Κωστούλα Tωμαδάκη
Στα χρόνια της δικτατορίας πολλοί διανοούμενοι αντιστάθηκαν, έβαλαν το πνεύμα μπροστά και πήραν την πένα τους. Ο Μανώλης Αναγνωστάκης, ο Γιάννης Ρίτσος κ.ά. Από κοντά και κάποιοι εμπνευσμένοι και άφοβοι εκδότες, που κυκλοφόρησαν παράνομα τον αριστερό λόγο.
Ήταν η δεκαετία του ’60. Τα μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη έκοβαν εισιτήρια, το συρτάκι έγραφε τον εθνικό μας μύθο κάτω από τον βράχο της Ακρόπολης και οι φοιτητές ζητούσαν το 15% για την Παιδεία τραγουδώντας το «Βιετνάμ γιε, γιε».
Η ΕΔΑ ήθελε να βοηθήσει τον Παπανδρέου παρά τις διαφωνίες μέσα στο κόμμα και στα πολιτιστικά επικρατούσε παροξυσμός. Απόγευμα του ’65. Σε γνωστό θέατρο της Ιπποκράτους ο κόσμος σχηματίζει ουρές. Είναι η ιστορική συνάντηση τριών ηγετικών μορφών των γραμμάτων μας. Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης παρουσιάζει για πρώτη φορά το εμβληματικό «Μαουτχάουζεν». Μια αξέχαστη βραδιά. Τα τέσσερα ποιήματα μελοποιημένα από τον Μίκη Θεοδωράκη έπειτα από προτροπή του Μίμη Δεσποτίδη, ηγετικής μορφής της Αριστεράς, θα συγκλονίσουν τους θεατές και θα δώσουν την ατμόσφαιρα του κλίματος που έρχεται. Τα Ιουλιανά είναι προ των πυλών.
Τα καλύτερά μας χρόνια
«Τα καλύτερά μου χρόνια μπήκα σε έναν κόσμο ιδεαλιστών, που απαρτιζόταν από τη Νανά Καλλιανέση του Κέδρου, τον Χατζόπουλο των εκδόσεων Κάλβος. Υπήρχε τότε ένας ενθουσιασμός και, όσο κι αν ακούγεται κοινότοπο, είχαμε πίστη σε έναν καλύτερο κόσμο. Κατεβήκαμε στους δρόμους, πιστέψαμε, ματώσαμε» εξομολογείται ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς, ο οποίος μπήκε στον χώρο του βιβλίου το 1962, δουλεύοντας ως βιβλιοπώλης στις εκδόσεις Δωδώνη.
Στο ισόγειο γραφείο της οδού Ευριπίδου, ο Νίκος και η Νανά Καλλιανέση έχουν ήδη δημιουργήσει τον εκδοτικό οίκο Κέδρο (1954). Εκείνος είναι ένας δημοκράτης πλωτάρχης του Πολεμικού Ναυτικού με πλούσια δράση εναντίον του Άξονα και εκείνη, η Νανά Καλλιανέση (Σταματίου, το πατρικό της), κόρη αρχοντικής οικογένειας, με εξορία στη Χίο, το Τρίκερι, τη Μακρόνησο. Μέσα σε μια δεκαετία ο Κέδρος έχει γίνει καταφύγιο των αριστερών συγγραφέων. Εκεί θα στεριώσει ο Βάρναλης, ο Τσίρκας, ο Ρίτσος, ο Πατρίκιος, ο Κάσδαγλης, η Αξιώτη και μετά το 1971 η Ζέη, ο Φραγκιάς, ο Αλεξάνδρου, ο Κουμανταρέας.
Το 1963 το «στρατηγείο» της Νανάς Καλλιανέση μεταφέρεται στη στοά Πανεπιστημίου και Χαριλάου Τρικούπη. Έχουν ήδη προστεθεί και άλλοι αριστεροί συγγραφείς στο δυναμικό του εκδοτικού οίκου. Η φοιτητική εφημερίδα «Πανσπουδαστική» κυκλοφορεί με αφιέρωμα στον Μικελάντζελο Αντονιόνι για την ταινία «Περιπέτεια» και εξώφυλλο τη Μόνικα Βίτι. Οι πολιτικοποιημένοι νέοι ακούνε Θεοδωράκη, πηγαίνουν στις μπουάτ της Πλάκας και διαβάζουν τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» του Στρατή Τσίρκα. Ο ελληνικός κινηματογράφος αναζητάει ταυτότητα μακριά από τις ψυχαγωγικές ταινίες των χολιγουντιανών προδιαγραφών και των χιλιάδων εισιτηρίων. Οι ταινίες των νέων δημιουργών, όπως το «Πρόσωπο με πρόσωπο» του Ροβήρου Μανθούλη, «Με τη λάμψη στα μάτια» του Πάνου Γλυκοφρύδη, «Έκδρομή» του Τάκη Κανελλόπουλου, ξεπερνούν τα εθνικά σύνορα και κερδίζουν διεθνείς διακρίσεις. Μια ομάδα θεωρητικών και κριτικών του κινηματογράφου, που αντιμετωπίζουν το σινεμά ως καλλιτεχνική δημιουργία, θα εκδώσουν το περιοδικό «Ελληνικός Κινηματογράφος» (1966). Με μαχητικό πνεύμα, η έκδοση, που υποστηρίχτηκε από τον Μίμη Δεσποτίδη, θα παρέμβει στο σινεμά και θα επισημάνει την ύπαρξη των «ταινιών ποιότητας». Ο Βασίλης Ραφαηλίδης θα γράψει ένα επικριτικό άρθρο για τα γεγονότα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1966, όπου το βραβείο καλύτερης ταινίας δόθηκε στον παραγωγό Τζέιμς Πάρις. Τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου οι χουντικοί θα καταλάβουν με πραξικόπημα τη δημοκρατία. Το έκτο τεύχος του «Ελληνικού Κινηματογράφου» θα μείνει για πάντα στο τυπογραφείο. Ο Βασίλης Ραφαηλίδης θα συλληφθεί και πολλά χρόνια μετά θα γράψει για το κολαστήριο της Μπουμπουλίνας: «Ήταν σκοτάδι πίσσα εκεί μέσα.
Ευτυχώς, να λες, που ήμουν δεμένος με τον Περικλή Κοροβέση – πάντα με τον Περικλή θα με δένουν από ’δώ και πέρα σε κάθε μετακίνηση. Ίσως γιατί στην πρεμιέρα ήμασταν πολύ καλοί σαν ζευγάρι κωμικών. Ασουλούπωτοι και οι δύο, άνθρωποι με χιούμορ και οι δύο, προσφέραμε θέαμα υψηλής ποιότητας στο εθνικό θέατρο του παραλόγου».
Το καθεστώς των συνταγματαρχών θα κλείσει τον εκδοτικό οίκο Θεμέλιο. Ο Δημήτρης Δεσποτίδης, ο θείος Μίμης του Σαββόπουλου, μαζί με μια ομάδα φωτισμένων (Δημήτρης Ραυτόπουλος, Θόδωρος Μαλικιώσης, Στάθης Δρομάζος, Τίτος Πατρίκιος, Φίλιππος Ηλιού), υπήρξε από τους πρωτεργάτες της «Πολιτιστικής Άνοιξης» της Αριστεράς και ήξερε από ξερονήσια και εξορίες. «Έβρισκα παρηγοριά κι ελπίδα στο Θεμέλιο, με τα βιβλία, με τα σχέδια του Δ. Δεσποτίδη. Ήταν ο δικός μας Πέτρος της ΕΠΟΝ» θυμάται η Άλκη Ζέη.
Μέρες Αντίστασης
Κόντρα στη σιωπή και στο σκοτάδι της χούντας, μια ομάδα νεαρών αριστερών θα δώσει το πνεύμα μιας «νέας» Αριστεράς. Ο Γιώργος Χατζόπουλος, υφαντουργός, με σπουδές στη Νομική, παλιό μέλος της ΕΔΑ που είχε εξοριστεί στη Γυάρο, κατάφερε και συσπείρωσε στον Κάλβο τη νέα γενιά των αριστερών λογοτεχνών που είχαν ανοιχτό διάλογο με το εργατικό και φοιτητικό κίνημα. «Ήταν μέρες συγκλονιστικές» θυμάται ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Γιώργος Μιχαηλίδης. «Έρχονταν στα γραφεία του Κάλβου δεκάδες φοιτητές κάθε μέρα και μας βοηθούσαν να διπλώνουμε τα φύλλα των βιβλίων με τσατσάρα». Ο νεανικός ενθουσιασμός και η Ανανεωτική Αριστερά θα μεταφέρει στην Ελλάδα τις κοσμογονικές αλλαγές της δεκαετίας του ’60. Καταμεσής της χούντας, στον Κάλβο, στον Στοχαστή, στον Οδυσσέα μεταφράζονται έργα του Μπρεχτ, του Μαρκούζε, του Κούντερα, του Παζολίνι. Ταυτόχρονα, έχουμε νέες μεταφράσεις του Μακιαβέλι, του Τόμας Μουρ και διαφορετικές προσεγγίσεις της ελληνικής Ιστορίας όπως η περίπτωση του ιστορικού Τάκη Σταματόπουλου, ο οποίος, απαλλαγμένος από μικροαστικές ιδιοτέλειες, εμβαθύνει κριτικά στα γεγονότα της Επανάστασης του 1821. Στο «Αρχειοτάξιο», το περιοδικό των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ), στο τεύχος 14, αποτυπώνεται διεξοδικά ο εκδοτικός οργασμός εκείνων των ημερών (1950-1974). Ο Γιάννης Ρίτσος γράφει συνεχώς σε συνθήκες παρανομίας. Τα ηχογραφημένα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη κυκλοφορούν παράνομα από χέρι σε χέρι στους δρόμους και στις πλατείες. Ο Παύλος Ζάννας, κρατούμενος στις φυλακές της Αίγινας, μεταφράζει το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ.
Το «Ημερολόγιο μιας εβδομάδας» γράφτηκε από τον Γιάννη Ρίτσο τις ημέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Στις 15 Νοεμβρίου ο ποιητής θα βρεθεί στις πρώτες γραμμές της διαδήλωσης που ξεκίνησε από το Πολυτεχνείο και έφτασε στην πλατεία Κλαυθμώνος. Η Πανεπιστημίου κλείνει από τους διαδηλωτές. Ο ποιητής μπλοκάρεται στους φράχτες που έχουν στήσει οι αστυνομικές δυνάμεις. Τα βήματά του θα τον οδηγήσουν στη στοά (Πανεπιστημίου και Χαριλάου Τρικούπη), στα γραφεία του ιστορικού οίκου Κέδρος. Λίγο αργότερα, στο σπίτι της Νανάς Καλλιανέση, θα ακούσουν τον παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό που έχει στηθεί στο ΕΜΠ. Κορίτσια και αγόρια σηκώνουν τη σημαία της αντίστασης. Καλούν τον λαό σε «ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ». Αίμα, φωτιά, καπνός, πυροβολισμοί. Ο ποιητής θα συγκλονιστεί από τον παλμό και τη δύναμη της φοιτητικής νεολαίας, από τους «μικρούς ακροβάτες με τα μεγάλα παπούτσια μ’ έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο». Ήταν η αρχή του τέλους της δικτατορίας.
Ήταν η δεκαετία του ’60. Τα μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη έκοβαν εισιτήρια, το συρτάκι έγραφε τον εθνικό μας μύθο κάτω από τον βράχο της Ακρόπολης και οι φοιτητές ζητούσαν το 15% για την Παιδεία τραγουδώντας το «Βιετνάμ γιε, γιε».
Η ΕΔΑ ήθελε να βοηθήσει τον Παπανδρέου παρά τις διαφωνίες μέσα στο κόμμα και στα πολιτιστικά επικρατούσε παροξυσμός. Απόγευμα του ’65. Σε γνωστό θέατρο της Ιπποκράτους ο κόσμος σχηματίζει ουρές. Είναι η ιστορική συνάντηση τριών ηγετικών μορφών των γραμμάτων μας. Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης παρουσιάζει για πρώτη φορά το εμβληματικό «Μαουτχάουζεν». Μια αξέχαστη βραδιά. Τα τέσσερα ποιήματα μελοποιημένα από τον Μίκη Θεοδωράκη έπειτα από προτροπή του Μίμη Δεσποτίδη, ηγετικής μορφής της Αριστεράς, θα συγκλονίσουν τους θεατές και θα δώσουν την ατμόσφαιρα του κλίματος που έρχεται. Τα Ιουλιανά είναι προ των πυλών.
Τα καλύτερά μας χρόνια
«Τα καλύτερά μου χρόνια μπήκα σε έναν κόσμο ιδεαλιστών, που απαρτιζόταν από τη Νανά Καλλιανέση του Κέδρου, τον Χατζόπουλο των εκδόσεων Κάλβος. Υπήρχε τότε ένας ενθουσιασμός και, όσο κι αν ακούγεται κοινότοπο, είχαμε πίστη σε έναν καλύτερο κόσμο. Κατεβήκαμε στους δρόμους, πιστέψαμε, ματώσαμε» εξομολογείται ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς, ο οποίος μπήκε στον χώρο του βιβλίου το 1962, δουλεύοντας ως βιβλιοπώλης στις εκδόσεις Δωδώνη.
Στο ισόγειο γραφείο της οδού Ευριπίδου, ο Νίκος και η Νανά Καλλιανέση έχουν ήδη δημιουργήσει τον εκδοτικό οίκο Κέδρο (1954). Εκείνος είναι ένας δημοκράτης πλωτάρχης του Πολεμικού Ναυτικού με πλούσια δράση εναντίον του Άξονα και εκείνη, η Νανά Καλλιανέση (Σταματίου, το πατρικό της), κόρη αρχοντικής οικογένειας, με εξορία στη Χίο, το Τρίκερι, τη Μακρόνησο. Μέσα σε μια δεκαετία ο Κέδρος έχει γίνει καταφύγιο των αριστερών συγγραφέων. Εκεί θα στεριώσει ο Βάρναλης, ο Τσίρκας, ο Ρίτσος, ο Πατρίκιος, ο Κάσδαγλης, η Αξιώτη και μετά το 1971 η Ζέη, ο Φραγκιάς, ο Αλεξάνδρου, ο Κουμανταρέας.
Το 1963 το «στρατηγείο» της Νανάς Καλλιανέση μεταφέρεται στη στοά Πανεπιστημίου και Χαριλάου Τρικούπη. Έχουν ήδη προστεθεί και άλλοι αριστεροί συγγραφείς στο δυναμικό του εκδοτικού οίκου. Η φοιτητική εφημερίδα «Πανσπουδαστική» κυκλοφορεί με αφιέρωμα στον Μικελάντζελο Αντονιόνι για την ταινία «Περιπέτεια» και εξώφυλλο τη Μόνικα Βίτι. Οι πολιτικοποιημένοι νέοι ακούνε Θεοδωράκη, πηγαίνουν στις μπουάτ της Πλάκας και διαβάζουν τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» του Στρατή Τσίρκα. Ο ελληνικός κινηματογράφος αναζητάει ταυτότητα μακριά από τις ψυχαγωγικές ταινίες των χολιγουντιανών προδιαγραφών και των χιλιάδων εισιτηρίων. Οι ταινίες των νέων δημιουργών, όπως το «Πρόσωπο με πρόσωπο» του Ροβήρου Μανθούλη, «Με τη λάμψη στα μάτια» του Πάνου Γλυκοφρύδη, «Έκδρομή» του Τάκη Κανελλόπουλου, ξεπερνούν τα εθνικά σύνορα και κερδίζουν διεθνείς διακρίσεις. Μια ομάδα θεωρητικών και κριτικών του κινηματογράφου, που αντιμετωπίζουν το σινεμά ως καλλιτεχνική δημιουργία, θα εκδώσουν το περιοδικό «Ελληνικός Κινηματογράφος» (1966). Με μαχητικό πνεύμα, η έκδοση, που υποστηρίχτηκε από τον Μίμη Δεσποτίδη, θα παρέμβει στο σινεμά και θα επισημάνει την ύπαρξη των «ταινιών ποιότητας». Ο Βασίλης Ραφαηλίδης θα γράψει ένα επικριτικό άρθρο για τα γεγονότα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1966, όπου το βραβείο καλύτερης ταινίας δόθηκε στον παραγωγό Τζέιμς Πάρις. Τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου οι χουντικοί θα καταλάβουν με πραξικόπημα τη δημοκρατία. Το έκτο τεύχος του «Ελληνικού Κινηματογράφου» θα μείνει για πάντα στο τυπογραφείο. Ο Βασίλης Ραφαηλίδης θα συλληφθεί και πολλά χρόνια μετά θα γράψει για το κολαστήριο της Μπουμπουλίνας: «Ήταν σκοτάδι πίσσα εκεί μέσα.
Ευτυχώς, να λες, που ήμουν δεμένος με τον Περικλή Κοροβέση – πάντα με τον Περικλή θα με δένουν από ’δώ και πέρα σε κάθε μετακίνηση. Ίσως γιατί στην πρεμιέρα ήμασταν πολύ καλοί σαν ζευγάρι κωμικών. Ασουλούπωτοι και οι δύο, άνθρωποι με χιούμορ και οι δύο, προσφέραμε θέαμα υψηλής ποιότητας στο εθνικό θέατρο του παραλόγου».
Το καθεστώς των συνταγματαρχών θα κλείσει τον εκδοτικό οίκο Θεμέλιο. Ο Δημήτρης Δεσποτίδης, ο θείος Μίμης του Σαββόπουλου, μαζί με μια ομάδα φωτισμένων (Δημήτρης Ραυτόπουλος, Θόδωρος Μαλικιώσης, Στάθης Δρομάζος, Τίτος Πατρίκιος, Φίλιππος Ηλιού), υπήρξε από τους πρωτεργάτες της «Πολιτιστικής Άνοιξης» της Αριστεράς και ήξερε από ξερονήσια και εξορίες. «Έβρισκα παρηγοριά κι ελπίδα στο Θεμέλιο, με τα βιβλία, με τα σχέδια του Δ. Δεσποτίδη. Ήταν ο δικός μας Πέτρος της ΕΠΟΝ» θυμάται η Άλκη Ζέη.
Μέρες Αντίστασης
Κόντρα στη σιωπή και στο σκοτάδι της χούντας, μια ομάδα νεαρών αριστερών θα δώσει το πνεύμα μιας «νέας» Αριστεράς. Ο Γιώργος Χατζόπουλος, υφαντουργός, με σπουδές στη Νομική, παλιό μέλος της ΕΔΑ που είχε εξοριστεί στη Γυάρο, κατάφερε και συσπείρωσε στον Κάλβο τη νέα γενιά των αριστερών λογοτεχνών που είχαν ανοιχτό διάλογο με το εργατικό και φοιτητικό κίνημα. «Ήταν μέρες συγκλονιστικές» θυμάται ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Γιώργος Μιχαηλίδης. «Έρχονταν στα γραφεία του Κάλβου δεκάδες φοιτητές κάθε μέρα και μας βοηθούσαν να διπλώνουμε τα φύλλα των βιβλίων με τσατσάρα». Ο νεανικός ενθουσιασμός και η Ανανεωτική Αριστερά θα μεταφέρει στην Ελλάδα τις κοσμογονικές αλλαγές της δεκαετίας του ’60. Καταμεσής της χούντας, στον Κάλβο, στον Στοχαστή, στον Οδυσσέα μεταφράζονται έργα του Μπρεχτ, του Μαρκούζε, του Κούντερα, του Παζολίνι. Ταυτόχρονα, έχουμε νέες μεταφράσεις του Μακιαβέλι, του Τόμας Μουρ και διαφορετικές προσεγγίσεις της ελληνικής Ιστορίας όπως η περίπτωση του ιστορικού Τάκη Σταματόπουλου, ο οποίος, απαλλαγμένος από μικροαστικές ιδιοτέλειες, εμβαθύνει κριτικά στα γεγονότα της Επανάστασης του 1821. Στο «Αρχειοτάξιο», το περιοδικό των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ), στο τεύχος 14, αποτυπώνεται διεξοδικά ο εκδοτικός οργασμός εκείνων των ημερών (1950-1974). Ο Γιάννης Ρίτσος γράφει συνεχώς σε συνθήκες παρανομίας. Τα ηχογραφημένα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη κυκλοφορούν παράνομα από χέρι σε χέρι στους δρόμους και στις πλατείες. Ο Παύλος Ζάννας, κρατούμενος στις φυλακές της Αίγινας, μεταφράζει το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ.
Το «Ημερολόγιο μιας εβδομάδας» γράφτηκε από τον Γιάννη Ρίτσο τις ημέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Στις 15 Νοεμβρίου ο ποιητής θα βρεθεί στις πρώτες γραμμές της διαδήλωσης που ξεκίνησε από το Πολυτεχνείο και έφτασε στην πλατεία Κλαυθμώνος. Η Πανεπιστημίου κλείνει από τους διαδηλωτές. Ο ποιητής μπλοκάρεται στους φράχτες που έχουν στήσει οι αστυνομικές δυνάμεις. Τα βήματά του θα τον οδηγήσουν στη στοά (Πανεπιστημίου και Χαριλάου Τρικούπη), στα γραφεία του ιστορικού οίκου Κέδρος. Λίγο αργότερα, στο σπίτι της Νανάς Καλλιανέση, θα ακούσουν τον παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό που έχει στηθεί στο ΕΜΠ. Κορίτσια και αγόρια σηκώνουν τη σημαία της αντίστασης. Καλούν τον λαό σε «ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ». Αίμα, φωτιά, καπνός, πυροβολισμοί. Ο ποιητής θα συγκλονιστεί από τον παλμό και τη δύναμη της φοιτητικής νεολαίας, από τους «μικρούς ακροβάτες με τα μεγάλα παπούτσια μ’ έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο». Ήταν η αρχή του τέλους της δικτατορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου