορετικά σημεία ακριβώς την ίδια ώρα. Ο όχλος καθοδηγούνταν από άτομα που έδειχναν ποια καταστήματα έπρεπε να καταστραφούν και ποια όχι». («Το Βήμα», 10.9.1995, σελ Α, 16).
Δε λείπουν, βέβαια, και κυνικές αποκαλύψεις. Ο ίδιος ο Ισμέτ Ινονού την επομένη του «ποργκρόμ» στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη ομολογεί: «Οι εκδηλώσεις αυτές ήταν μία πολύ καλά οργανωμένη εθνική ενέργεια και ωφέλιμη για να καθαρίσει η χώρα μας από το ελληνικό στοιχείο που ήταν ανέκαθεν ένας βραχνάς».(«Το Βήμα», ό,π., σελ Α, 17).
Ούτε απουσιάζουν οι απροκάλυπτες ωμότητες των «τακτικών», όπως η παράδοση του ηρωικού μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου από τον Τούρκο στρατηγό Νουρεντίν στα χέρια του αφιονισμένου τουρκικού όχλου, που τον κατακρεούργησε στα σοκάκια της πόλης.
Κάποτε η γενοκτονία τεμαχίζεται και διεκδικείται ή αναγνωρίζεται σε δόσεις. Έτσι συμβαίνει με μας τους Έλληνες που έχουμε την... εξαιρετική πολυτέλεια να προωθούμε για αναγνώριση στη Βουλή και στα διεθνή φόρα… κλάσματα της γενοκτονίας των Ελληνομικρασιατών, όπως η καθιέρωση το 1994 της 19ης Μαΐου ως «Ημέρας Γενοκτονίας των Ποντίων». Λες και οι Τούρκοι διέκριναν Ποντίους, Θρακιώτες, Καππαδόκες, Πολίτες, Ίμβριους, Τενέδιους ή Σμυρνιούς και όχι απλώς Έλληνες.
Άλλοτε πάλι η γενοκτονία «παγώνει» κάτω από την ψυχρή «ρεαλιστική πολιτική» των ισχυρών και τον εξαναγκασμό των ανίσχυρων σε «άψογη στάση». Έτσι έγινε με την αναδίπλωση της χώρας μας που ανακάλεσε τον ομόφωνα από τη Βουλή των Ελλήνων ψηφισμένο Ν. 2465/98, που αφορά την «Καθιέρωση της 14ης Σεπτεμβρίου ως ημέρας μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το τουρκικό κράτος», εξαιτίας της δυσφορίας της Άγκυρας ή της ευφορίας που προκάλεσε η… σεισμογενής ελληνοτουρκική φιλία. (Επιβάλλεται όμως εδώ να θυμηθούμε ότι η Βουλή των Ελλήνων με νόμους το 1994 και το 1996 αναγνώρισε ομόφωνα τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού και τη Γενοκτονία των Αρμενίων αντίστοιχα).
Έτσι όμως, για να μη δυσαρεστήσουμε και τους Γερμανούς, πρέπει να μη διδάσκονται τα παιδιά μας ότι: «Ύπό την καθοδήγηση Γερμανών στρατιωτικών συμβούλων(...) η Τουρκία έθεσε σε εφαρμογή σχέδιο συστηματικού αφελληνισμού των Μικρασιατικών περιοχών (..). Η τακτική αυτή (..) πήρε τις μορφές του εποικισμού με μουσουλμανικούς πληθυσμούς εκεί όπου προηγουμένως κατοικούσαν Έλληνες, εκτόπιση των δεύτερων στο εσωτερικό της Ανατολίας, λήψη επώδυνων οικονομικών μέτρων για την ανθηρή εμπορική τάξη των Ελλήνων εμπόρων και επάνδρωση των «ταγμάτων εργασίας» με χριστιανούς άντρες άνω των 45 ετών...!» (Ιστορία Νεότερη και σύγχρονη, Βιβλίο Καθηγητή, Τ. Γ’, σελ, 36).
Εκεί όμως που η Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας δεν είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα αλλά το μοναδικό δείγμα είναι η διχογνωμία των ομοεθνών των θυμάτων ως προς την υπόστασή της που εκδηλώθηκε τον τελευταίο καιρό με αφορμή την ανάκληση του Π.Δ. για την επετειοποίησή της.
Σύμφωνα λοιπόν με την Ομοσπονδία Προσφυγικών Σωματείων Ελλάδας (συμπεριλαμβάνει 157 σωματεία): «Αυτή και μόνη (η Γενοκτονία) αποδίδει τη συστηματική εξόντωση ενός και πλέον εκατομμυρίου ανθρώπων, προς χάριν της ομογενοποίησης του τουρκικού κράτους την εποχή εκείνη, αποκλειστικά και μόνον επειδή ήταν Έλληνες». (Μικρασιατική Ηχώ, Α.Φ.351, Μάρτ.- Απρίλ. 2001, σελ. 4).
Aντίθετα, σύμφωνα με το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (δήλωση τριών μελών): «Οι κατά τόπους και κατά περίπτωση διωγμοί, σφαγές, εκτελέσεις και βιαιότητες που διαπράχθηκαν σε συνθήκες πολέμου και ενίοτε εκτεταμένα, με αποκορύφωμα την περίπτωση των Ποντίων, δεν νομιμοποιούν τη χρήση του όρου γενοκτονία σε επιστημονικό επίπεδο. Γενοκτονία, λέξη ανύπαρκτη πριν το 1944 σε όλες τις γλώσσες, είναι κατά τα λεξικά η συστηματική και προγραμματισμένη εξολόθρευση μιας ολόκληρης εθνότητας». (Μικρασιατική Ηχώ, ό.π.Α.Φ.350, Ιαν.- Φεβρ. 2001, σελ. 7).
(Επιβάλλεται εδώ να θυμηθούμε ότι, σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1948 του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, «γενοκτονία είναι η εσκεμμένη προσπάθεια καταστροφής εν όλω ή εν μέρει, μιας εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας…»).
Η διχογνωμία αυτή απλώνεται σ’ όλους τους πνευματικούς χώρους και όχι μόνο ανάμεσα, αλλά και μέσα στις πολιτικές παρατάξεις.
Είναι αλήθεια ότι η χρονική απόσταση -παρά την έντονη συναισθηματική φόρτιση κάποιων ημερών - δίνει τη δυνατότητα για μια κριτική στάση απέναντι στο παρελθόν πέρα από ερμηνευτικά σχήματα που παγιώνονται στο χρόνο μέσα από τις διάφορες παραποιήσεις-αγιοποιήσεις ή δαιμονοποιήσεις. Μέσα όμως στην ευρυχωρία αυτή της σκέψης δεν πρέπει να χάνεται η ιστορική μνήμη της γενοκτονίας. Γιατί η εγκατάλειψη αυτής της μνήμης ισοδυναμεί με συγκάλυψη των εγκλημάτων που συντελέστηκαν σε βάρος της ανθρωπότητας γενικά και με συνενοχή στην όποια επανάληψή τους.
Κάνοντας, λοιπόν, μια αναδρομή είναι αδύνατο να συναντήσουμε έθνος που στην ιστορική διαδρομή του δε «δοκίμασε»τη γενοκτονία ως θύμα ή (και) θύτης, όσο κι αν δύσκολα γίνεται αποδεκτό το δεύτερο. Και αυτό, γιατί στο υπόβαθρο κάθε γενοκτονίας βρίσκεται ο μυωπικός εθνοκεντρισμός και η ξενοφοβία, ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία, ασθένειες παιδικές ή παλιμπαιδισμού των κοινωνιών.
Εκείνο που έχει σημασία από την πλευρά των θυτών είναι η αυτοκριτική και η παραδοχή του εγκλήματος-με τα όποια ελαφρυντικά- και η αποκήρυξη του παλιού «κακού εαυτού», πράγμα που ισοδυναμεί με STOP και αλλαγή πορείας. Αν για παράδειγμα η Τουρκία θέλει πραγματικά μια «καλή γειτονία» και μια θέση μεταξύ των πολιτισμένων χωρών, θα πρέπει να κοιταχτεί στον καθρέφτη χωρίς φερετζέ και μακιγιάζ και, αντί να προσπαθεί να ξαναγράψει την ιστορία με ευνοϊκότερους όρους γι’ αυτήν, ας κάνει απλά ό,τι έκανε η σύγχρονη Γερμανία που αποκήρυξε το Ναζιστικό παρελθόν της.
Από την πλευρά πάλι των θυμάτων εκείνο που έχει σημασία είναι η ανυποχώρητη διεκδίκηση και ο καθολικός σεβασμός της μνήμης της γενοκτονίας- αρκεί βέβαια να μη τροφοδοτεί τη μνησικακία και την εκδικητικότητα. Όσο για μας το χειρότερο δεν είναι η μη αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελληνομικρασιατών, η οποία έγινε και με τίποτε δεν... ξεγίνεται ως ιστορικό γεγονός και διδακτική ύλη ιστορίας, αλλά ο διχασμός που προκαλούν όσοι λειτουργούν σαν απολογητές των γενοκτόνων αλλά και όσοι με την ανέξοδη συνθηματολογία τους εντείνουν τα αδιέξοδα. Γιατί η ουσία του θέματος σε τελική ανάλυση δεν είναι οι παράτες μιας επετείου που «φρεσκάρει» την ιστορική μνήμη μια μέρα το χρόνο, αφήνοντας τις υπόλοιπες στην... κατάψυξη της αμνησίας.
Κλείνω την αναδημοσίευση που προηγήθηκε υπογραμμίζοντας ότι η ύβρη της άρνησης της γενοκτονίας των Ελλήνων από τους Τούρκους δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με την ποινικοποίησή της, αλλά με τη διαρκή οξυγόνωση της μνήμης μέσα από την αντικειμενική ιστορική παιδεία που βασικά εργαλεία της, εκτός των άλλων, είναι και τα βιβλία στα οποία δεν «συνωστίζονται» οι ανακρίβειες και δεν μυθοποιούνται οι αλήθειες…
*Αναδημοσίευση από το βιβλίο μου «Η Ρεθυμνιώτικη πένα και οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής», Ρέθυμνο 2010, που αποκτά έντονη επικαιρότητα λόγω της διάταξης του υπό διαμόρφωση και ψήφιση «αντιρατσιστικού νομοσχεδίου» που ποινικοποιεί την άρνηση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας!
Υπενθύμιση: Τέλη του Καλοκαιριού θα πραγματοποιηθεί και στο Ρέθυμνο η Έκθεση του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων «Η Κρήτη υποδέχεται τους πρόσφυγες του ‘22». Ευχής έργο θα ήταν να βάλουμε κάποιοι (φορείς και συνδημότες) το χέρι στη (χωρίς καβρούς) τσέπη μας, για να υποδεχτούμε μαζί με την Έκθεση και την ολοκλήρωση, επιτέλους, του Μνημείου Μικρασιατικής Καταστροφής και Αλησμόνητων Πατρίδων.
Ενός μνημείου τεράστιας ιστορικής και συναισθηματικής σημασίας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
mailto:g_frygan@hotmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου