Τρίτη 4 Ιουνίου 2013

Καλλιτεχνικά στέκια στην Αθήνα τότε και τώρα

«Ένα καφενείο κατεδαφίζεται στο τετράγωνό μου. Από τα τελευταία…», έγραφε ο χρονογράφος Παύλος Παλαιολόγος στην εφημερίδα «Το Βήμα», λίγο προτού κατεδαφιστεί το «Καφενείο του Ζαχαράτου». Η ανοικοδόμηση της δεκαετίας του ’60 και το μυστρί του Παττακού έφεραν το πρόωρο τέλος για τα περισσότερα από τα ιστορικά καφενεία της Αθήνας.


          Το «Καφενείο του Ζαχαράτου», το «Νέον», το «Πατάρι του Λουμίδη», το «Βυζάντιο», το «Μπραζίλιαν», ο «Φλόκας», η «Δεξαμενή», το «GB» της Μεγάλης Βρετανίας δημιουργήθηκαν κατά τα πρότυπα των ευρωπαϊκών λογοτεχνικών καφενείων και υπήρξαν στέκια της αθηναϊκής διανόησης.
         Συγγραφείς, μουσικοί και ποιητές έδιναν το καθημερινό τους ραντεβού, πίνοντας τον καφέ τους, διαβάζοντας με επιμέλεια ξενόγλωσσες εφημερίδες ή συζητώντας μεγαλόφωνα.

Είναι μια παρηγοριά το καφενείο
«Το θελκτικό, ως εικόνα, συνήθειο της συγγραφής και μελέτης σε καφενείο, που το έχουν και σήμερα αρκετοί νεότεροι, όπως ο μέγας και πολύς Ζαν Πωλ Σατρ, που έγραφε μεταπολεμικά σ’ ένα τραπεζάκι του ‘‘Καφέ Φλορ’’… Είναι μια παρηγοριά, μια ασφάλεια, το γεμάτο καφενείο», γράφει ο Γιώργος Ιωάννου στο βιβλίο του «Ομόνοια 1980», εκδόσεις Κέδρος.  Ανάμεσα στους καπνούς, το άρωμα του φρεσκοκομμένου καφέ, τους τσακωμούς και τις συζητήσεις που κρατούσαν ώς το πρωί… η έμπνευση περίσσευε και κάποιες φορές οι στίχοι ενός ποιήματος γράφονταν πάνω σε ένα άδειο πακέτο τσιγάρα.  Στην καρδιά της Ομόνοιας, στεγαζόμενο κάτω από το τέως ξενοδοχείο «Κάρλτον», το «Νέον» είχε όλα τα χαρακτηριστικά της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Εκεί μπορούσες να συναντήσεις τους επαρχιώτες από τις νοικοκυρεμένες μεσαίες πόλεις που δεν ήθελαν να μπουν, αλλά κάθονταν στα τραπεζάκια έξω. Τακτικοί θαμώνες στο «Νέον» ήταν ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Γιώργος Ιωάννου και ο Γιάννης Τσαρούχης, ο οποίος απαθανάτισε το ιστορικό καφενείο σε δυο ελαιογραφίες του, το «Καφενείον Νέον – ημέρα»  και το «Καφενείον Νέον –βράδυ».

Ιστορικά λογοτεχνικά στέκια
Τέλη της δεκαετίας του ’40, μέσα στην περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά, στην οδό Σταδίου 38 άνοιξε το καφενείο του Λουμίδη. Ποιος θα πίστευε ότι οι τρεις αδελφοί, που ξεκίνησαν από ένα καφεκοπτείο στην οδό Ρετσίνα στον Πειραιά, παράλληλα με την επέκταση των επιχειρηματικών τους σχεδίων θα έβαζαν τα θεμέλια του πιο ιστορικού λογοτεχνικού καφενείου; Το «Πατάρι του Λουμίδη», όπου τα τραπέζια ήταν τοποθετημένα σε σχήμα «πι», σύντομα μεταμορφώθηκε σε έναν χώρο συζητήσεων και ανταλλαγής ιδεών. Ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Νίκος Γκάτσος, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Γιάννης Μόραλης, ο Αντρέας Εμπειρίκος, ο Νικηφόρος Βρεττάκος ήταν μερικοί από τους πιο τακτικούς θαμώνες του. Στο «Πατάρι του Λουμίδη» λέγεται ότι ο Μάνος Χατζιδάκις έγραψε τον «Ματωμένο Γάμο» για το Θέατρο Τέχνης και ο Νίκος Γκάτσος διάβασε πρώτη φορά σε φίλους του αποσπάσματα από  την «Αμοργό» του.
Στο θρυλικό «Βυζάντιο», στην πλατεία Κολωνακίου, η μεγάλη ατραξιόν ήταν το γκαρσόνι ο Μπάμπης. Τους καλοκαιρινούς μήνες στα τραπεζάκια που ήταν απλωμένα έξω μπορούσες να δεις τον Χατζιδάκι, τον Γκάτσο, τον Χριστοδούλου, τον Βασιλικό, τον Φωτόπουλο, τον Γκούφα, αλλά και πολιτικούς, μετά που σχόλαγε η Βουλή. Το τρομερό γκαρσόνι ο Μπάμπης ήξερε όλους τους πελάτες και μάλιστα έκανε πίστωση στους νέους καλλιτέχνες. «Ο Μπάμπης λοιπόν είχε ονομάσει τα γλυκά του κουταλιού σύμφωνα με τις προτιμήσεις των πελατών. Ένα γλυκό, ας πούμε, που έτρωγε ο Χατζιδάκις και ήταν μισό κυδώνι και μισό περγαμόντο το ’χε ονομάσει Χατζιδάκις» , θυμάται ο Ζάχος Χατζηφωτίου.
Το επιβλητικό καφέ «Zonar’s», στη γωνία Πανεπιστημίου και Βουκουρεστίου, δέσποζε στην καρδιά της Αθήνας. Στους μεγαλοπρεπείς χώρους του «Zonar’s» με τις ξύλινες επενδύσεις και τους πολυέλαιους σύχναζε η πολιτική ηγεσία του τόπου, αλλά και καλλιτέχνες. Μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς τον Σπύρο Μελά να κάθεται σε ένα από τα τραπέζια με τα λινά τραπεζομάντιλα και να γράφει τα χρονογραφήματά του για τον τορπιλισμό της Έλλης. Στο «Zonar’s» έδωσαν τη θρυλική τηλεοπτική συνέντευξη στη γαλλική τηλεόραση ο Μάνος Χατζιδάκις με τη Μελίνα .

Θαυμαστές συνεργασίες πάνω από μια κούπα καφέ
«Στο GB δεν κατεβαίναμε κάθε μέρα. Πηγαίναμε μόνο αν ο Νίκος είχε να συναντήσει κάποιον για επαγγελματικούς λόγους, οπότε με ήθελε μαζί του ως μάρτυρα των όσων θα συζητούσαν, ή αν προηγείτο η συνήθως τηλεφωνική συνεννόηση με τον Χατζιδάκι να συναντηθούν στα φιλικά πλαίσια, που περιέκλειαν πάντα τις θαυμαστές συνεργασίες τους. Μια τέτοια ήταν η ‘‘Σκοτεινή Μητέρα’’», αφηγείται η συγγραφέας Αγαθή Δημητρούκα στο βιβλίο της «Πουλάμε τη ζωή, χρεώνουμε τον θάνατο», εκδόσεις Πατάκη. «Έτσι, την άνετη θέση μου στον καναπέ την παραχώρησα δυο φορές στην κυρία Φαραντούρη που ήρθε για να της εξηγήσουν ο Γκάτσος και ο Χατζιδάκις το ύφος της ‘‘Σκοτεινής Μητέρας’’».
Οι θαμώνες έγιναν θεατές

Η νομοτέλεια της εξέλιξης άλλαξε το αστικό τοπίο. Τα λογοτεχνικά καφενεία - στέκια του μεσοπολέμου έχουν κατεδαφιστεί. Μαζί με το «Κλειστόν λόγω κατεδαφίσεως» χάθηκε η χημεία ανάμεσα στο κοινό και τον καλλιτέχνη. Πριν από λίγες μέρες, διασχίζοντας το κέντρο της πόλης παρατήρησα τα νέα καλλιτεχνικά στέκια. Χώροι προσεγμένοι που κάποιοι από αυτούς θυμίζουν υπερπαραγωγή. Παρατηρώ τους θαμώνες που δεν μιλάνε πια μεταξύ τους. Όλοι ψάχνουν απεγνωσμένα την καλύτερη θέση μπροστά στην τζαμαρία. Όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στον δρόμο, στους περαστικούς. Νομίζεις ότι οι θαμώνες έγιναν θεατές και βρίσκονται μπροστά σε μια τεράστια οθόνη. Ένας ασάλευτος κόσμος, θα μπορούσε να ήταν ο τίτλος ή, όπως γράφει ο Στέλιος Ράμφος, «μια κοινωνία καθηλωμένη σε ένα ασάλευτο παρόν».
Η τέχνη σήμερα συχνάζει σε μπαρ
Οι σύγχρονοι λογοτέχνες είναι συχνά κι αυτοί καθηλωμένοι μπροστά από την οθόνη του προσωπικού τους κομπιούτερ, απομονωμένοι από όλους τους υπόλοιπους, όπως μια ολόκληρη κοινωνία, η οποία συνδιαλέγεται και ζει τη ζωή της εικονικά μέσα στο σπίτι της. Συν τοις άλλοις τα καφέ - στέκια είναι διάσπαρτα παντού, και συχνά οι παρέες δεν αναζητούν τους ομότεχνούς τους, που έτσι κι αλλιώς τους συναντούν στις αμέτρητες παρουσιάσεις βιβλίων που γίνονται σε κάθε λογής χώρους πια. Σε μπαράκια, σε βιβλιοπωλεία, σε γκαλερί, σε εκδοτικούς οίκους. Σε μηνιαία και σε εβδομαδιαία βάση ανακοινώνονται βιβλιομαζώξεις. Εκεί, γίνονται ανοικτές κουβέντες, με κοινό ή χωρίς, ενίοτε ανάβουν τα αίματα, διάσημοι ηθοποιοί ερμηνεύουν χαρακτήρες βιβλίων, πολλές φορές όλα αυτά καταλήγουν ακόμα και σε γλέντια με ορχήστρες και τραγουδιστές.

Η Rive Gauche της Αθήνας
Φυσικά ο πιο κοινωνικός και αεικίνητος δεν είναι άλλος από τον Χρήστο Χωμενίδη, τον οποίο δεν βλέπεις μόνο εκεί, αλλά και στο περίφημο «Φίλιον» της οδού Σκουφά. Ο ίδιος πίνει τον καφέ του εκεί από τότε που λεγόταν «Dolce» και περιπαικτικά το αποκαλούσαν «Rive Gauche της Αθήνας», δηλαδή εκεί όπου διακινούνταν σε άλλες δεκαετίες οι προοδευτικές ιδέες. Σήμερα στο «Φίλιον» βλέπεις ακόμα αρκετούς πολιτικούς του προοδευτικού χώρου, δημοσιογράφους, ηθοποιούς, καλλιτέχνες και βέβαια λογοτέχνες. Έτσι, γύρω από τον απαστράπτοντα Κωνσταντίνο Τζούμα, που περνάει αρκετές ώρες καθημερινά στα τραπεζάκια του, μαζεύονται μια σειρά από σκεπτόμενους και δημιουργικούς ανθρώπους, όπως ο σκηνοθέτης και παραγωγός του «Παρασκηνίου» Λάκης Παπαστάθης, ο συγγραφέας Νίκος Δαββέτας, ο εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού «Το δένδρο» Κώστας Μαυρουδής, ο δοκιμιογράφος και μεταφραστής Γιάννης Κιουρτσάκης, ο ποιητής Μανόλης Πρατικάκης.

Μετρώντας διάσημες πένες
Στις νέες πιάτσες συγκαταλέγεται το πατάρι του βιβλιοπωλείου «Ιανός» στη Σταδίου, όπου γίνονται αναρίθμητες εκδηλώσεις και μπορεί σε μια τέτοια βραδιά να πετύχεις ολόκληρο το πνευματικο-καλλιτεχνικό κατεστημένο της Ελλάδας. Μετράς αναγνωρίσιμα πρόσωπα και πένες. Αν πάλι κλείσεις ραντεβού για καφέ τις πρωινές ώρες, συναντάς πολύ κόσμο μιας κάποιας ηλικίας να διαβάζει μες στην ησυχία την εφημερίδα του ή να συζητά χαμηλόφωνα με φίλους του. Η λίστα μόνιμων θαμώνων είναι και εδώ αρκετά μεγάλη: Γιάννης Ξανθούλης και Μάνος Ελευθερίου, Γιάννης Καλπούζος, Σοφία Μαντούβαλου, Ελένη Πριόβολου, Ηλίας Ανδριόπουλος, Βασίλης Κρεμμυδάς, Ανδρέας Μήτσου, Στρατής Πασχάλης.  Παρόμοια συνθήκη επικρατεί και στο καφέ βιβλιοπωλείο «Poems’ n Crimes» των εκδόσεων Γαβριηλίδη επί της οδού Αγίας Ειρήνης, κοντά στην πολυσύχναστη πλατεία. Με αυλή στο βάθος για τις ζεστές ημέρες αλλά και ζεστή ατμόσφαιρα μέσα τον χειμώνα, πολλοί συγγραφείς δίνουν εκεί τα ραντεβού τους, είτε ανήκουν στο δυναμικό των εκδόσεων είτε όχι. Έτσι, εκεί μπορεί να δεις τον Πέτρο Μάρκαρη, τον Αλέξη Ζήρα, τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Άρη Σκιαδόπουλο, τον Γιώργο Λάμπρου, τη Μαρία Γιαγιάννου, τον Βασίλη Μπέκα, τον Γιώργο - Ίκαρο Μπαμπασάκη, τις ποιήτριες Ευτυχία Παναγιώτου και Λένα Καλλέργη. Λίγο πιο πάνω, επί της Αιόλου, στο πιο νεανικό καφέ μπαρ «Μαγκαζέ», μεσοτοιχία με τις εκδόσεις Πόλις, βρίσκεις πολλούς δημιουργούς της νέας γενιάς. Με τον γείτονα - εκδότη Νίκο Γκιώνη να μπαινοβγαίνει, συναντάς τη μυθιστοριογράφο και σεναριογράφο Κάλλια Παπαδάκη, την ποιήτρια και μεταφράστρια Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, τη συγγραφέα Εύα Στάμου και παραπέρα τους Διόσκουρους, τον  ποιητή Δημήτρη Αθηνάκη και τον συγγραφέα και δοκιμιογράφο Θόδωρο Γρηγοριάδη.
Τέλος, all time classic είναι και ένας ολόκληρος δρόμος, η οδός Καλλιδρομίου. Τα τρία στέκια στη σειρά, «Παρασκήνιο», «Ένοικος» και «Burbon», συγκεντρώνουν καθημερινά μια πλειάδα καλλιτεχνών από όλους τους χώρους. Συχνά στα μπαρ – και κάθε Σάββατο στη λαϊκή – θα συναντήσει κανείς τους ζωγράφους Αχιλλέα Χρηστίδη, Τάσο Παυλόπουλο και Παναγιώτη Μητσομπόνο, τον γλύπτη Νίκο Τρανό, τις ηθοποιούς Σοφία Φιλιππίδου, Δήμητρα Χατούπη, Ελένη Καστάνη, τον φωτιστή Λευτέρη Παυλόπουλο, τη σκηνοθέτιδα Λάγια Γιούργου και πολλούς άλλους.
ΤΡΙΤΗ, 4 Ιουνίου 2013
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ ART,
τεύχος 315 στις 30 Μαΐου 2013
Χρήστος Παρίδης

1 σχόλιο:

  1. Δεν είδα κάποια αναφορά στα στέκια Βάρναλη και Βουτυρά κλπ, μολονότι είχαν κατηγορηθεί ως καφενογράφοι και ταβερνογράφοι. Εξακολουθεί ακόμη και ως προς αυτή την διάσταση η σταθερά δυσμενής διακριτική συμπεριφορά σε βάρος τους

    ΑπάντησηΔιαγραφή