Αναδρομική του Ρίτσαρντ Χάμιλτον στην Tate Modern
Ο
Ρίτσαρντ Χάμιλτον πέθανε την ίδια χρονιά (2011) με τον Λούσιαν Φρόιντ.
Hταν 89 χρόνων. Η βρετανική τέχνη έχασε μαζί δύο μεγάλους εκπροσώπους
της. Κι ενώ κάποιοι ιερόσυλοι υποστηρίζουν ότι σήμερα ο Φρόιντ φαίνεται
ξεπερασμένος, ο Χάμιλτον περνάει μέρες δόξας και το έργο του
επανεκτιμάται, όχι μόνο ως σύμπτωμα μιας εποχής. Διότι δεν είναι άλλος
από τον πατέρα της βρετανικής pop art, που ποτέ δεν έπαψε να
πειραματίζεται στη διάρκεια μιας καριέρας 60 χρόνων. Ηταν ο πρώτος
Βρετανός που αγκάλιασε την εννοιολογική τέχνη και την ψηφιακή
τεχνολογία, αυτός που άνοιξε τον δρόμο για τους Young British Artists
τρεις δεκαετίες αργότερα.Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η Tate Modern αποφάσισε για πρώτη φορά να τον τιμήσει με μια ρετροσπεκτίβα, που εγκαινιάζεται σήμερα, ενώ το ενδιαφέρον κοινού και μίντια είναι μεγάλο. Φιλοξενεί μεγάλο εύρος έργων του, από τις πρώιμες απόπειρές του στο ντιζάιν (δεκαετία του ’50) μέχρι τους πίνακες της τελευταίας χρονιάς της ζωής του. Οι επιμελητές αποφάσισαν να εξερευνήσουν κάθε πτυχή του: το ντιζάιν, τη ζωγραφική, τη φωτογραφία, την τηλεόραση, την πολιτική καθώς και τις επιρροές και συνεργασίες του με άλλους καλλιτέχνες (από τον Φρα Αντζέλικο και τον Μαρσέλ Ντισάν μέχρι τον Ντίτερ Ροτ).
Κέντρο της έκθεσης είναι η εγκατάσταση «Fun House», έργο του 1956, ένα δωμάτιο γεμάτο με εικόνες από περιοδικά, πόστερ ταινιών και… ιστορία τέχνης. Μια αστεία φέτα της μοντέρνας εποχής, του πολιτισμού τού γκλάμουρ και τής λατρείας τής διασημότητας. Το συμπληρώνει ακόμα ένα κομβικό έργο για τη σύγχρονη βρετανική τέχνη, το κολάζ «Just what is it that makes today’s homes so different, so appealing?» (2,60 μ. x 2,48 μ.), έργο του 1955, που παρουσιάζει έναν μυώδη άνδρα με σλιπάκι να επιδεικνύει τη ρώμη του σε ένα σαλόνι.
Οι θεατές βλέπουν ακόμα τον Τζάγκερ στο «Swingeing London 67» (1968-69), που ο Χάμιλτον βάσισε σε φωτογραφία από εφημερίδα. Ο Μικ οδηγείται με χειροπέδες στο δικαστήριο μαζί με τον έμπορο τέχνης Ρόμπερτ Φρέιζερ, με την κατηγορία της χρήσης ναρκωτικών. O τίτλος, ένα λογοπαίγνιο, χρησιμοποιεί τον όρο «swinging London» (γλεντζέδικο Λονδίνο) σε συνδυασμό με την επιμονή του δικαστή να τους επιβληθεί «swingeing penalty» (βαρύτατη ποινή), συμβολίζοντας την αντεπίθεση των ηθικολόγων στη φιλελευθεροποίηση της εποχής. Σε άλλα έργα του ο Χάμιλτον απεικονίζει τον Μπινγκ Κρόσμπι, τη Μέριλιν Μονρόε, τη Θάτσερ και τον Τόνι Μπλερ («Shock and Awe», 2010), αφού πάντα ενδιαφερόταν για την πολιτική και τα κινήματα.
Ποτέ δεν δέχτηκε τον όρο «πατέρας της βρετανικής ποπ αρτ». Ηθελε απλώς να βάλει στη δουλειά του κάθε πλευρά της ζωής. Και πίστευε ότι η τέχνη πρέπει να είναι «λαϊκή, πρόσκαιρη, αναλώσιμη, πνευματώδης, σέξι, χαμηλού κόστους και μαζικής παραγωγής και να ξέρει να τραβάει με κόλπα το ενδιαφέρον του κόσμου».
*INFO: Διάρκεια έως 26 Μαΐου.
Επιμ.: Β. Γεωργ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου