Η έκθεση «Design Motifs in Byzantine Art» στο Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης
Μοναδικής ομορφιάς, βρέθηκαν κυρίως σε τάφους.
Το μουσείο, που έσπευσε να τα αποκτήσει ήδη από το 1890, σπάνια τα
εκθέτει γιατί είναι υπερευαίσθητα. Τα μοτίβα τους δείχνουν τη συνέχεια
ανάμεσα σε αρχαιότητα και Βυζάντιο.
Της Αγνής Κατσιούλα
Μια εντυπωσιακή έκθεση με κοπτικά υφάσματα φιλοξενεί το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης (πτέρυγα 302). Δεκαπέντε μεσαιωνικά υφάσματα, υφαντικά κομμάτια από μεγαλύτερα σύνολα, αλλά και είδη ένδυσης τα οποία δημιουργήθηκαν μεταξύ του 4ου και του 9ου αιώνα, εμφανίζονται για πρώτη φορά συγκεντρωμένα κάτω από τον τίτλο «Design Motifs in Byzantine Art» (Διακοσμητικά Σχέδια στη Βυζαντινή Τέχνη).
Τα εκθέματα συνοδεύονται από φωτογραφίες αντικειμένων με παρόμοια σχέδια που βρίσκονται σε παραπλήσιες πτέρυγες του μουσείου. Στόχος, να αναγνωρίσουν οι θεατές τη δημοτικότητα των μοτίβων τους σε ολόκληρο τον βυζαντινό κόσμο – όχι μόνο σε κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, αλλά και σε ασημικά, καθημερινά κεραμικά, ψηφιδωτά δάπεδα και είδη πολυτελείας σκαλιστά σε ακριβό ελεφαντόδοντο.
Κόπτες ονομάστηκαν οι χριστιανικοί λαοί της κοιλάδας του Νείλου από τους Αραβες μετά τον 7ο αιώνα, μάλλον από παραφθορά του ελληνικού Αιγύπτιοι. Τα υφάσματα βρέθηκαν σε τάφους. Το ζεστό και ξηρό κλίμα της περιοχής βοήθησε στη διατήρηση των ίδιων αλλά και των χρωμάτων τους. Διασώθηκαν κυρίως χιτώνες και ρούχα που φορούσε ο νεκρός, αλλά και κομμάτια υφασμάτων που χρησίμευαν για ταπετσαρίες, διαχωριστικά παραπετάσματα και διακοσμητικά έργα τέχνης.
Τα λινά και μάλλινα υφάσματα είχαν αντικαταστήσει τα πολυτελή μεταξωτά των ελληνιστικών χρόνων. Επάνω τους μπορούσαν να έχουν ενυφασμένα και ραμμένα άλλα κομμάτια υφασμάτων με εξαιρετικής ποιότητας και χρωματικής ποικιλίας μορφές και σκηνές ελληνικής θεματολογίας. Ο Ηρακλής και ο Διόνυσος συνυπάρχουν με μούσες, με μοτίβα από το φυτικό και ζωικό βασίλειο, με σκηνές από την καθημερινή ζωή, αλλά και με κάθε είδους σταυρό, καθώς η τεχνοτροπία παραπέμπει στην παραδοσιακή ελληνιστική τέχνη της Αλεξάνδρειας.
Στα μάλλινα υφαντά σεντόνια συναντάμε τον ξανθό καλό ποιμένα, που κρατά προστατευτικά ένα αρνί. Φορά κίτρινο μικρό χιτώνα διακοσμημένο με μπλε ταινίες και στους ώμους του έχει ριγμένη μπλε χλαμύδα, ενδύματα που φοριούνται σε καθημερινές εργασίες. Επίσης βλέπουμε φύλλα αμπέλου σε καφέ ύφανση, που από μέσα τους αναδύονται δύο μοβ χαρούμενα πουλιά. Τα υδρόβια πουλιά, που επιπλέουν ανάμεσα σε χριστιανικά σύμβολα (σταυρούς, ρόδια και έλικες αμπέλου), ήταν τα σύμβολα της αφθονίας από την κλασική εποχή μέχρι και την ύστερη βυζαντινή τέχνη.
Τις περισσότερο εντυπωσιακές τεχνικές και απεικονίσεις τις συναντάμε στα άβαφα λινά υφάσματα. Πρόκειται για χιτώνες που φοριούνταν από όλες τις κοινωνικές τάξεις, κεντημένους με πολύχρωμο μαλλί και διακοσμημένους με άνθη και κουκουνάρια, σύμβολα ευημερίας και γονιμότητας. Αλλα κομμάτια, μάλλον από πουκάμισα, δείχνουν σε κόκκινο φόντο λεπτομέρειες από κυνήγι λιονταριού.
Τεχνικά και χρωματικά αψεγάδιαστες είναι και οι καλοδιατηρημένες μάλλινες και λινές ταπισερί.
Ενα χαρακτηριστικό σχέδιο, που δείχνει τη συνέχεια από την κλασική αρχαιότητα, είναι οι φυλλώδεις έλικες που πλαισιώνουν δώδεκα (αρχικά δεκαπέντε) προτομές με σάτυρους, μαινάδες, τον Πάνα και τον γενειοφόρο Ηρακλή να παρακολουθούν τον θεό Διόνυσο. Σε πολλές ταπισερί και παραπετάσματα συναντάμε μοτίβα από πέργολες που σχηματίζουν άνθη και που περικλείουν πουλιά σε εκπληκτικές αποχρώσεις. Η πιο αξιοπρόσεκτη ταπισερί είναι οι Νίκες, που κρατούν ένα κύπελλο με φρούτα, ενώ στο επάνω άκρο διατηρούνται ακόμα οι βρόχοι για την ανάρτησή της. Οι φτερωτές φιγούρες, σύμβολα της νίκης στην κλασική εποχή, παραπέμπουν τώρα σε αγγέλους. Ντυμένοι με ροζ, μπλε και πράσινα ενδύματα, φορώντας χρυσές κορόνες, φτερουγίζουν πάνω από πέργολα με άνθη λωτού και έντονα χρωματισμένα πουλιά.
Εξαιρετικός είναι κι ένας κρεμαστός πίνακας με την Ανοιξη – προέρχεται από το μεγαλύτερο κλωστοϋφαντουργικό κέντρο της Αιγύπτου, την Πανόπολη, που πήρε το όνομά της από τον θεό Πάνα. Κρατά λουλούδια, φορά μεγάλα μαργαριταρένια σκουλαρίκια και ένα διάδημα που ενισχύει τη βυζαντινή της ταυτότητα.
Ανάμεσα στα εκθέματα κι ένα ζευγάρι δερμάτινες μπότες, πολύ καλά διατηρημένες, ένα από τα πρώτα αποκτήματα του μουσείου.
Τα υπερευαίσθητα στο φως και το εξωτερικό περιβάλλον υφάσματα είναι καλά συντηρημένα, αλλά πολλά παρουσιάζονται στο κοινό για πρώτη φορά. Περιήλθαν στη συλλογή του Μητροπολιτικού Μουσείου το 1889 και το 1890 – από αγορές και δώρα συλλεκτών και χορηγών.
*INFO: Διάρκεια μέχρι 3 Αυγούστου.
Της Αγνής Κατσιούλα
Μια εντυπωσιακή έκθεση με κοπτικά υφάσματα φιλοξενεί το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης (πτέρυγα 302). Δεκαπέντε μεσαιωνικά υφάσματα, υφαντικά κομμάτια από μεγαλύτερα σύνολα, αλλά και είδη ένδυσης τα οποία δημιουργήθηκαν μεταξύ του 4ου και του 9ου αιώνα, εμφανίζονται για πρώτη φορά συγκεντρωμένα κάτω από τον τίτλο «Design Motifs in Byzantine Art» (Διακοσμητικά Σχέδια στη Βυζαντινή Τέχνη).
Τα εκθέματα συνοδεύονται από φωτογραφίες αντικειμένων με παρόμοια σχέδια που βρίσκονται σε παραπλήσιες πτέρυγες του μουσείου. Στόχος, να αναγνωρίσουν οι θεατές τη δημοτικότητα των μοτίβων τους σε ολόκληρο τον βυζαντινό κόσμο – όχι μόνο σε κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, αλλά και σε ασημικά, καθημερινά κεραμικά, ψηφιδωτά δάπεδα και είδη πολυτελείας σκαλιστά σε ακριβό ελεφαντόδοντο.
Κόπτες ονομάστηκαν οι χριστιανικοί λαοί της κοιλάδας του Νείλου από τους Αραβες μετά τον 7ο αιώνα, μάλλον από παραφθορά του ελληνικού Αιγύπτιοι. Τα υφάσματα βρέθηκαν σε τάφους. Το ζεστό και ξηρό κλίμα της περιοχής βοήθησε στη διατήρηση των ίδιων αλλά και των χρωμάτων τους. Διασώθηκαν κυρίως χιτώνες και ρούχα που φορούσε ο νεκρός, αλλά και κομμάτια υφασμάτων που χρησίμευαν για ταπετσαρίες, διαχωριστικά παραπετάσματα και διακοσμητικά έργα τέχνης.
Τα λινά και μάλλινα υφάσματα είχαν αντικαταστήσει τα πολυτελή μεταξωτά των ελληνιστικών χρόνων. Επάνω τους μπορούσαν να έχουν ενυφασμένα και ραμμένα άλλα κομμάτια υφασμάτων με εξαιρετικής ποιότητας και χρωματικής ποικιλίας μορφές και σκηνές ελληνικής θεματολογίας. Ο Ηρακλής και ο Διόνυσος συνυπάρχουν με μούσες, με μοτίβα από το φυτικό και ζωικό βασίλειο, με σκηνές από την καθημερινή ζωή, αλλά και με κάθε είδους σταυρό, καθώς η τεχνοτροπία παραπέμπει στην παραδοσιακή ελληνιστική τέχνη της Αλεξάνδρειας.
Στα μάλλινα υφαντά σεντόνια συναντάμε τον ξανθό καλό ποιμένα, που κρατά προστατευτικά ένα αρνί. Φορά κίτρινο μικρό χιτώνα διακοσμημένο με μπλε ταινίες και στους ώμους του έχει ριγμένη μπλε χλαμύδα, ενδύματα που φοριούνται σε καθημερινές εργασίες. Επίσης βλέπουμε φύλλα αμπέλου σε καφέ ύφανση, που από μέσα τους αναδύονται δύο μοβ χαρούμενα πουλιά. Τα υδρόβια πουλιά, που επιπλέουν ανάμεσα σε χριστιανικά σύμβολα (σταυρούς, ρόδια και έλικες αμπέλου), ήταν τα σύμβολα της αφθονίας από την κλασική εποχή μέχρι και την ύστερη βυζαντινή τέχνη.
Τις περισσότερο εντυπωσιακές τεχνικές και απεικονίσεις τις συναντάμε στα άβαφα λινά υφάσματα. Πρόκειται για χιτώνες που φοριούνταν από όλες τις κοινωνικές τάξεις, κεντημένους με πολύχρωμο μαλλί και διακοσμημένους με άνθη και κουκουνάρια, σύμβολα ευημερίας και γονιμότητας. Αλλα κομμάτια, μάλλον από πουκάμισα, δείχνουν σε κόκκινο φόντο λεπτομέρειες από κυνήγι λιονταριού.
Τεχνικά και χρωματικά αψεγάδιαστες είναι και οι καλοδιατηρημένες μάλλινες και λινές ταπισερί.
Ενα χαρακτηριστικό σχέδιο, που δείχνει τη συνέχεια από την κλασική αρχαιότητα, είναι οι φυλλώδεις έλικες που πλαισιώνουν δώδεκα (αρχικά δεκαπέντε) προτομές με σάτυρους, μαινάδες, τον Πάνα και τον γενειοφόρο Ηρακλή να παρακολουθούν τον θεό Διόνυσο. Σε πολλές ταπισερί και παραπετάσματα συναντάμε μοτίβα από πέργολες που σχηματίζουν άνθη και που περικλείουν πουλιά σε εκπληκτικές αποχρώσεις. Η πιο αξιοπρόσεκτη ταπισερί είναι οι Νίκες, που κρατούν ένα κύπελλο με φρούτα, ενώ στο επάνω άκρο διατηρούνται ακόμα οι βρόχοι για την ανάρτησή της. Οι φτερωτές φιγούρες, σύμβολα της νίκης στην κλασική εποχή, παραπέμπουν τώρα σε αγγέλους. Ντυμένοι με ροζ, μπλε και πράσινα ενδύματα, φορώντας χρυσές κορόνες, φτερουγίζουν πάνω από πέργολα με άνθη λωτού και έντονα χρωματισμένα πουλιά.
Εξαιρετικός είναι κι ένας κρεμαστός πίνακας με την Ανοιξη – προέρχεται από το μεγαλύτερο κλωστοϋφαντουργικό κέντρο της Αιγύπτου, την Πανόπολη, που πήρε το όνομά της από τον θεό Πάνα. Κρατά λουλούδια, φορά μεγάλα μαργαριταρένια σκουλαρίκια και ένα διάδημα που ενισχύει τη βυζαντινή της ταυτότητα.
Ανάμεσα στα εκθέματα κι ένα ζευγάρι δερμάτινες μπότες, πολύ καλά διατηρημένες, ένα από τα πρώτα αποκτήματα του μουσείου.
Τα υπερευαίσθητα στο φως και το εξωτερικό περιβάλλον υφάσματα είναι καλά συντηρημένα, αλλά πολλά παρουσιάζονται στο κοινό για πρώτη φορά. Περιήλθαν στη συλλογή του Μητροπολιτικού Μουσείου το 1889 και το 1890 – από αγορές και δώρα συλλεκτών και χορηγών.
*INFO: Διάρκεια μέχρι 3 Αυγούστου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου