|
Έντυπη Έκδοση Ελευθεροτυπία, Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013
ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ-ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
Εμπειρίκος: «Ο έρωτας πρέπει να είναι πάντοτε ελεύθερος με όλας τας ηδονάς του». Καραγάτσης: «Συμφωνώ και επαυξάνω, αγαπητέ!»
Ενας τόμος καρπός συνεργασίας της
«Αγρας» με την «Εστία» φέρνει στην επιφάνεια ένα ενθουσιώδες κείμενο του
ποιητή για το μυθιστόρημα του Καραγάτση «Σέργιος και Βάκχος»
Τι ακριβώς ένωνε τον Ανδρέα Εμπειρίκο με τον Μ. Καραγάτση; Κάτω
από ποιες συνθήκες αναπτύχθηκε η σχέση τους; Πώς γεφυρώθηκε η απόσταση
που τους χώριζε στα χρόνια του Μεσοπολέμου, τότε που ο Καραγάτσης ούτε
ν' ακούσει δεν ήθελε περί υπερρεαλισμού; Οι απαντήσεις έρχονται μέσα από
έναν μικρό τόμο, καρπό συνεργασίας της «Αγρας» με την «Εστία», που
φέρνει στην επιφάνεια ένα ντοκουμέντο «θαμμένο» για καιρό: ένα
ενθουσιώδες κείμενο του ποιητή για το αμφιλεγόμενο μυθιστόρημα του
Καραγάτση «Σέργιος και Βάκχος», μοναδικό τεκμήριο της φιλίας τους και
πολύτιμη ψηφίδα, ταυτόχρονα, της ιστορίας και των δυο.
Πρόκειται για ένα από τα πολλά ανέκδοτα χειρόγραφα που φυλάσσονταν σε βαλίτσα η οποία εντοπίστηκε το φθινόπωρο του 2006 στην υπόγεια αποθήκη του διαμερίσματος των Εμπειρίκων στο Κολωνάκι, αμέσως μετά την καταστροφική πλημμύρα που σάρωσε χιλιάδες γραπτά κειμήλια της οικογένειας. Ηταν καταχωρισμένο στις τελευταίες σελίδες ενός τετραδίου, μαζί με την πρώτη γραφή των ποιημάτων της «Οκτάνας», και είχε γραφτεί λίγες βδομάδες πριν από το θάνατο του Καραγάτση, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1960.
Αδημοσίευτο
Οποια κι αν ήταν η πρόθεση του ποιητή, το κείμενο αυτό δεν δημοσιεύτηκε πουθενά. Να το, όμως, τώρα, στο «Ανδρέας Εμπειρίκος: Ο Σέργιος και ο Βάκχος του Μ. Καραγάτση», συνοδευμένο από χαρακτηριστικά αποσπάσματα και των δύο εκδοχών του ομώνυμου αφηγήματος, μαζί με κατατοπιστικά σημειώματα των παιδιών των δύο συγγραφέων -άριστοι διαχειριστές του έργου τους-, καθώς και μ' ένα παλαιότερο εξομολογητικό κείμενο της Μαρίνας Καραγάτση για τη σχέση που είχε αναπτύξει με τον Ανδρέα Εμπειρίκο από τη στιγμή που μπήκε «στη χορεία των κοριτσιών» τις οποίες φωτογράφιζε.
Ας ανοίξουμε εδώ μια παρένθεση. Το «Σέργιος και Βάκχος» είναι το μοναδικό εκτενές πεζό του Καραγάτση που αντλεί την έμπνευσή του από το Βυζάντιο, και όπου, πότε με σοβαρό, πότε μ' ευτράπελο τρόπο, δίνει ένα πανόραμα του Ελληνισμού από το 250 μ.Χ ώς το 1948. Οι μόνες σταθερές σ' αυτή την απέραντη διαδρομή με τα συνεχή πισωγυρίσματα στο χρόνο είναι ο τόπος, η Κωνσταντινούπολη, και οι δύο άγιοι που αναφέρονται στον τίτλο, που αντί να ζουν αποσυρμένοι στη μακαριότητα του Παραδείσου, παρακολουθούν με άγρυπνο μάτι τις περιπέτειες της Ρωμιοσύνης αλλά και της Οικουμένης και τις κρίνουν, τις σχολιάζουν, τις συζητούν. Κάτι άλλο που καθιστά ξεχωριστό το έργο είναι πως από την ίδια μήτρα προέκυψαν δύο εκδοχές: η πρώτη, γραμμένη μεταξύ 1952 και 1959, απλώνεται σε δύο τόμους 474 σελίδων, ενώ η δεύτερη, γραμμένη προς το τέλος της ζωής του Καραγάτση και δημοσιευμένη ως «Η θαυμαστή ιστορία των αγίων Σεργίου και Βάκχου», είναι συντομευμένη κατά 70%!
Οταν το 1959 κυκλοφόρησε η πρώτη μορφή, η υποδοχή που της επιφυλάχθηκε κυμαινόταν μεταξύ αδιαφορίας και εχθρότητας. Ο Μανόλης Αναγνωστάκης, μάλιστα, υπήρξε ιδιαίτερα αυστηρός! Κατηγορούσε τον συγγραφέα ότι... το έπαιζε δίπορτο, ενώ κατά τη δική του άποψη το «Σέργιος και Βάκχος» δεν συνιστούσε ούτε έργο τέχνης ούτε έργο αμιγώς επιστημονικό. Δεν ήταν η πρώτη φορά που η αφηγηματική άνεση και η πληθωρική δημιουργικότητα του Καραγάτση τον έβαζε στο στόχαστρο του λογοτεχνικού σιναφιού. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος, πάντως, όπως αποκαλύπτεται σήμερα, ήταν έμπλεος θαυμασμού για το έργο αυτό. Ιδού μια γεύση από το κείμενό του:
«Οταν, προ ολίγων ετών σε μια ηχογραφημένη περιγραφή ωρισμένων φωτογραφιών μου, έδινα μία προσωπική ερμηνεία της φυσιογνωμίας του Καραγάτση, παρομοίωσα τον μεγάλο αυτόν συγγραφέα με δένδρο που αντλεί από τα βάθη της γης όλα τα αναγκαία για την ανάπτυξή του συσταστικά και το οποίον, με το πυκνό του φύλλωμα, αναπνέει αφ' ενός και γοητεύει αφ' ετέρου τον κάθε άνθρωπο που στέκει μπροστά του, σε μια δοσοληψία μυστική που ξεπερνά τα όρια της συνήθους "λογοτεχνικής επικοινωνίας" μεταξύ συγγραφέως και αναγνώστου, και μετατρέπει την επικοινωνία αυτή (...) σε κινητήρια δύναμη καθολικά συνουσιαστική. Πολλά από τα παλαιότερα έργα του Καραγάτση επιτρέπουν στον αναγνώστη να καταλήξει εις τας ανωτέρω σκέψεις και εις τον χαρακτηρισμόν από τον οποίον εκπορεύονται. Κανένα όμως άλλο έργον τόσο πολύ όσο ο "Σέργιος και Βάκχος"»...
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος δεν είχε καμιά αμφιβολία: «Πρόκειται περί λογοτεχνίας» αποφαινόταν. Κι επιπλέον, «σπανίως εις την ελληνική πεζογραφίαν συναντά κανείς συνυφασμένα τα στοιχεία της αριστοκρατικής εκλεπτυσμένης σκέψης με την λαϊκήν "φαλσταφικήν" ετοιμότητα και την πανικής προελεύσεως αισθησιακήν ειλικρίνειαν και αυθορμησίαν». Διόλου τυχαίο ότι ο ίδιος, ανάμεσα στον Λατίνο ορθολογιστή Σέργιο και τον αισθησιακό Ρωμιό Βάκχο, τάσσεται αναφανδόν υπέρ του δεύτερου. Ο Σέργιος «είναι ώς το τέλος ένας ευγενής και ερωτευμένος με τον ορθολογισμόν διανοητής που δέχεται την ηδονήν μόνο εις τας υψηλοτέρας της εκδηλώσεις». Ο Βάκχος, όμως, είναι «ένας πανικής καταγωγής, και εν τη αγιότητί του ακόμη οιστρηλατούμενος από ισχυρότατον ίμερον καλόκαρδος επιβήτωρ που αναζητεί την ηδονήν, με πάθος μυστικιστικόν παντού και πάντοτε, εις όλα τα στρώματα, κατακορύφως και οριζοντίως, χωρίς προκατάληψιν χωρίς ηθικολογικήν διαφοροποίηση καλού ή κακού».
Ο Ερωτας! Να το πεδίο όπου Καραγάτσης και Εμπειρίκος συμφωνούσαν απόλυτα. Εξίσου αρνητικοί ήταν κι οι δυό τους, «στον τρόπο που η Εκκλησία αντιμετωπίζει τις ερωτικές σχέσεις», θυμίζει η Μαρίνα Καραγάτση. «Ο έρωτας πρέπει να είναι πάντοτε ελεύθερος με όλας τας ηδονάς του», φώναζε ο ποιητής στον πατέρα της όποτε τύχαινε να συναντηθούν. Κι εκείνος, με τη βαριά και μελαγχολική φωνή του απαντούσε: «Συμφωνώ και επαυξάνω, αγαπητέ!».
Την περίοδο του Μεσοπολέμου, εκείνα που τους χώριζαν ήταν περισσότερα από όσα τους ένωναν. Μεταπολεμικά, όμως, η Ανδρος τούς έφερε πιο κοντά.
Κοινές αντιλήψεις
Η οικογένεια Εμπειρίκου κι εκείνη της Νίκης Καραγάτση ήταν από τις ελάχιστες βενιζελικές της Χώρας, κάτι που «δεν αποκλείεται να συνέβαλε στην αρχική προσέγγισή τους, καθώς αυτές ήταν οι πιο ανοιχτές και κοσμολίτικες της βαθιά συντηρητικής και βασιλικής Ανδρου», σημειώνει ο Λεωνίδας Εμπειρίκος. Κάποια στιγμή η Νίκη Καραγάτση αρχίζει να κάνει μαθήματα ζωγραφικής στη Βιβίκα Εμπειρίκου, ενώ από τις αρχές της δεκαετίας του '50 ο Ανδρέας Εμπειρίκος καταγράφει με το φακό του την ενηλικίωση της Μαρίνας, χτίζοντας μαζί της μια σχέση που η ίδια θ' ανακαλεί έκτοτε με τρυφερότητα και σεβασμό.
Ο Καραγάτσης δεν έμενε πολύ στην Ανδρο, προτιμούσε να περνά τα καλοκαίρια με τους φίλους του στη Μύκονο, κι ως άνθρωπος δεν ήταν ιδιαίτερα ανοιχτός. Προς το τέλος της δεκαετίας του '50, ωστόσο, ήρθε πολύ κοντά στον Εμπειρίκο, απολαμβάνοντας τις κοινές, αντισυμβατικές τους αντιλήψεις για πολλές εκφάνσεις της ζωής. Είχαν και οι δυο πλήρη συνείδηση πως η σεξουαλική στέρηση αγριεύει τον άνθρωπο. Και ήταν πεπεισμένοι πως μαζί τους θα συμφωνούσε κι ο Χριστός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου