Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013

«Δεν υπάρχουν ανώτεροι ή κατώτεροι πολιτισμοί»

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ Η Ελπίδα Ρίκου μάς μιλά για την έκδοση «Ανθρωπολογία και σύγχρονη τέχνη»

Διδάσκει ανθρωπολογία στη Σχολή Καλών Τεχνών. Πιστεύει ότι η δική της επιστήμη όπως και η σύγχρονη τέχνη βοηθούν στην ανατροπή των στερεοτύπων. Γι’ αυτό και συντονίζει στην Μπιενάλε της Αθήνας, που ξεκίνησε την Κυριακή, ένα workshop με θέμα την «αξία». Συμμετέχει και στις «Φωνές», μια ομάδα εικαστικών και κοινωνικών επιστημόνων που εδώ και. 
Διδάσκει ανθρωπολογία στη Σχολή Καλών Τεχνών. Πιστεύει ότι η δική της επιστήμη όπως και η σύγχρονη τέχνη βοηθούν στην ανατροπή των στερεοτύπων. Γι’ αυτό και συντονίζει στην Μπιενάλε της Αθήνας, που ξεκίνησε την Κυριακή, ένα workshop με θέμα την «αξία». Συμμετέχει και στις «Φωνές», μια ομάδα εικαστικών και κοινωνικών επιστημόνων που εδώ και δύο χρόνια δουλεύουν πάνω στο τι σημαίνει να έχει ή να μην έχει κανείς «φωνή» αυτή την περίοδο


Της Ιωάννας Σωτήρχου

Τι σας έρχεται στον νου όταν ακούτε για ανθρωπολογία και τέχνη; Στοίχημα, κάτι που έχει σχέση με αφρικανικές μάσκες ή ινδιάνικα τοτέμ. Και όμως.

«Το πρωτόγονο είναι ένας μύθος που νομιμοποιεί την κυριαρχία και διασφαλίζει την ανωτερότητα του δυτικού κόσμου απέναντι στους “άλλους”, κυρίως κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας», λέει η ανθρωπολόγος Ελπίδα Ρίκου. «Παράλληλα, βέβαια, αυτός ο μύθος λειτούργησε -και λειτουργεί ακόμα- ως ένα όραμα επιστροφής σε μια εξωραϊσμένη, ουτοπική, “πρώτη” κατάσταση όπου τα πράγματα είναι πιο απλά, οι άνθρωποι πιο κοντά στη φύση κ.λπ. Ενέπνευσε και τους μοντέρνους καλλιτέχνες, οι οποίοι αναζητούσαν αυθεντικές πηγές της ανθρώπινης δημιουργικότητας στην Αφρική, την Ωκεανία, εκτός ή και εντός της Ευρώπης, ώστε να καινοτομήσουν καλλιτεχνικά, ασκώντας κριτική στην ακαδημαϊκή τέχνη αλλά και στην κοινωνία της εποχής τους. Σήμερα, όμως, τα πράγματα, στην τέχνη όπως και στην κοινωνία, είναι διαφορετικά…».

Επιμελήτρια του τόμου «Ανθρωπολογία και σύγχρονη τέχνη» (εκδόσεις Αλεξάνδρεια), που μόλις κυκλοφόρησε, η Ελπίδα Ρίκου, η οποία διδάσκει ανθρωπολογία της τέχνης στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, μας μιλά για την έκδοση. «Καλύπτει ένα κενό στην ελληνική βιβλιογραφία και απαντά στις αναζητήσεις των φοιτητών εικαστικών τεχνών, ιστορίας και θεωρίας της τέχνης και ανθρωπολογίας, αλλά και ενός ευρύτερου κοινού, που ενδιαφέρεται για τη σύγχρονη τέχνη, τις διασυνδέσεις της με τις κοινωνικές επιστήμες και εν γένει με την κοινωνική πραγματικότητα», εξηγεί. Στο βιβλίο αποτυπώνεται η εξέλιξη των ιδεών στον τομέα της ανθρωπολογίας από το 1980 και μετά – εποχή όπου η κριτική του δυτικού πολιτισμού και ο αναστοχασμός σχετικά με τον ρόλο της ανθρωπολογίας στην αποικιοκρατία έστρεψαν, για διάφορους λόγους, το ενδιαφέρον πολλών ανθρωπολόγων στην τέχνη και ειδικότερα τη σύγχρονη τέχνη της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Περιλαμβάνονται, όμως, και κείμενα που εισάγουν γενικότερα στην ιστορία της ανθρωπολογίας της τέχνης, ενώ αποτυπώνονται και πιο πρόσφατες αναζητήσεις σχετικά με τη δράση του έργου τέχνης κ.ά.

Η συζήτησή μας, ωστόσο, πηγαίνει πέρα από το βιβλίο: στο πώς «και με τη συμβολή του, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις διαλόγου με ό,τι κοινωνικά εκλαμβάνεται ως ξένο -που αφορά, τελικά, όψεις του ίδιου μας του εαυτού- ιδιαίτερα μέσα από την τέχνη, που μετέχει και αυτή στην αναζήτηση νέων τρόπων να νοηματοδοτήσουμε τη ζωή μας στην κατάσταση που περνάμε σήμερα…».

• Πώς συνδέεται η ανθρωπολογία με τη λεγόμενη «πρωτόγονη», αλλά και τη σύγχρονη τέχνη;

«Η παρακαταθήκη της ανθρωπολογίας είναι η γνώση για τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι ζουν καθημερινά και νοηματοδοτούν τον κόσμο σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη μέσα στην Ιστορία. Η ιδιαιτερότητά της είναι η επιτόπια έρευνα, με αποτέλεσμα μια βαθύτερη κατανόηση διαφορετικών τρόπων να ζεις και ταυτόχρονα μια κριτική του εαυτού, των στερεοτύπων της κοινής λογικής, των οποίων φορέας είναι ο ίδιος ο ανθρωπολόγος. Στο σημείο αυτό η ανθρωπολογία συναντιέται με τη μοντέρνα τέχνη γιατί και αυτή ασκεί σε μεγάλο βαθμό κριτική στα στερεότυπα του κόσμου από τον οποίο προέρχεται, ανατρέποντάς τα αφού δείχνει ότι υπάρχουν κι άλλες διαστάσεις στα πράγματα, δυνατότητες και ευκαιρίες να σκεφτούμε και να δράσουμε διαφορετικά».

• Πώς τοποθετείται η σύγχρονη ανθρωπολογία απέναντι στην έννοια του «πρωτόγονου»;

«Η έννοια του πρωτόγονου δεν είναι πλέον δόκιμη. Αλλά και η ίδια έννοια του “πολιτισμού”, ακόμα και στον πληθυντικό αριθμό, μπορεί να λειτουργήσει παραπλανητικά αν μας παραπέμπει σε οριοθετημένες, παγιωμένες “οντότητες”, ενώ, στην πράξη, πρόκειται για ρευστές, συγκρουσιακές καταστάσεις υπό διαμόρφωση…

Οι ανθρωπολόγοι σε γενικές γραμμές έχουν τηρήσει κάποιες αποστάσεις από τη μελέτη των καλλιτεχνικών φαινομένων. Πρώτα απ’ όλα γιατί έχουν συναίσθηση ότι αυτό που είθισται να σημαίνει η “τέχνη” για εμάς δεν ισχύει κατ’ ανάγκη διαπολιτισμικά και επιπλέον διότι μετέχοντας και οι ίδιοι σε αυτές τις σημασίες ίσως δεν κατορθώνουν να αντιμετωπίσουν την “τέχνη” με επαρκή κριτική και αναλυτική διάθεση…».

• Και η στάση των καλλιτεχνών απέναντι στο αντικείμενο των ανθρωπολόγων ποια ήταν κάποτε και ποια είναι σήμερα;

«Οι καλλιτέχνες έχουν προσεγγίσει με τον τρόπο τους ζητήματα που ενδιαφέρουν και τους ανθρωπολόγους. Αναζήτησαν και ενσωμάτωσαν στο έργο τους μορφές που ανήκαν σε άλλες παραδόσεις εκτός της “δυτικής”. Χαρακτηριστική είναι η χειρονομία του Πικάσο, που εισάγει την αφρικανική μάσκα σε ένα από τα πρόσωπα των Δεσποινίδων της Αβινιόν, σηματοδοτώντας και τις απαρχές του κυβισμού. Οι μοντέρνες πρωτοπορίες νομιμοποιούν ως “τέχνη” τα υποτιθέμενα “φετίχ” των πρωτόγονων, παρότι δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τη ζωή των ίδιων των δημιουργών τους. Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες επανέρχονται με πολλούς διαφορετικούς τρόπους σ’ αυτές τις “πρωτόγονες” επιρροές. Τις τελευταίες δεκαετίες ορισμένοι υιοθετούν μάλιστα την επιτόπια έρευνα για να μετέχουν στη ζωή των “άλλων” ώστε να καταστήσουν αυτή την εμπειρία έναυσμα παραγωγής καλλιτεχνικού έργου. Με λίγα λόγια, σήμερα, οι σχέσεις της ανθρωπολογίας με τη σύγχρονη τέχνη είναι πολύπλοκες. Ελπίζω ότι το βιβλίο αποδίδει ορισμένες από αυτές τις διαστάσεις, κυρίως μέσα από την οπτική των ανθρωπολόγων, αλλά έμμεσα και από τη σκοπιά των καλλιτεχνών».

• Αν δεν υπάρχουν «πρωτόγονοι», υπάρχουν παρ’ όλα αυτά διαφορές σε ό,τι αφορά τον πολιτισμό και την τέχνη που παράγεται σε διαφορετικές χώρες και εποχές;

«Διαφορές υπάρχουν, αλλά δεν μπορεί να γίνει αξιολόγηση και να μιλάμε για ανώτερους ή κατώτερους πολιτισμούς γιατί απλά εξυπηρετούμε σχέσεις κυριαρχίας. Σήμερα, έχουν σημασία διεθνώς τόσο ο τρόπος με τον οποίο παράγεται τέχνη σε αναφορά ή σε διάσταση με τοπικές παραδόσεις όσο και ο τρόπος με τον οποίο διάφορες κοινωνικές ομάδες αποφασίζουν να διαχειριστούν την “παράδοσή” τους, τα υλικά τεκμήρια της λεγόμενης “πολιτιστικής κληρονομιάς” τους. Το θέμα είναι με ποιους όρους γίνεται η διαχείριση της ιστορίας, της κληρονομιάς και της ταυτότητας παγκοσμίως. Αυτά είναι ερωτήματα που μας βοηθούν να διαπιστώσουμε διασυνδέσεις μεταξύ των επιστημονικών, των καλλιτεχνικών και των πολιτικών προβληματισμών».

• Μπορείτε να αναφερθείτε ιδιαίτερα στη δική μας πολιτιστική κληρονομιά και τη σχέση της με τη σύγχρονη τέχνη;

«Το τι θα πει “ελληνική πολιτιστική κληρονομιά” ή “ελληνική” τέχνη σε σύγκριση ας πούμε με την “αμερικανική” τέχνη, αν και πώς ορίζεται μια τέτοια “ελληνικότητα” και ποιος ελέγχει αυτούς τους ορισμούς και τις συνακόλουθες αξιολογήσεις είναι αρκετά περίπλοκο πρόβλημα. Ενα από τα κίνητρα, πάντως, για να ταξιδέψει κανείς στη Νέα Υόρκη είναι για να έρθει, μεταξύ άλλων, σε επαφή με τη σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή. Στην Ελλάδα, μάλλον θα έρθει να δει την Ακρόπολη. Κι όμως, η σύγχρονη τέχνη είναι ένα σημαντικό διακύβευμα, πολιτισμικό, πολιτικό αλλά και οικονομικό, σε έναν τόπο όπου η σημασία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στον προσδιορισμό της “ελληνικής” ταυτότητας παραμένει μεγάλη, και μάλιστα στις μέρες μας περισσότερο από ποτέ…».

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Η παρερμηνεία του αρχαίου παρελθόντος οδηγεί σε επικίνδυνα μορφώματα

• Αλήθεια, τι νόημα μπορεί να έχει η τέχνη σήμερα, έτσι όπως έχει γίνει η ζωή μας;

«Πολλά από αυτά που θίγουν οι σύγχρονοι καλλιτέχνες στα έργα τους αφορούν ούτως ή άλλως την καθημερινή ζωή. Εξάλλου διαπιστώνουμε συχνά ότι μια παρέμβαση αρχιτεκτονικού ή αισθητικού χαρακτήρα στον δημόσιο χώρο μπορεί να ανακινήσει ζητήματα πολιτικά κ.λπ. Από την άλλη, όμως, οι περισσότεροι από εμάς συνεχίζουμε να περιμένουμε κάτι “ωραίο” και “υψηλό” από την τέχνη. Ετσι, απέναντι σε πολλά έργα σύγχρονης τέχνης, που δεν έχουν τέτοιο χαρακτήρα και μοιάζουν ακατανόητα, τείνουμε να αναρωτιόμαστε “αυτό είναι τέχνη;”. Το πώς αξιολογούμε την τέχνη, τι ρόλο τής δίνουμε στην καθημερινή ζωή μας, έχει, πάντως, σημασία και ίσως κάπως μεγαλύτερη απ’ ό,τι νομίζουμε, για πολλούς λόγους…».

• Δηλαδή;

«Το ζήτημα της “ελληνικότητας”, που προανέφερα, ή εν γένει της συμμετοχής σε μια κοινή ή διαφοροποιημένη “ευρωπαϊκή” ταυτότητα ή οτιδήποτε άλλο σχετικό διακυβεύεται και μέσω της τέχνης. Εικόνες ενός ένδοξου αρχαίου παρελθόντος μπορεί να παρεμποδίζουν τη συνειδητοποίηση των νέων όρων διαχείρισης της ζωής μας – οδηγώντας μάλιστα μερικούς, μέσω παρερμηνειών, να ενταχτούν σε επικίνδυνα νέα μορφώματα… Ωστόσο η σύγχρονη τέχνη που παράγεται στην Ελλάδα, όσο ανεπαρκή θεσμική στήριξη κι αν λαμβάνει, έχει τις δυνατότητες να μιλήσει για το σήμερα, να ανακινήσει ζητήματα που απασχολούν όλους…».

• Αλλωστε λόγω κρίσης έχουμε έρθει στην επικαιρότητα διεθνώς…

«Και η τέχνη που παράγεται εδώ έχει αποκτήσει ένα ενδιαφέρον κάπως “εξωτικό” για τους άλλους. Δεν είναι ανάγκη όμως να αναφέρεται κανείς άμεσα στην κρίση με το έργο του. Οι ανακατατάξεις αξιών τις οποίες βιώνουμε (οικονομικών, ηθικών κ.λπ.) μπορούν να διηθηθούν μέσω καλλιτεχνικών διεργασιών, δίνοντας την ευκαιρία στον καθένα να επεξεργαστεί λίγο διαφορετικά, προσωπικά ή και συλλογικά, όσα καταιγιστικά μάς συμβαίνουν. Για παράδειγμα, ένα από τα πολλά workshops που θα λάβουν χώρα στην Μπιενάλε της Αθήνας με τον επίκαιρο τίτλο “Αγορά”, το οποίο θα συντονίζω, έχει θέμα την “αξία”. Σε μια παρόμοια προοπτική έχουμε συγκροτήσει, εδώ και δύο χρόνια, μια ομάδα εικαστικών καλλιτεχνών και κοινωνικών επιστημόνων, τις “Φωνές”. Το ενδιαφέρον μιας τέτοιας συνεργασίας συνδέεται άμεσα με την πολιτική και ηθική διάσταση της συνειδητοποίησης του τι σημαίνει να έχει ή να μην έχει κανείς “φωνή” αυτή την περίοδο, να μπορεί να απευθυνθεί και να ακουστεί…».

• Ακούγεται λίγο δύσκολο εγχείρημα σε αυτή τη συγκυρία;

«Και για έναν λόγο επιπλέον: επειδή μεγαλώσαμε, στα πανεπιστήμια και στην κοινωνία, χωρίς να αναπτύξουμε ένα ήθος πραγματικού και ουσιαστικού διαλόγου για ορισμένα πράγματα, που θα επέτρεπε και την εποικοδομητική κριτική… Και μέσα στις αντίξοες συνθήκες που διαμορφώνονται τώρα, δεν ενθαρρύνεται καθόλου μια διάθεση ερευνητική… Στηρίζοντας τις “Φωνές” με τη συμμετοχή μας απαντάμε έμμεσα στην κατάσταση που ζούμε, με έναν τρόπο δημιουργικό που μας επιτρέπει η τέχνη».

• Η ανθρωπολογία τι σχέση έχει με όλα αυτά;

«Εξαρτάται πώς αντιλαμβάνεται κανείς το τι σημαίνει «ανθρωπολογία» και γιατί να την ακολουθήσει. Αν αφορά μια γνώση για τη διαφορετικότητα, βάσει της οποίας επεξεργάζεται κανείς ένα ήθος στις σχέσεις του με τους άλλους όσο και με τον ίδιο του τον εαυτό -αυτά είναι αδιαχώριστα– ίσως διακρίνεται εδώ η δυνατότητα κριτικής ανατροπής των καθιερωμένων, η διάθεση για μια ελάχιστη μετατόπιση που μας επιτρέπει να δούμε τη ζωή μας λίγο διαφορετικά».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου