Χρήστος Παρίδης LIFO 3/4/2013
Ήθελα πάντα να δω τα
πράγματα με τα δικά μου μάτια. Έβγαινα από ένα γραμματιζούμενο σπίτι, άκουγα,
μάθαινα, αλλά ήθελα να εξακριβώνω. Τα ταξίδια, κατά τα άλλα, δεν μου αρέσουν
καθόλου. Ταξιδεύω από αδήριτη ανάγκη. Δεν πιστεύω τίποτα προτού το ψάξω μέχρις
εσχάτων. Για να καταλάβω λίγο πολύ ποια είμαι εγώ. Και θέλω να το κάνω μόνη
μου. Ούτε να μου το πει ο πατέρας μου ή ο καθηγητής, ούτε το κάκιστο σχολικό
βιβλίο, το οποίο παραμένει ουσιαστικά το ίδιο από την εποχή του Όθωνα. Από
μικρή χρειαζόμουν να τοποθετώ τα ιστορικά γεγονότα στον γεωγραφικό τους χώρο
και να τον βλέπω κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Έκανα απίστευτα ταξίδια.
Έφτασα μέχρι τον Πόντο σε άγριες εποχές. Ένιωθα ότι πρέπει να μετρήσω επιτόπου
αυτή την ανυπολόγιστη κληρονομιά. Να γίνω συγκληρονόμος. Όλοι έχουν άποψη για
την ιστορία. Έχει κανείς άποψη για τα μαθηματικά; Όχι! Πώς τσαλαβουτάνε στην
ιστορία χωρίς να είναι επιστήμονες; Μία από τις αγκυλώσεις είναι ότι οι Έλληνες
δεν μπορούν και δεν θέλουν να καταλάβουν την έννοια της αυτοκρατορίας. Ο
εθνάρχης Καραμανλής γεννήθηκε Οθωμανός υπήκοος. Κανείς δεν το θυμήθηκε ποτέ.
Ούτε ο ίδιος. Μα και τους τουρκόφωνους ελληνορθόδοξους τους κρύψαμε επιμελώς
επί δεκαετίες. Καππαδόκες, Πόντιοι από τουρκόφωνα μέρη και τόσοι άλλοι
χρειάστηκε να κόψουν τη γλώσσα τους, να αλλάξουν τα επίθετά τους. Αλλά και το
θέμα της Αρβανιτιάς, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ιστορίας μας, το κρύβουμε
σαν την γάτα. Διάφοροι «μπροστάρηδες» ξεσηκώνουν ή αποπροσανατολίζουν τον κόσμο
και στο μεταξύ από τα σχολικά βιβλία λείπουν τα Ιόνια, η Μακεδονία, τα
Δωδεκάνησα, η Ήπειρος, η Θράκη, η Κρήτη. Ελάχιστες αναφορές και κανείς δεν
διαμαρτύρεται. Τον πολιτισμό τον χρωστάμε στο εμπόριο. Τι είναι το εμπόριο; Η
ανάγκη προϊόντων («αγαθών») που δεν χρειαζόμαστε. Ειδάλλως, είμαστε αυτάρκεις.
Αλλά δεν σου φτάνουν το στάρι και η σαρδέλα. Θέλεις και τον κέδρο από τον Λίβανο.
Από εκεί αρχίζει το αλισβερίσι. Είναι μαγευτικό πράγμα το εμπόριο κι εμείς, οι
διανοούμενοι, το έχουμε καταφρονημένο, ενώ του οφείλουμε τα πάντα. Σκέψου τους
Έλληνες που έπειθαν τους βαρβάρους ότι αν δεν είχαν τουλάχιστον ένα ελληνικό
αγγείο στον τάφο τους, δεν άξιζαν τίποτα. Και βρίσκεις αττικά αγγεία ως τα βάθη
της Ασίας. Οι Έλληνες είμαστε φυλή με σημαντικές ιδιότητες και αρετές. Αλλά και
μερικά τρομερά ελαττώματα, χάρη στα οποία επιζήσαμε. Ένα από αυτά είναι ότι δεν
δεχόμαστε κανένα νόμο. Αυτό το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;» το είχαμε πάντα.
Μόνο στον φόβο κάνουμε πίσω. Οι Έλληνες είναι φοβητσιάρηδες. Υπάρχει, πάντως,
ένα είδος συνέχειας πολιτιστικού DNA και οι ξένοι που έρχονται εδώ μέσα σε
διάστημα 30-40 χρόνων αφομοιώνονται. Έτσι έγινε και μ' εμάς, τους Αρβανίτες,
που ήρθαμε πριν από αιώνες, έτσι θα αφομοιωθούν και οι Αλβανοί που ήρθαν το
'90. Μέχρι πριν από δύο χρόνια πήγαινα στην Πόλη κάθε μήνα. Αν δεν πήγαινα, μου
έλειπε φοβερά. Τώρα πια νιώθω ξένη. Το ίδιο ξένη αισθάνομαι και σε τούτη την Ελλάδα.
Όταν πέθανε ο Μάνος Χατζιδάκις, ήταν σαν να τέλειωσε για μένα η ελληνική ζωή.
Έχω δει θάλασσες που δεν υπάρχουν πια. Είδα την Ελλάδα να καταστρέφεται
ολοσχερώς. Έχω ευθύνη κι εγώ, όπως όλη η γενιά μου. Παρακολούθησα και την
Τουρκία να τινάζεται στον αέρα. Τη Συρία να τουριστικοποιείται και να αλλάζει η
ανθρωπογεωγραφία της. Στη Συρία είχα βιώσει την οικουμενικότητα, τον σεβασμό
ανάμεσα σε μουσουλμάνους και χριστιανούς. Εκεί όπου μέχρι πριν από λίγα χρόνια
σε σκλάβωνε η απλότητα, η αφέλεια, η ζωντανή παράδοση, η απίστευτη αξιοπρέπεια
της φτώχειας, τώρα υπάρχουν μόνο συντρίμμια. Εξακολουθώ, όμως, να αισθάνομαι
Αθηναία και ντρέπομαι πάρα πολύ για ό,τι έγινε τον περσινό Φεβρουάριο στην πόλη
μου. Για μερικές ώρες ζήσαμε την πλήρη εκτροπή. Η πυρπόληση του κέντρου σήμαινε
την κατάλυση οποιασδήποτε πολιτικής εξουσίας. Φτάσαμε στο τέλος. Ως μία
υπερφίαλη, επιφανειακή, κοινωνία το λησμονήσαμε κι αυτό, σαν να ήταν μια μπόρα
που γκρέμισε κάποια γέφυρα του Κηφισού. Κράτος χωρίς πρωτεύουσα δεν υπάρχει,
και πρωτεύουσα χωρίς κέντρο δεν υπάρχει. Είμαστε πολίτες χωρίς πόλη. Δίχως
σημεία αναφοράς. Ο δημόσιος χώρος συρρικνώθηκε απελπιστικά. Προχθές έκλεισε το
βιβλιοπωλείο της Εστίας. Είχα χρόνια να πάω, αλλά ήξερα ότι ήταν εκεί. Στο
βιβλιοβασίλειο της Σόλωνος. Παρ' όλα αυτά, είμαι ευτυχής που δεν μετανάστευσα
το '79-'80, όπως σχεδίαζα, καθώς με έπνιγε από τότε ο τόπος. Γερνώντας στην
Αθήνα, απολαμβάνω κάθε μέρα και πιο πολύ το αναντικατάστατο κλίμα της. Το
μοναδικό της φως. Αν μας συνδέει κάτι με το παρελθόν, αν μας παρηγορεί κάτι για
το παρόν, είναι το φως και το κλίμα. Αυτό «το φως το αληθινόν» που δοξάζουμε το
Πάσχα το χαιρόμαστε καθημερινά στην Αθήνα. Το ρουφάω με ευγνωμοσύνη και πιστεύω
πως δεν έχουμε άλλη σωτηρία.
Το βιβλίο της Μαριάννας Κορομηλά, Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα,
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της Πολιτιστικής Εταιρείας Πανόραμα, ενώ από τις
εκδόσεις Άγρα κυκλοφορούν τα Εν τω Σταδίω και Ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι
του Οδυσσέα. Πηγή: www.lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου