Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

Τα μουσεία πρέπει να «ανοίξουν» πιο πολύ για τους επισκέπτες!..

ΑΠΟΨΕΙΣ

Του ΛΕΥΤΕΡΗ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗ
*   Εδώ και πολλά χρόνια, ακούω πως το κέντρο ενός μουσείου, είναι ο επισκέπτης. Οι μουσειολόγοι, οι μουσειογράφοι, οι επιμελητές πρέπει να δημιουργήσουν ένα «μήνυμα» και να το μεταλαμπαδεύσουν στον επισκέπτη. Μας έμαθαν πώς να δημιουργούμε μια μουσειακή εμπειρία, ένα «πακέτο» γνώσης και ψυχαγωγίας. Τα μουσεία εδώ και πολλές δεκαετίες, αν όχι αιώνες, έχουν πάψει να αποτελούν αποθήκες ή αχανή «ψυχρά» κτίρια, επαναπροσδιόρισαν την θέση τους στην κοινωνία και αποτελούν ενεργά κομμάτια της κοινωνίας. Με βάση τον ορισμό του ICOM, «τα μουσεία έχουν χαρακτήρα εκπαιδευτικό, αλλά και ψυχαγωγικό». Ωστόσο, για ποια εμπειρία μιλάμε;
Όταν κάποιος (επισκέπτης ή μουσειολόγος/επιμελητής) αναφέρεται στην «μουσειακή εμπειρία» έχει κατά νου, μια επίσκεψη στο μουσείο, όπου θα δει κάτι νέο και εξαίρετο, θα έρθει σε επαφή με κάποιου είδους τέχνη, θα επισκεφθεί το πωλητήριο του μουσείου, ενώ θα προμηθευτεί και ενημερωτικά φυλλάδια. Ενδεχομένως να πάρει να πιεί ή να φάει κάτι από το εστιατόριο και φυσικά η εμπειρία θα μεταφερθεί σε φίλους και γνωστούς.

Κάπου εδώ όμως ξεκινάει το πρόβλημα. Δεν υπάρχουν «πειστήρια του εγκλήματος»! Πάγια πρακτική σε πολλά μουσεία (σε Ελλάδα και εξωτερικό) είναι να απαγορεύουν τις φωτογραφίες με ή χωρίς φλας καθώς και την βιντεοσκόπηση. Στην περίπτωση που δεν το ξέρει αυτό κάποιος επισκέπτης και κάνει την λάθος κίνηση να σηκώσει την φωτογραφική του μηχανή, ξαφνικά από παντού εμφανίζονται εργαζόμενοι του μουσείου που πέφτουν πάνω του με αυτοθυσία φωνάζοντας «Νο pictures, please!» ή «Απαγορεύονται οι φωτογραφίες κύριε/κυρία», με ύφος… χιλίων καρδιναλίων και πιο σπάνια με ευγενικό τρόπο.
Και κάπου εδώ ο κόπος, η επικοινωνιακή πολιτική του μουσείου, πάει στράφι και η μουσειακή εμπειρία αλλοιώνεται αισθητά. Φυσικά η απαγόρευση φωτογράφισης εκθεμάτων κατασκευασμένων από ευαίσθητα υλικά (πίνακες, υφαντά, φωτογραφίες) είναι απολύτως λογική. Αλλά, αλήθεια, πόσο καταστροφικό μπορεί να είναι για ένα άγαλμα μια φωτογραφία χωρίς φλας; Με ποιο σκεπτικό απαγορεύονται οι φωτογραφίες στο εστιατόριο του μουσείου, ή στις τουαλέτες, ή ακόμα και στους διαδρόμους που δεν υπάρχουν εκθέματα; Στο Βρετανικό Μουσείο, απαγορεύεται η βιντεοσκοπηση στον παροάυλιο χώρο! Κάτι παρόμοιο, έγινε στο νέο Μουσείο Ακρόπολης. Τις πρώτες 15 μέρες λειτουργίας του, οι φωτογραφίες και η βιντεοσκόπηση επιτρέπονταν κανονικά. Σαν κεραυνός εν αιθρία, έρχεται η απόφαση που απαγορεύει φωτογραφίσεις και βιντεοσκοπησεις στους χώρους του μουσείου «καθώς παρατηρήθηκαν φθορές στα εκθέματα», όπως ειπώθηκε!
Η απλή λογική λέει πως το μουσείο πέρα από εκπαιδευτικό και ψυχαγωγικό σκοπό, έχει και στόχο την προστασία και φύλαξη των πολιτισμικών αγαθών. Επίσης σε μια πιο προχωρημένη σκέψη, με μια δόση Hollywood, οι φύλακες του μουσείου δεν επιτρέπουν φωτογραφίες πουθενά υπό τον φόβο μιας ληστείας που θα βασίζεται σε λεπτομερείς φωτογραφικές λεπτομέρειες του μουσειακού κελύφους. Μία τρίτη εκδοχή (την οποία προσωπικά δεν ασπάζομαι) λέει πως αυτό γίνεται γιατί το κράτος θέλει να διατηρήσει το μονοπώλειο που έχει στον πολιτισμό (για φωτογράφιση ή βιντεοσκόπηση ή δημιουγία εκμαγείων το κράτος χορηγεί ειδική άδεια, περιορισμένου χρόνου, επί χρήμασι).
Εδώ όμως υπάρχει ένα δίλλημα: Τι αξίζει περισσότερο, η απειροελάχιστη φθορά ενός εκθέματος (το οποίο δεν είναι συνήθως από ευαίσθητο υλικό φτιαγμένο) από τις εκατομμύρια φωτογραφίες ενώ οι επισκεπτες πραγματοποιούν μια επίσκεψη στο μουσείο και σχηματίζουν μια «γεμάτη» και όμορφη ανάμνηση και εμπειρία ή η απαγόρευση των φωτογραφιών που θα απέτρεπε μια πιθανή φθορά στο έκθεμα και αποτροπή μιας πιθανής ληστείας αλλά συγχρόνως θα μείωνε την εμπειρία του μουσείου; Το ερώτημα που γεννάται είναι αν αξίζει ένα τέτοιο μέτρο προστασίας. Με την ίδια λογική και τα χνώτα των επισκεπτών και τα βήματά τους μπορούν να προκαλέσουν ζημιές. Ίσως να μην επιτρέπουμε την είσοδο. Ή ακόμα καλύτερα, να μην τα εκθέτουμε καθόλου και να τα κρατάμε αποκομμένα από την κοινωνία, σε ένα πλήρως προστατευμένο και ελεγχόμενο περιβάλλον.
Μεγάλοι αγώνες και προσπάθειες έχουν γίνει για να φτάσουμε στο σημείο ο κάθε ένας πολίτης του κόσμου να μάθει για ένα πολιτισμικό αγαθό και να μπορεί να το επισκεφθεί από κοντά. Στον βωμό της προστασίας του εκθέματος όμως, θυσιάζουμε τον επισκέπτη και αλλοιώνουμε την μουσειακή του εμπειρία. Αυτοαναιρούμαστε. Όλοι θα θέλαμε να έχουμε μια φωτογραφία με την Αφροδίτη της Μήλου ή την προτομή της Νεφερτίτης ή την Μόνα Λίζα. Θα την δείχναμε σε φίλους και γνωστούς εξιστορώντας την εμπειρία μας, κάτι που αποτελεί την καλύτερη μορφή προώθησης για ένα μουσείο. Αναμφίβολα, οφείλουμε να προστατεύσουμε την πολιτισμική μας κληρονομιά, αλλά ποιο το όφελος να έχουμε μουσεία αν δεν μπορούμε να προσφέρουμε ολοκληρωμένη μουσειακή εμπειρία; Πιο απλά, σε μια περίπτωση φωτιάς, τι αξίζει περισσότερο, ένας Rembrandt (που είναι εξαίρετο έργο τέχνης, αλλά άψυχο) ή η γάτα του φύλακα (η οποία είναι μια κοινή γάτα, αλλά κάτι έμψυχο);
Σταχυολογώντας, το θέμα αυτό απαιτεί πολλή κουβέντα και σίγουρα θα ακουστούν αντικρουόμενα επιχειρήματα, αλλά η ουσία είναι πως δεν έχει κανένα αντίκρισμα η χάραξη επικοινωνιακής πολιτικής και η προώθηση ενός μουσείου και η δημιουργία «εμπειρίας σε πακέτο», όσο στερούμε από τον επισκέπτη το θεμελιώδες στοιχείο μιας ανάμνησης, μια απλή φωτογραφία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου