Της Πέπης Ρηγοπούλου
Να ξαναγίνουν τα πράγματα όπως ήταν. Είναι αλήθεια ότι πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν να σταματήσει αυτή η «φασαρία», αυτή η «ανωμαλία», οι δυσκολίες και οι εξευτελισμοί, να επανέλθει μια κανονικότητα στις ζωές μας. Να μην υπάρξουν άλλες απεργίες που κλείνουν τους δρόμους και δεν μας αφήνουν να πάμε στις δουλειές μας, να πάμε στα σπίτια μας. Να έχουμε δουλειές όπου πρέπει να πάμε, σπίτια όπου πρέπει να επιστρέψουμε. Να χαθούν οι ανέστιοι και οι εξαθλιωμένοι από τους δρόμους. Να ξαναγίνουν οι λέξεις ανεργία, κινητικότητα, διαθεσιμότητα, πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας μέρος της γλώσσας ενός άλλου λαού, της πραγματικότητας ενός άλλου πλανήτη. Να μας αφήσουν –ποιοι άραγε;– πια να ησυχάσουμε.
Να σταματήσει και αυτή η απεργία των διοικητικών υπαλλήλων του Πανεπιστημίου Αθηνών και των άλλων Πανεπιστημίων. «Σταματήστε πια, δεν είναι δικά σας τα Πανεπιστήμια. Αφήστε να μπούνε μέσα τα παιδιά», φώναζε προχτές στον δρόμο μια εξαγριωμένη κυρία σε κάποιους από τους γνωστούς, σύμφωνα με τα ΜΜΕ, ταραξίες που αναγνώρισε στον δρόμο. Λίγο πιο πέρα ένας νέος άντρας επαναλάμβανε μονότονα «πεινάω», ενώ κάποιοι άλλοι έτρωγαν στη γωνιά ένα σουβλάκι, ένα φτηνοφάι που έχει γίνει πλέον σπάνιο για πολλούς. Τα παιδιά, οι σπουδές τους, το μέλλον τους, το δίπλωμά τους είναι, από ό,τι μαθαίνω κάνοντας ζάπινγκ στα κανάλια, ο καημός που έχουν όλοι αυτοί που μας ενημερώνουν. Τώρα, πώς γίνεται να καίγονται τόσο για να είναι «τα παιδιά μέσα σε ένα Πανεπιστήμιο» που οι ίδιοι συνεχώς λοιδορούν, επειδή το φθονούν, είναι πραγματικά ένας παραλογισμός που, αν ήταν ειλικρινής, θα μπορούσε να κεντρίσει το ενδιαφέρον της ψυχιατρικής ή της παραψυχολογίας.
Τα πράγματα όμως δεν θα γίνουν όπως ήταν. Ποτέ. Αν η ζωή, η οικονομία της χώρας, της Ευρώπης και του κόσμου δεν αλλάξει πορεία, τα πράγματα δεν θα συνεχίσουν απλώς να είναι όπως είναι, αλλά και τα εικονικά πρωτογενή πλεονάσματα θα κρύβουν όλο και πιο δύσκολα το πραγματικό πρωτογενές, δευτερογενές και τριτογενές υστέρημα και έλλειμμα ζωής, υγείας, μόρφωσης και αξιοπρέπειας. Και οι υστερικές κραυγές της προχτεσινής κυρίας που ωρυόταν ενάντια στους ταραξίες που μισούν τα μέσα ενημέρωσης θα μπορούν όλο και λιγότερο να σκεπάζουν την κραυγή «πεινάω» που θα κάνει και το πιο φτηνό φαγητό, όσων μπορούν ακόμα να το έχουν, να γίνεται στο στόμα πικρό.
Εκτός και αν… Δεν μιλώ για κομματικές ισορροπίες και ανατροπές, για σφυγμομετρήσεις και εκλογικά αποτελέσματα. Δεν τα περιφρονώ καθόλου, αλλά δεν είναι το φόρτε μου. Μιλώ για εκείνο το αινιγματικό, που κινείται ανάμεσα στο φως και στην αφάνεια στις στιγμές που οι άνθρωποι, κάποιοι άνθρωποι, ερχόμαστε κοντά με έναν άλλο τρόπο, όπως έγινε και στις τελευταίες κινητοποιήσεις. Μιλώ για τις στιγμές όπου κάποιοι, λίγοι, πολλοί, βγάζουν ένα αναπάντεχο κουράγιο, μια αλληλεγγύη, την ικανότητα να ακούς τον άλλο, την απόφαση να συνυπάρξεις, να συναποφασίσεις δύσκολες αποφάσεις. Ονειρο πραγματικής δημοκρατίας, επιμονή του οράματος της αρχαίας εκκλησίας του δήμου και των σημερινών συνελεύσεων. Μέσα στα σπλάχνα της αγωνίας μας κυοφορείται, χωρίς τίποτε να εγγυάται ότι θα βγει στο φως, το φάντασμα της ελευθερίας.
Να ξαναγίνουν τα πράγματα όπως ήταν. Είναι αλήθεια ότι πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν να σταματήσει αυτή η «φασαρία», αυτή η «ανωμαλία», οι δυσκολίες και οι εξευτελισμοί, να επανέλθει μια κανονικότητα στις ζωές μας. Να μην υπάρξουν άλλες απεργίες που κλείνουν τους δρόμους και δεν μας αφήνουν να πάμε στις δουλειές μας, να πάμε στα σπίτια μας. Να έχουμε δουλειές όπου πρέπει να πάμε, σπίτια όπου πρέπει να επιστρέψουμε. Να χαθούν οι ανέστιοι και οι εξαθλιωμένοι από τους δρόμους. Να ξαναγίνουν οι λέξεις ανεργία, κινητικότητα, διαθεσιμότητα, πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας μέρος της γλώσσας ενός άλλου λαού, της πραγματικότητας ενός άλλου πλανήτη. Να μας αφήσουν –ποιοι άραγε;– πια να ησυχάσουμε.
Να σταματήσει και αυτή η απεργία των διοικητικών υπαλλήλων του Πανεπιστημίου Αθηνών και των άλλων Πανεπιστημίων. «Σταματήστε πια, δεν είναι δικά σας τα Πανεπιστήμια. Αφήστε να μπούνε μέσα τα παιδιά», φώναζε προχτές στον δρόμο μια εξαγριωμένη κυρία σε κάποιους από τους γνωστούς, σύμφωνα με τα ΜΜΕ, ταραξίες που αναγνώρισε στον δρόμο. Λίγο πιο πέρα ένας νέος άντρας επαναλάμβανε μονότονα «πεινάω», ενώ κάποιοι άλλοι έτρωγαν στη γωνιά ένα σουβλάκι, ένα φτηνοφάι που έχει γίνει πλέον σπάνιο για πολλούς. Τα παιδιά, οι σπουδές τους, το μέλλον τους, το δίπλωμά τους είναι, από ό,τι μαθαίνω κάνοντας ζάπινγκ στα κανάλια, ο καημός που έχουν όλοι αυτοί που μας ενημερώνουν. Τώρα, πώς γίνεται να καίγονται τόσο για να είναι «τα παιδιά μέσα σε ένα Πανεπιστήμιο» που οι ίδιοι συνεχώς λοιδορούν, επειδή το φθονούν, είναι πραγματικά ένας παραλογισμός που, αν ήταν ειλικρινής, θα μπορούσε να κεντρίσει το ενδιαφέρον της ψυχιατρικής ή της παραψυχολογίας.
Τα πράγματα όμως δεν θα γίνουν όπως ήταν. Ποτέ. Αν η ζωή, η οικονομία της χώρας, της Ευρώπης και του κόσμου δεν αλλάξει πορεία, τα πράγματα δεν θα συνεχίσουν απλώς να είναι όπως είναι, αλλά και τα εικονικά πρωτογενή πλεονάσματα θα κρύβουν όλο και πιο δύσκολα το πραγματικό πρωτογενές, δευτερογενές και τριτογενές υστέρημα και έλλειμμα ζωής, υγείας, μόρφωσης και αξιοπρέπειας. Και οι υστερικές κραυγές της προχτεσινής κυρίας που ωρυόταν ενάντια στους ταραξίες που μισούν τα μέσα ενημέρωσης θα μπορούν όλο και λιγότερο να σκεπάζουν την κραυγή «πεινάω» που θα κάνει και το πιο φτηνό φαγητό, όσων μπορούν ακόμα να το έχουν, να γίνεται στο στόμα πικρό.
Εκτός και αν… Δεν μιλώ για κομματικές ισορροπίες και ανατροπές, για σφυγμομετρήσεις και εκλογικά αποτελέσματα. Δεν τα περιφρονώ καθόλου, αλλά δεν είναι το φόρτε μου. Μιλώ για εκείνο το αινιγματικό, που κινείται ανάμεσα στο φως και στην αφάνεια στις στιγμές που οι άνθρωποι, κάποιοι άνθρωποι, ερχόμαστε κοντά με έναν άλλο τρόπο, όπως έγινε και στις τελευταίες κινητοποιήσεις. Μιλώ για τις στιγμές όπου κάποιοι, λίγοι, πολλοί, βγάζουν ένα αναπάντεχο κουράγιο, μια αλληλεγγύη, την ικανότητα να ακούς τον άλλο, την απόφαση να συνυπάρξεις, να συναποφασίσεις δύσκολες αποφάσεις. Ονειρο πραγματικής δημοκρατίας, επιμονή του οράματος της αρχαίας εκκλησίας του δήμου και των σημερινών συνελεύσεων. Μέσα στα σπλάχνα της αγωνίας μας κυοφορείται, χωρίς τίποτε να εγγυάται ότι θα βγει στο φως, το φάντασμα της ελευθερίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου