Δύο ιερά τέρατα της τέχνης του 20ού αιώνα με πίστη στην ανθρώπινη μορφή, ο ζωγράφος Φράνσις Μπέικον και ο γλύπτης Χένρι Μουρ, κράτησαν απόσταση ο ένας από τον άλλον κατά τη διάρκεια της ζωής τους με εξαίρεση ορισμένες κοινές εκθέσεις και μια αμοιβαία ακανθώδη κριτική: ο Μπέικον απέρριπτε τα σχέδια του Μουρ και ο Μουρ δήλωνε ότι δεν επεδίωκε να προκαλεί σοκ όπως ο Μπέικον.
Τώρα, μια νέα πτυχή της σχέσης τους έρχεται στη δημοσιότητα: ήδη αναγνωρισμένος καλλιτέχνης στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο Μπέικον είχε προσεγγίσει τον Μουρ ζητώντας του να τον διδάξει, ωστόσο ο δεύτερος δεν ανταποκρίθηκε στην πρόκληση. Οπως αναφέρει η «Guardian», η αποκάλυψη έγινε από την κόρη του γλύπτη, Μαρία, και τον καθηγητή Φράνσις Γουόρνερ, ο οποίος είχε αναλάβει τότε τον ρόλο του διαμεσολαβητή. «Ο Μπέικον ενδιαφερόταν να πάρει μαθήματα γλυπτικής», εξηγεί ο τελευταίος. «Δεν νομίζω πως ήταν κάποιο καπρίτσιο, πραγματικά ήθελε να δει εάν θα μπορούσε να επεκταθεί κι άλλο και προφανώς η πρώτη του σκέψη ήταν ο κορυφαίος γλύπτης. Γνώριζαν ο ένας τον άλλον, αλλά ήταν επιφυλακτικοί. Σαν δυο λιοντάρια στο ίδιο δάσος, εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι. Ο Μουρ ήταν ευγενικός, άκουσε το αίτημα, αλλά ποτέ δεν απάντησε. Ετσι λειτουργούσε».
Τι θα γινόταν εάν αυτή η συνεργασία είχε ευδοκιμήσει; Ηρθε η ώρα οι δυο γίγαντες να ενωθούν εις σάρκα μία, έστω με το ζόρι, καθώς τον Σεπτέμβριο το Mouσείο Ashmolean της Οξφόρδης θα παρουσιάσει την έκθεση «Francis Bacon – Henry Moore: Flesh and Bone» (Σάρκα και Οστά), που θα περιλαμβάνει 20 έργα ζωγραφικής του πρώτου και 20 γλυπτά και 20 σχέδια του δεύτερου. Κοινή αφετηρία και σημείο σύγκρισης αποτελεί η έμπνευση από χριστιανικά θέματα, μεταξύ άλλων τη Σταύρωση, παρότι ήταν άνθρωποι χωρίς καμιά θρησκευτική πίστη.
Ο Χένρι Μουρ (1898-1986) φημίζεται για τα μεγάλα μπρούντζινα γλυπτά του, τις φιγούρες που αναπαύονται. Γνωστά είναι τα σχέδιά του από τα υπόγεια καταφύγια του Λονδίνου κατά τον Β′ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο ίδιος είχε πει κάποτε: «Αν πρόκειται να εκπαιδεύσεις έναν γλύπτη στην ανθρώπινη μορφή, βάλ’ τον να σχεδιάσει περισσότερο».
Ο Φράνσις Μπέικον (1909-1992) συνέλαβε τον πόνο της ανθρώπινης ύπαρξης με μια εφιαλτική λάμψη. Επανειλημμένως είχε εκφράσει το ενδιαφέρον του για τη γλυπτική, συχνά επισκεπτόταν το Βρετανικό Μουσείο για να δει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα και θαύμαζε τον Μιχαήλ Αγγελο. «Πιστεύω ότι οι πιο μεγαλειώδεις εικόνες βρίσκονται στη γλυπτική», είχε πει. Πάντως, οι ειδικοί εντοπίζουν μια μνημειακή παρουσίαση και την απεικόνιση γλυπτών σε πίνακές του όπως τα «Lying Figure in a Mirror» (1951), «Reclining man with Sculpture» (1960-61) κ.ά.
Επιμ.: Π. Σπίνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου