Καταχρεωμένη στους ξένους και σε βαθιά πολιτική εξάρτηση, το τελευταίο
πράγμα που θα χρειαζόταν μια μικρή, περιθωριακή χώρα όπως η Ελλάδα, που
περιφέρεται στις μέρες μας ρακένδυτη στη σκιά μιας δεινής εθνικής
κρίσης, είναι μια άγονη πολιτική διαμάχη που φέρνει ξανά στο προσκήνιο
το θέμα της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων.
Η ελληνική κοινωνία, πνευματικά και ψυχολογικά μετέωρη και βυθισμένη στη συλλογική απραξία παρά τα απανωτά χτυπήματα που δέχεται, θα πρέπει αίφνης να προβληματιστεί για το αν στο Ζάλογγο οι ηρωικές Σουλιώτισσες δεν πέσανε στα γκρέμια, αλλά συμμετείχαν σε κάτι σαν το «Dancing with the stars» α λα τούρκα, ή για το αν ο Μιχαλολιάκος πέπρωται να είναι αυτός που θα οδηγήσει το γένος στην κόκκινη μηλιά ξυπνώντας τον μαρμαρωμένο αυτοκράτορα!...
Στα σαρακοφαγωμένα αλώνια της καθημερινής ειδησεογραφίας, βρέθηκαν να αναμετρώνται δύο αβάσταχτοι αναχρονισμοί που συγκροτούν τους πόλους μιας συμμετρικής αφέλειας και αποτυπώνουν το μέγεθος της εθνικής παρακμής.
Από τη μια, ξεδιπλώνεται μπροστά μας μια εθνικιστική ρητορεία με όλες τις θλιβερές βαλκανικές αποσκευές της που, αποκαμωμένη από τις συνεχείς εθνικές ταπεινώσεις, βρίσκει βολικό καταφύγιο στις εθνικές ψευδαισθήσεις, διαβάζοντας το ιστορικό παρελθόν αλλά και το παρόν της χώρας με φυλετικούς ή πολιτισμικούς όρους.
Στην ακραία παραληρηματική εκδοχή της, φτάσαμε στο σημείο να βλέπουμε από το βήμα της Βουλής το μέχρι χθες περιθωριακό γκρουπούσκουλο της ναζιστικής Χρυσής Αυγής, που κινείται ιδεολογικά μεταξύ Χίτλερ και Παπαδόπουλου, να διεκδικεί να εκφράσει τα πατριωτικά αισθήματα του λαού, ξαναζεσταίνοντας ένα ανήμπορο μίσος εναντίον των προαιώνιων «εχθρών του έθνους» ανάμεικτο με έναν γελοίο αλυτρωτισμό που δεν έχει έδαφος να σταθεί.
Η λαϊκή σοφία λέει ευθύβολα ότι «χόρτασε η ψείρα και βγήκε στον γιακά», αλλά αυτές οι καρικατούρες δείχνουν να πιστεύουν ότι ο λαός λησμονεί πως ανήκουν στην πιο προδοτική Δεξιά, αυτήν που βύθισε στη βαθύτερη εξάρτηση τη χώρα στα χρόνια της χούντας και προκάλεσε τον ακρωτηριασμό της Κύπρου, ανοίγοντας τον δρόμο για τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο.
Κι από την άλλη, πέφτουμε για μια ακόμα φορά πάνω στους αναθεωρητές της Ιστορίας, αυτούς που με διεθνιστικά και πανανθρώπινα κριτήρια ερμηνεύουν τα ιστορικά γεγονότα απαλλαγμένοι δήθεν από εθνικούς μύθους και αυτάρεσκες εκδοχές της Ιστορίας, κοντολογίς όλους αυτούς που πίστεψαν ότι στη θαλπωρή της ευρωπαϊκής ενοποίησης αμβλύνονται οι εθνικοί ανταγωνισμοί, βαθμιαία καταργείται ως συλλογικό υποκείμενο το έθνος και όλοι μαζί ευδαίμονες θα πάμε στην παραλία!...
Η κοσμοπολίτισσα
Τυπική εκπρόσωπος αυτού του χαζοχαρούμενου κοσμοπολιτισμού, όπου όλα διαλύονται μεθυστικά, η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ Μαρία Ρεπούση, που βρίσκει τον τρόπο να επανέρχεται περιοδικά στην αρνητική πλευρά της επικαιρότητας.
Βεβαίως και διαφωνούμε με όσους επιχειρούν να τη μεταβάλουν σε περίπου δαιμονική προσωπικότητα, αλλά η αποδομητική τάση που υπηρετεί με φανατισμό, αντισταθμιστικά προς τον φανατισμό του γραφικού εθνικισμού, παράγει την ίδια ακριβώς ακινησία, χωρίς να λέει τίποτε πρωτότυπο.
• Ο δεύτερος εξιδανικεύει νοσταλγικά τα ευκλεή ράκη του παρελθόντος και αρκείται σε μια ρηχή και εξαργυρώσιμη στην αγορά πατριδολατρεία, ανίκανος να υπερβεί τις τρέχουσες δυσκολίες και να ξεχάσει ότι βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση του διεθνούς καρπαζοεισπράκτορα.
• Και η πρώτη ποζάρει στον καθρέφτη σαν ξεσκολισμένη Ευρωπαία, πρόθυμη πάντα πότε «να ευχαριστήσει τις ΗΠΑ» και πότε να στηρίξει με θέρμη το ολέθριο σχέδιο Ανάν, μια και υπεράσπιση των συνόρων και του εθνικού συμφέροντος θεωρείται στους μοντέρνους καιρούς μας ιστορικός αναχρονισμός. Η εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, όμως, δεν μπορεί να βαφτιστεί «υπέρβαση του εθνικισμού».
Και οι δύο φαινομενικά «αντίπαλοι» παραβλέπουν την οικτρή κατάσταση της χώρας, ότι έχει μετατραπεί σήμερα σε έναν ανεπιθύμητο και ανυπόληπτο επαίτη, που δεν μπορεί να αναλάβει τις ευθύνες της εθνικής του επιβίωσης, περιχαρακωμένος σε συνθήκες γεωπολιτικής συρρίκνωσης και δημογραφικής παρακμής.
Υπαίτιοι είναι αυτοί οι δύο κυρίαρχοι εκπρόσωποι της εγχώριας πολιτικής τάξης που οργάνωσε παρασιτικά την οικονομία και με πελατειακό τρόπο το κράτος διασπαθίζοντας τους πολύτιμους εθνικούς πόρους για την πρόσκαιρη πολιτική επιβίωσή της.
Αυτοί έδωσαν το σύνθημα σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες για εφόρμηση στο κράτος, κλοπή και φοροδιαφυγή, καταναλωτικά πρότυπα που δεν αντιστοιχούν στις παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας, αισχροκέρδεια, λεηλασία του περιβάλλοντος, εργασία χωρίς αντίκρισμα, ζωή τελικά δίχως μέλλον.
Είναι προφανές ότι δεν μπορούν να σηκώσουν στους καχεκτικούς ώμους τους το βάρος μιας λύσης για την εθνική επιβίωση. Αντίθετα, αφού καταλήστευσαν τα πάντα, ξεπουλάνε τώρα χωρίς αντίσταση το χώμα που πατούμε και τη στρατηγική δυνατότητα της χώρας να διαμορφώνει με εθνικούς όρους τις τύχες της.
Θα ήταν ίσως διαφορετικά τα πράγματα, αν η Αριστερά ή τουλάχιστον ένα μέρος της δεν είχε τόσο εύκολα εγκαταλείψει απερίσκεπτα τις πατριωτικές περγαμηνές της σε χέρια που δεν δικαιούνται να μιλούν για τη φιλοπατρία, λες και τα σύνορα είναι τυχαίες γραμμές ενός ασυνάρτητου χάρτη.
Και αν είχε φροντίσει να προτείνει εγκαίρως ένα εθνικό σχέδιο για την έξοδο από τη σημερινή κρίση, που προϋποθέτει συλλογικές αλλά δίκαιες θυσίες, αντί για διαρκείς καταγγελίες που εκτονώνουν χωρίς έμπρακτο αποτέλεσμα τη λαϊκή δυσαρέσκεια…
Η ελληνική κοινωνία, πνευματικά και ψυχολογικά μετέωρη και βυθισμένη στη συλλογική απραξία παρά τα απανωτά χτυπήματα που δέχεται, θα πρέπει αίφνης να προβληματιστεί για το αν στο Ζάλογγο οι ηρωικές Σουλιώτισσες δεν πέσανε στα γκρέμια, αλλά συμμετείχαν σε κάτι σαν το «Dancing with the stars» α λα τούρκα, ή για το αν ο Μιχαλολιάκος πέπρωται να είναι αυτός που θα οδηγήσει το γένος στην κόκκινη μηλιά ξυπνώντας τον μαρμαρωμένο αυτοκράτορα!...
Στα σαρακοφαγωμένα αλώνια της καθημερινής ειδησεογραφίας, βρέθηκαν να αναμετρώνται δύο αβάσταχτοι αναχρονισμοί που συγκροτούν τους πόλους μιας συμμετρικής αφέλειας και αποτυπώνουν το μέγεθος της εθνικής παρακμής.
Από τη μια, ξεδιπλώνεται μπροστά μας μια εθνικιστική ρητορεία με όλες τις θλιβερές βαλκανικές αποσκευές της που, αποκαμωμένη από τις συνεχείς εθνικές ταπεινώσεις, βρίσκει βολικό καταφύγιο στις εθνικές ψευδαισθήσεις, διαβάζοντας το ιστορικό παρελθόν αλλά και το παρόν της χώρας με φυλετικούς ή πολιτισμικούς όρους.
Στην ακραία παραληρηματική εκδοχή της, φτάσαμε στο σημείο να βλέπουμε από το βήμα της Βουλής το μέχρι χθες περιθωριακό γκρουπούσκουλο της ναζιστικής Χρυσής Αυγής, που κινείται ιδεολογικά μεταξύ Χίτλερ και Παπαδόπουλου, να διεκδικεί να εκφράσει τα πατριωτικά αισθήματα του λαού, ξαναζεσταίνοντας ένα ανήμπορο μίσος εναντίον των προαιώνιων «εχθρών του έθνους» ανάμεικτο με έναν γελοίο αλυτρωτισμό που δεν έχει έδαφος να σταθεί.
Η λαϊκή σοφία λέει ευθύβολα ότι «χόρτασε η ψείρα και βγήκε στον γιακά», αλλά αυτές οι καρικατούρες δείχνουν να πιστεύουν ότι ο λαός λησμονεί πως ανήκουν στην πιο προδοτική Δεξιά, αυτήν που βύθισε στη βαθύτερη εξάρτηση τη χώρα στα χρόνια της χούντας και προκάλεσε τον ακρωτηριασμό της Κύπρου, ανοίγοντας τον δρόμο για τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο.
Κι από την άλλη, πέφτουμε για μια ακόμα φορά πάνω στους αναθεωρητές της Ιστορίας, αυτούς που με διεθνιστικά και πανανθρώπινα κριτήρια ερμηνεύουν τα ιστορικά γεγονότα απαλλαγμένοι δήθεν από εθνικούς μύθους και αυτάρεσκες εκδοχές της Ιστορίας, κοντολογίς όλους αυτούς που πίστεψαν ότι στη θαλπωρή της ευρωπαϊκής ενοποίησης αμβλύνονται οι εθνικοί ανταγωνισμοί, βαθμιαία καταργείται ως συλλογικό υποκείμενο το έθνος και όλοι μαζί ευδαίμονες θα πάμε στην παραλία!...
Η κοσμοπολίτισσα
Τυπική εκπρόσωπος αυτού του χαζοχαρούμενου κοσμοπολιτισμού, όπου όλα διαλύονται μεθυστικά, η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ Μαρία Ρεπούση, που βρίσκει τον τρόπο να επανέρχεται περιοδικά στην αρνητική πλευρά της επικαιρότητας.
Βεβαίως και διαφωνούμε με όσους επιχειρούν να τη μεταβάλουν σε περίπου δαιμονική προσωπικότητα, αλλά η αποδομητική τάση που υπηρετεί με φανατισμό, αντισταθμιστικά προς τον φανατισμό του γραφικού εθνικισμού, παράγει την ίδια ακριβώς ακινησία, χωρίς να λέει τίποτε πρωτότυπο.
• Ο δεύτερος εξιδανικεύει νοσταλγικά τα ευκλεή ράκη του παρελθόντος και αρκείται σε μια ρηχή και εξαργυρώσιμη στην αγορά πατριδολατρεία, ανίκανος να υπερβεί τις τρέχουσες δυσκολίες και να ξεχάσει ότι βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση του διεθνούς καρπαζοεισπράκτορα.
• Και η πρώτη ποζάρει στον καθρέφτη σαν ξεσκολισμένη Ευρωπαία, πρόθυμη πάντα πότε «να ευχαριστήσει τις ΗΠΑ» και πότε να στηρίξει με θέρμη το ολέθριο σχέδιο Ανάν, μια και υπεράσπιση των συνόρων και του εθνικού συμφέροντος θεωρείται στους μοντέρνους καιρούς μας ιστορικός αναχρονισμός. Η εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, όμως, δεν μπορεί να βαφτιστεί «υπέρβαση του εθνικισμού».
Και οι δύο φαινομενικά «αντίπαλοι» παραβλέπουν την οικτρή κατάσταση της χώρας, ότι έχει μετατραπεί σήμερα σε έναν ανεπιθύμητο και ανυπόληπτο επαίτη, που δεν μπορεί να αναλάβει τις ευθύνες της εθνικής του επιβίωσης, περιχαρακωμένος σε συνθήκες γεωπολιτικής συρρίκνωσης και δημογραφικής παρακμής.
Υπαίτιοι είναι αυτοί οι δύο κυρίαρχοι εκπρόσωποι της εγχώριας πολιτικής τάξης που οργάνωσε παρασιτικά την οικονομία και με πελατειακό τρόπο το κράτος διασπαθίζοντας τους πολύτιμους εθνικούς πόρους για την πρόσκαιρη πολιτική επιβίωσή της.
Αυτοί έδωσαν το σύνθημα σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες για εφόρμηση στο κράτος, κλοπή και φοροδιαφυγή, καταναλωτικά πρότυπα που δεν αντιστοιχούν στις παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας, αισχροκέρδεια, λεηλασία του περιβάλλοντος, εργασία χωρίς αντίκρισμα, ζωή τελικά δίχως μέλλον.
Είναι προφανές ότι δεν μπορούν να σηκώσουν στους καχεκτικούς ώμους τους το βάρος μιας λύσης για την εθνική επιβίωση. Αντίθετα, αφού καταλήστευσαν τα πάντα, ξεπουλάνε τώρα χωρίς αντίσταση το χώμα που πατούμε και τη στρατηγική δυνατότητα της χώρας να διαμορφώνει με εθνικούς όρους τις τύχες της.
Θα ήταν ίσως διαφορετικά τα πράγματα, αν η Αριστερά ή τουλάχιστον ένα μέρος της δεν είχε τόσο εύκολα εγκαταλείψει απερίσκεπτα τις πατριωτικές περγαμηνές της σε χέρια που δεν δικαιούνται να μιλούν για τη φιλοπατρία, λες και τα σύνορα είναι τυχαίες γραμμές ενός ασυνάρτητου χάρτη.
Και αν είχε φροντίσει να προτείνει εγκαίρως ένα εθνικό σχέδιο για την έξοδο από τη σημερινή κρίση, που προϋποθέτει συλλογικές αλλά δίκαιες θυσίες, αντί για διαρκείς καταγγελίες που εκτονώνουν χωρίς έμπρακτο αποτέλεσμα τη λαϊκή δυσαρέσκεια…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου