Μεταφράστρια
του Ροθ και της Μόρισον, η Κατερίνα Σχινά, κριτικός βιβλίου και μουσικής, δηλαδή γνήσια
διανοούμενη και μανιώδης αναγνώστρια, έχει και μια άλλη πλευρά: είναι
φανατική πλέκτρια. Το συναρπαστικό βιβλίο της «Καλή και ανάποδη. Ο
πολιτισμός του πλεκτού» συνδυάζει έτσι τα πάντα: προσωπικές ιστορίες,
αναφορές στην τέχνη, την ιστορία, ακόμα και τα σύγχρονα κινήματα
αμφισβήτησης. Και, ναι, το πλέξιμο δεν είναι γυναικεία υπόθεση. Επλεκε
και ο Ζαχαριάδης
«Οι σημερινοί ακτιβιστές που χρησιμοποιούν τη χειροτεχνία ως αντιρρητικό μέσο πολιτικής, δεν πλέκουν για να αναγεννήσουν ένα κίνημα λουδιτών, να καταγγείλουν και να ξορκίσουν την τεχνολογία, αλλά για να διατρανώσουν μια εναλλακτική δυνατότητα απέναντι στη μαζική κουλτούρα, τη βιομηχανοποιημένη παραγωγή, τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Το πλέξιμο έχει γίνει στις μέρες μας το επίλεκτο μέσο της αντικαπιταλιστικής διαμαρτυρίας, ισχυρό αντίβαρο στην υπαρξιακή δυσφορία μέσα σ’ έναν διαρκώς ομογενοποιούμενο πλανήτη»
Της Παρής Σπίνου
Tη θυμάμαι, πριν από χρόνια, να έρχεται φουριόζα στην «Καθημερινή», φορώντας εξαιρετικά μάλλινα κασκόλ, που είχε πλέξει η ίδια. Η Κατερίνα Σχινά με την ίδια μαεστρία γράφει κριτικές μουσικής και βιβλίου, μεταφράζει Φίλιπ Ροθ ή Τόνι Μόρισον, μαγειρεύει γεμιστά μανιτάρια και πλέκει αέρινα πουλόβερ! Ανθρωπος της διανόησης και της χειροτεχνίας, δυναμική και ευαίσθητη, πάντα γοητευτική, υπερασπίζεται την ταυτότητά της κόντρα σε φεμινιστικά ή αριστερά κωλύματα.
Μια ευχάριστη έκπληξη είναι, λοιπόν, το βιβλίο της «Καλή και ανάποδη. Ο πολιτισμός του πλεκτού», που μόλις κυκλοφόρησε από την «Κίχλη»: αποκαλυπτικό δοκίμιο και «πλεκτική αυτοβιογραφία» μαζί, καθώς αφηγείται «ιστορίες των πουλόβερ κι εκείνων που τα φόρεσαν».
Στο βιβλίο της η Κ. Σχινά αναλύει από την καλή και την ανάποδη τα πολλά πρόσωπα του πλεκτού, τις απρόσμενες, πολύπτυχες διαστάσεις του με αναφορές στη λογοτεχνία, την ανθρωπολογία, τις κοινωνικές επιστήμες, τις εικαστικές τέχνες, τα μαθηματικά αλλά και τα κινήματα αμφισβήτησης. Στέκεται στον Κάρολο Ντίκενς, ο οποίος στην «Ιστορία δύο πόλεων» σκιαγραφεί το πιο δυσοίωνο πορτρέτο πλέκτριας στην ιστορία της λογοτεχνίας, της μαντάμ Ντεφάρζ, αλλά και στις ποιητικές αναφορές του Ντίλαν Τόμας. Μας μεταφέρει στη Γαλλική Επανάσταση και στις «ερινύες της γκιλοτίνας», οι οποίες έσερναν τα κουβάρια τους κάτω από τη λαιμητόμο, καθώς και στον Β´Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου άντρες και γυναίκες έπλεκαν τη φανέλα του στρατιώτη.
Στήνει ένα μουσείο που περιλαμβάνει από τον έξοχο πίνακα του 19ου αιώνα της Μέρι Κάσατ «Η Λύντια πλέκει βελονάκι», ώς το συμβολικό πλέξιμο στα έργα της Ιρανής Σιρίν Νεσάτ, που παραπέμπει στη γονιμότητα και αυτοπραγμάτωση, και τα «ζευγαρωμένα πλεκτά» της Θάλειας Χιώτη, που υπονομεύουν την ιδέα της έμφυλης διαφοράς.
Χειροτεχνακτιβισμός
Στις μέρες μας πολλοί καλλιτέχνες «ξιφομαχούν» με τις βελόνες τους για κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, ενώ ένα νέο φαινόμενο, ο ακτιβισμός του πλεξίματος, εμφανίζεται. Η Μαριάν Γιόργκενσεν, από τη Δανία, για παράδειγμα, διαμαρτύρεται για τον πόλεμο στο Ιράκ μέσα από μια εύγλωττη εικαστική εγκατάσταση: σκεπάζει ένα παροπλισμένο άρμα μάχης του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου με μια ροζ κουβερτούλα καμωμένη από 4.000 πλεκτά κομμάτια. Η Αμερικανίδα Κατ Μάτζα, πάλι, δημιουργεί την κολεκτίβα MicroRevolt και πλέκει ρούχα με τα λογότυπα πολυεθνικών, όπως η Nike, για να καταγγείλει τις συνθήκες εργασίας στις φάμπρικες του αναπτυσσόμενου κόσμου.
«Το κίνημα του “χειροτεχνακτιβισμού”, όπως αποκαλείται, απαντά μάλλον στην ανάγκη για νέες συλλογικότητες και επενδύει στο χιούμορ και την ειρωνεία ως μέσα συνειδητοποίησης των πολιτών και ταυτόχρονα γελοιοποίησης της εξουσίας», επισημαίνει η συγγραφέας.
Σίγουρα στο βιβλίο της καταρρίπτει τον μύθο ότι το πλέξιμο είναι γένους θηλυκού. «Οι άνδρες ανέκαθεν έπλεκαν –οι ψαράδες τα δίχτυα τους, οι ναυτικοί των ιρλανδικών νησιών τα πουλόβερ τους, οι χωρικοί του Περού τα πολύχρωμα γιλέκα τους– χωρίς να ανησυχούν μήπως διακινδυνεύσουν τον ανδρισμό τους». Μας υπενθυμίζει τον Κάρι Γκραντ ως γοητευτικό απατεώνα, εμμονικό με το πλέξιμο στην ταινία «Ο πόνος του χωρισμού», αλλά και τη φωτογραφία του νιόπαντρου Φραγκλίνου Ρούσβελτ να κρατάει ένα μικροσκοπικό πλεκτό, δίπλα στη σύζυγό του Ελινορ. Φημολογείται, δε, πως και ο Νίκος Καββαδίας έπλεκε στα ταξίδια, όταν σιωπούσε ο ασύρματός του, όπως και ότι ο Νίκος Ζαχαριάδης υπήρξε λάτρης της βελόνας στα χρόνια της εξορίας του στη Σιβηρία.
Στο δοκίμιο, επίσης, συγκρίνει τη διαδικασία του πλεξίματος με τον γραπτό λόγο. «Θα επικαλεστώ τη μαρτυρία της “εθνικής ποιήτριας” της Ουαλίας Γκουίνεθ Λούις, που επιμένει ότι η αίσθηση της σύμπτυξης και της διαστολής, της συμπίεσης και της διόγκωσης είναι κοινή και όταν πλέκει και όταν γράφει. “Όλα αρχίζουν μ’ έναν μονάχα κόμπο και βελόνες. Μια λέξη, ένα μολύβι”, έχει γράψει σε ένα ποίημά της, παραλληλίζοντας πλέξιμο και γραφή και ονομάζοντας το πλεκτό της “δίχτυ νοήματος”», λέει η συγγραφέας.
Η Κατερίνα Σχινά, πάντως, καταφέρνει κάτι μοναδικό: να πλέκει να να διαβάζει ταυτόχρονα! «Είμαι βουλιμική της ανάγνωσης, και θα μου ήταν αδύνατον να εκχωρήσω τον χρόνο της σε άλλη δραστηριότητα. Ισως γι’ αυτό, λοιπόν, από νωρίς έμαθα να πλέκω στα τυφλά – έτσι που το μάτι να μένει προσηλωμένο στη σελίδα», μας λέει. «Βεβαια, πλέον πλέκω πολύ σπανιότερα, γιατί γράφω πολύ περισσότερο. Διαβάζουμε με τα μάτια, πλέκουμε όμως με τα χέρια, δυστυχώς».
• Πώς αποφασίσατε να γράψετε για ένα θέμα μάλλον υποτιμημένο, το πλέξιμο;
«Η ιδέα για το βιβλίο είναι πολύ παλιά, τουλάχιστον δεκαετίας. Με απασχολούσε από τότε που διαπίστωσα ότι άρχισαν να κλείνουν τα καταστήματα, που πουλούσαν μαλλιά και νήματα – σκεφτόμουν τότε ότι άξιζε να γράψω μια ελεγεία στο πλεκτό, εν είδει επικήδειου. Καμιά από τις φίλες μου δεν έπλεκε. Οι μισές θεωρούσαν το πλέξιμο εκκεντρικότητα, οι άλλες μισές αντιφεμινιστικό αναχρονισμό. Ηθελα, λοιπόν, να αποκαταστήσω τη χαμένη τιμή του πλεκτού. Κρατούσα σημειώσεις, μετέφραζα ένα ποίημα σχετικό, έκανα πρόχειρα σχεδιάσματα κάποιας από τις ιστορίες των πλεκτικών μου εγχειρημάτων, αλλά δεν στρωνόμουν να δουλέψω. Ευτυχώς που υπήρξε ο φίλος μου, ο Ηλίας Κανέλλης, μια φιλόξενη στήλη στο περιοδικό Books’ Journal, αλλά κυρίως τα dead-lines, αναγκάζοντας το μυαλό να δουλεύει πιο γρήγορα, και την αναβλητικότητα (ολέθριό μου ελάττωμα!) να αποσύρεται ηττημένη. Το βιβλίο γράφτηκε στα ελάχιστα κενά του βιοπορισμού, από τον Οκτώβριο του 2010 ώς τον Οκτώβριο του 2012 και θα μπορούσε, ίσως, να χαρακτηριστεί πλεκτική αυτοβιογραφία, ή χειρονομία αναγνώρισης προς μια δραστηριότητα φαινομενικά περιορισμένη και στατική, στην ουσία όμως πλούσια, πολύμορφη, ανταποδοτική. Ισως ακόμα, μυθιστόρημα μαθητείας στην υπομονή, ένα σύντομο bildungsroman, όπου η ηρωίδα, γράφουσα και πλέκουσα, διδάσκεται επιτέλους να τελειώνει ό,τι αρχίζει».
• Θα λέγατε ότι το πλέξιμο συνδέεται με σημαντικές στιγμές της ζωής σας; Τι σας προσφέρει και τι προσφέρετε μ’ αυτό εσείς στους άλλους;
«Αρχισα να πλέκω το πρώτο φοιτητικό μου καλοκαίρι, επειδή λαχταρούσα να αποκτήσω ένα περουβιανό πλεκτό, που είχε εμφανίσει στην επαρχιακή Αθήνα εκείνου του καιρού μια κοσμογυρισμένη μου φίλη. Το πλεκτό απείχε παρασάγγας από το περουβιανό μου ιδεώδες, όμως το φόρεσα και το καμάρωσα. Και από τότε κόλλησα. Το πλέξιμο δεν συνδέθηκε με σημαντικές στιγμές της ζωής μου, ακριβώς επειδή συνδεόταν με όλες τις στιγμές. Επλεκα όπου και να βρισκόμουν, σε καφενεία, ταβέρνες, λεωφορεία, τρένα, συνελεύσεις, μπαρ, ακόμη και πάνω από τα βιβλία. Ερωτες, φιλίες, απώλειες, όλα ανακαλούν και κάποιο πλεκτό –μέχρι μια ηλικία τουλάχιστον. Γιατί τέτοια μανία; Μα ένα ζευγάρι βελόνες κι ένα κουβάρι μαλλί στην τσάντα στα πρώτα χρόνια της νιότης μου λειτουργούσαν όχι μονάχα σαν αντίδοτο στην αμηχανία ή την πλήξη, όχι μονάχα σαν ασπίδα προστασίας από τις πιθανές παγίδες της κοινωνικότητας, αλλά κυρίως σαν στοιχείο ταυτότητας. Σαν να έλεγα: Κοιτάξτε με, μπορώ να αποσπώ την ομορφιά από διαδικασίες, που μοιάζουν ακραία συντηρητικές∙ ξέρω τον τρόπο να προσδίνω στις δουλειές των γιαγιάδων μας νόημα ριζοσπαστικό∙ είμαι ένα δείγμα διαλεκτικής σύνθεσης των αντιθέτων, μανιώδης αναγνώστρια και χειροτέχνης μαζί. Μη γελάσετε: κάπως έτσι, μέσα από ρόλους, παγιώνονται οι ταυτότητες».
• Τι απαντάτε σε όσους υποστηρίζουν ότι το πλέξιμο είναι μια αναχρονιστική, αντιφεμινιστική απασχόληση. Εξακολουθεί να είναι στις μέρες μας ταμπού;
«Οχι, δεν είναι πια ταμπού, αντίθετα, είναι της μόδας. Μια αντίδραση στο life style νομίζω, στη δικτατορία του ready made. Οσο για μένα, ανέκαθεν θεωρούσα τη χειροτεχνία σαν μια στιγμή ελευθερίας, που ξεγλιστράει από την εξορία των μηχανισμών της εργασίας για να ανακατακτήσει τον χώρο, όπου οι επιθυμίες είναι ταυτόσημες με τη ζωή. Σαν μια οριακή στιγμή έκφρασης, μια ευφάνταστη στιγμή προσωπικής πραγμάτωσης, και -γιατί όχι;- σαν ενσάρκωση της δυνατότητας για μια εναλλακτική θεώρηση των πραγμάτων: Φοράω αυτό που θέλω, φτιαγμένο όπως το θέλω, σε ένα και μοναδικό αντίτυπο. Το πουλόβερ μου είμαι εγώ».
• Στο βιβλίο σας περιγράφετε το πλέξιμο και σαν μια πράξη επαναστατική.
«Οι σημερινοί ακτιβιστές που χρησιμοποιούν τη χειροτεχνία ως αντιρρητικό μέσο πολιτικής, δεν πλέκουν για να αναγεννήσουν ένα κίνημα λουδιτών, να καταγγείλουν και να ξορκίσουν την τεχνολογία, αλλά για να διατρανώσουν μια εναλλακτική δυνατότητα απέναντι στη μαζική κουλτούρα, τη βιομηχανοποιημένη παραγωγή, τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Σκέφτομαι, για παράδειγμα, την ακτιβιστική ομάδα Revolutionary Knitting Circle, που ιδρύθηκε πριν από περίπου δέκα χρόνια στον Καναδά με πρωτοβουλία του ακτιβιστή, ειρηνιστή και περιβαλλοντολόγου Γκραντ Νόιφελντ. Μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκδηλώσεις της ήταν η δράση Global Knit-In: στη Συνδιάσκεψη των G8 στο Κανανάσκις του Καναδά παρέες γυναικών και ανδρών βάλθηκαν να πλέκουν έξω από χρηματιστηριακά γραφεία και τράπεζες, συνεπικουρούμενες από τις ηλικιωμένες ακτιβίστριες της ομάδας των Raging Grannies (Οργισμένες Γιαγιάδες), πριν ξεχυθούν σε μια μαζική διαδήλωση στην Οτάβα, όπου έστησαν ένα “κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας” φτιαγμένο από πλεκτά τετραγωνάκια. Το πλέξιμο έχει γίνει στις μέρες μας το επίλεκτο μέσο της αντικαπιταλιστικής διαμαρτυρίας, ισχυρό αντίβαρο στην υπαρξιακή δυσφορία μέσα σ’ έναν διαρκώς ομογενοποιούμενο πλανήτη».
• Σήμερα αρκετοί πλέκουν είτε για λόγους οικονομίας, να κάνουν δηλαδή μόνοι τα ρούχα τους, είτε για να ξεφύγει το μυαλό τους από τη ζοφερή πραγματικότητα. Είναι το πλέξιμο και αντίδοτο στην κρίση;
«Οχι, δεν κάνεις οικονομία πλέκοντας τα ρούχα σου, το μαλλί είναι πια πολύ ακριβό. Ούτε απομακρύνεσαι από τη ζοφερή πραγματικότητα, γιατί ο συνδυασμός αυτοσυγκέντρωσης και ρυθμικής επανάληψης, ο οποίος ορίζει το πλέξιμο, δημιουργεί μια συνθήκη που ευνοεί τη σκέψη, την ενδοσκόπηση ή και την αναμέτρηση με τα φαντάσματά μας. Αν το πλέξιμο μπορεί να λειτουργήσει σαν αντίδοτο στην κρίση δεν ξέρω – πιστεύω όμως ότι αντίδοτο στην αποθάρρυνση και την απελπισία είναι ό,τι αγαπάει κανείς, ό,τι κάνει με θέρμη και αφοσίωση».
p.spinou@efsyn.gr
«Οι σημερινοί ακτιβιστές που χρησιμοποιούν τη χειροτεχνία ως αντιρρητικό μέσο πολιτικής, δεν πλέκουν για να αναγεννήσουν ένα κίνημα λουδιτών, να καταγγείλουν και να ξορκίσουν την τεχνολογία, αλλά για να διατρανώσουν μια εναλλακτική δυνατότητα απέναντι στη μαζική κουλτούρα, τη βιομηχανοποιημένη παραγωγή, τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Το πλέξιμο έχει γίνει στις μέρες μας το επίλεκτο μέσο της αντικαπιταλιστικής διαμαρτυρίας, ισχυρό αντίβαρο στην υπαρξιακή δυσφορία μέσα σ’ έναν διαρκώς ομογενοποιούμενο πλανήτη»
Της Παρής Σπίνου
Tη θυμάμαι, πριν από χρόνια, να έρχεται φουριόζα στην «Καθημερινή», φορώντας εξαιρετικά μάλλινα κασκόλ, που είχε πλέξει η ίδια. Η Κατερίνα Σχινά με την ίδια μαεστρία γράφει κριτικές μουσικής και βιβλίου, μεταφράζει Φίλιπ Ροθ ή Τόνι Μόρισον, μαγειρεύει γεμιστά μανιτάρια και πλέκει αέρινα πουλόβερ! Ανθρωπος της διανόησης και της χειροτεχνίας, δυναμική και ευαίσθητη, πάντα γοητευτική, υπερασπίζεται την ταυτότητά της κόντρα σε φεμινιστικά ή αριστερά κωλύματα.
Μια ευχάριστη έκπληξη είναι, λοιπόν, το βιβλίο της «Καλή και ανάποδη. Ο πολιτισμός του πλεκτού», που μόλις κυκλοφόρησε από την «Κίχλη»: αποκαλυπτικό δοκίμιο και «πλεκτική αυτοβιογραφία» μαζί, καθώς αφηγείται «ιστορίες των πουλόβερ κι εκείνων που τα φόρεσαν».
Στο βιβλίο της η Κ. Σχινά αναλύει από την καλή και την ανάποδη τα πολλά πρόσωπα του πλεκτού, τις απρόσμενες, πολύπτυχες διαστάσεις του με αναφορές στη λογοτεχνία, την ανθρωπολογία, τις κοινωνικές επιστήμες, τις εικαστικές τέχνες, τα μαθηματικά αλλά και τα κινήματα αμφισβήτησης. Στέκεται στον Κάρολο Ντίκενς, ο οποίος στην «Ιστορία δύο πόλεων» σκιαγραφεί το πιο δυσοίωνο πορτρέτο πλέκτριας στην ιστορία της λογοτεχνίας, της μαντάμ Ντεφάρζ, αλλά και στις ποιητικές αναφορές του Ντίλαν Τόμας. Μας μεταφέρει στη Γαλλική Επανάσταση και στις «ερινύες της γκιλοτίνας», οι οποίες έσερναν τα κουβάρια τους κάτω από τη λαιμητόμο, καθώς και στον Β´Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου άντρες και γυναίκες έπλεκαν τη φανέλα του στρατιώτη.
Στήνει ένα μουσείο που περιλαμβάνει από τον έξοχο πίνακα του 19ου αιώνα της Μέρι Κάσατ «Η Λύντια πλέκει βελονάκι», ώς το συμβολικό πλέξιμο στα έργα της Ιρανής Σιρίν Νεσάτ, που παραπέμπει στη γονιμότητα και αυτοπραγμάτωση, και τα «ζευγαρωμένα πλεκτά» της Θάλειας Χιώτη, που υπονομεύουν την ιδέα της έμφυλης διαφοράς.
Χειροτεχνακτιβισμός
Στις μέρες μας πολλοί καλλιτέχνες «ξιφομαχούν» με τις βελόνες τους για κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, ενώ ένα νέο φαινόμενο, ο ακτιβισμός του πλεξίματος, εμφανίζεται. Η Μαριάν Γιόργκενσεν, από τη Δανία, για παράδειγμα, διαμαρτύρεται για τον πόλεμο στο Ιράκ μέσα από μια εύγλωττη εικαστική εγκατάσταση: σκεπάζει ένα παροπλισμένο άρμα μάχης του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου με μια ροζ κουβερτούλα καμωμένη από 4.000 πλεκτά κομμάτια. Η Αμερικανίδα Κατ Μάτζα, πάλι, δημιουργεί την κολεκτίβα MicroRevolt και πλέκει ρούχα με τα λογότυπα πολυεθνικών, όπως η Nike, για να καταγγείλει τις συνθήκες εργασίας στις φάμπρικες του αναπτυσσόμενου κόσμου.
«Το κίνημα του “χειροτεχνακτιβισμού”, όπως αποκαλείται, απαντά μάλλον στην ανάγκη για νέες συλλογικότητες και επενδύει στο χιούμορ και την ειρωνεία ως μέσα συνειδητοποίησης των πολιτών και ταυτόχρονα γελοιοποίησης της εξουσίας», επισημαίνει η συγγραφέας.
Σίγουρα στο βιβλίο της καταρρίπτει τον μύθο ότι το πλέξιμο είναι γένους θηλυκού. «Οι άνδρες ανέκαθεν έπλεκαν –οι ψαράδες τα δίχτυα τους, οι ναυτικοί των ιρλανδικών νησιών τα πουλόβερ τους, οι χωρικοί του Περού τα πολύχρωμα γιλέκα τους– χωρίς να ανησυχούν μήπως διακινδυνεύσουν τον ανδρισμό τους». Μας υπενθυμίζει τον Κάρι Γκραντ ως γοητευτικό απατεώνα, εμμονικό με το πλέξιμο στην ταινία «Ο πόνος του χωρισμού», αλλά και τη φωτογραφία του νιόπαντρου Φραγκλίνου Ρούσβελτ να κρατάει ένα μικροσκοπικό πλεκτό, δίπλα στη σύζυγό του Ελινορ. Φημολογείται, δε, πως και ο Νίκος Καββαδίας έπλεκε στα ταξίδια, όταν σιωπούσε ο ασύρματός του, όπως και ότι ο Νίκος Ζαχαριάδης υπήρξε λάτρης της βελόνας στα χρόνια της εξορίας του στη Σιβηρία.
Στο δοκίμιο, επίσης, συγκρίνει τη διαδικασία του πλεξίματος με τον γραπτό λόγο. «Θα επικαλεστώ τη μαρτυρία της “εθνικής ποιήτριας” της Ουαλίας Γκουίνεθ Λούις, που επιμένει ότι η αίσθηση της σύμπτυξης και της διαστολής, της συμπίεσης και της διόγκωσης είναι κοινή και όταν πλέκει και όταν γράφει. “Όλα αρχίζουν μ’ έναν μονάχα κόμπο και βελόνες. Μια λέξη, ένα μολύβι”, έχει γράψει σε ένα ποίημά της, παραλληλίζοντας πλέξιμο και γραφή και ονομάζοντας το πλεκτό της “δίχτυ νοήματος”», λέει η συγγραφέας.
Η Κατερίνα Σχινά, πάντως, καταφέρνει κάτι μοναδικό: να πλέκει να να διαβάζει ταυτόχρονα! «Είμαι βουλιμική της ανάγνωσης, και θα μου ήταν αδύνατον να εκχωρήσω τον χρόνο της σε άλλη δραστηριότητα. Ισως γι’ αυτό, λοιπόν, από νωρίς έμαθα να πλέκω στα τυφλά – έτσι που το μάτι να μένει προσηλωμένο στη σελίδα», μας λέει. «Βεβαια, πλέον πλέκω πολύ σπανιότερα, γιατί γράφω πολύ περισσότερο. Διαβάζουμε με τα μάτια, πλέκουμε όμως με τα χέρια, δυστυχώς».
• Πώς αποφασίσατε να γράψετε για ένα θέμα μάλλον υποτιμημένο, το πλέξιμο;
«Η ιδέα για το βιβλίο είναι πολύ παλιά, τουλάχιστον δεκαετίας. Με απασχολούσε από τότε που διαπίστωσα ότι άρχισαν να κλείνουν τα καταστήματα, που πουλούσαν μαλλιά και νήματα – σκεφτόμουν τότε ότι άξιζε να γράψω μια ελεγεία στο πλεκτό, εν είδει επικήδειου. Καμιά από τις φίλες μου δεν έπλεκε. Οι μισές θεωρούσαν το πλέξιμο εκκεντρικότητα, οι άλλες μισές αντιφεμινιστικό αναχρονισμό. Ηθελα, λοιπόν, να αποκαταστήσω τη χαμένη τιμή του πλεκτού. Κρατούσα σημειώσεις, μετέφραζα ένα ποίημα σχετικό, έκανα πρόχειρα σχεδιάσματα κάποιας από τις ιστορίες των πλεκτικών μου εγχειρημάτων, αλλά δεν στρωνόμουν να δουλέψω. Ευτυχώς που υπήρξε ο φίλος μου, ο Ηλίας Κανέλλης, μια φιλόξενη στήλη στο περιοδικό Books’ Journal, αλλά κυρίως τα dead-lines, αναγκάζοντας το μυαλό να δουλεύει πιο γρήγορα, και την αναβλητικότητα (ολέθριό μου ελάττωμα!) να αποσύρεται ηττημένη. Το βιβλίο γράφτηκε στα ελάχιστα κενά του βιοπορισμού, από τον Οκτώβριο του 2010 ώς τον Οκτώβριο του 2012 και θα μπορούσε, ίσως, να χαρακτηριστεί πλεκτική αυτοβιογραφία, ή χειρονομία αναγνώρισης προς μια δραστηριότητα φαινομενικά περιορισμένη και στατική, στην ουσία όμως πλούσια, πολύμορφη, ανταποδοτική. Ισως ακόμα, μυθιστόρημα μαθητείας στην υπομονή, ένα σύντομο bildungsroman, όπου η ηρωίδα, γράφουσα και πλέκουσα, διδάσκεται επιτέλους να τελειώνει ό,τι αρχίζει».
• Θα λέγατε ότι το πλέξιμο συνδέεται με σημαντικές στιγμές της ζωής σας; Τι σας προσφέρει και τι προσφέρετε μ’ αυτό εσείς στους άλλους;
«Αρχισα να πλέκω το πρώτο φοιτητικό μου καλοκαίρι, επειδή λαχταρούσα να αποκτήσω ένα περουβιανό πλεκτό, που είχε εμφανίσει στην επαρχιακή Αθήνα εκείνου του καιρού μια κοσμογυρισμένη μου φίλη. Το πλεκτό απείχε παρασάγγας από το περουβιανό μου ιδεώδες, όμως το φόρεσα και το καμάρωσα. Και από τότε κόλλησα. Το πλέξιμο δεν συνδέθηκε με σημαντικές στιγμές της ζωής μου, ακριβώς επειδή συνδεόταν με όλες τις στιγμές. Επλεκα όπου και να βρισκόμουν, σε καφενεία, ταβέρνες, λεωφορεία, τρένα, συνελεύσεις, μπαρ, ακόμη και πάνω από τα βιβλία. Ερωτες, φιλίες, απώλειες, όλα ανακαλούν και κάποιο πλεκτό –μέχρι μια ηλικία τουλάχιστον. Γιατί τέτοια μανία; Μα ένα ζευγάρι βελόνες κι ένα κουβάρι μαλλί στην τσάντα στα πρώτα χρόνια της νιότης μου λειτουργούσαν όχι μονάχα σαν αντίδοτο στην αμηχανία ή την πλήξη, όχι μονάχα σαν ασπίδα προστασίας από τις πιθανές παγίδες της κοινωνικότητας, αλλά κυρίως σαν στοιχείο ταυτότητας. Σαν να έλεγα: Κοιτάξτε με, μπορώ να αποσπώ την ομορφιά από διαδικασίες, που μοιάζουν ακραία συντηρητικές∙ ξέρω τον τρόπο να προσδίνω στις δουλειές των γιαγιάδων μας νόημα ριζοσπαστικό∙ είμαι ένα δείγμα διαλεκτικής σύνθεσης των αντιθέτων, μανιώδης αναγνώστρια και χειροτέχνης μαζί. Μη γελάσετε: κάπως έτσι, μέσα από ρόλους, παγιώνονται οι ταυτότητες».
• Τι απαντάτε σε όσους υποστηρίζουν ότι το πλέξιμο είναι μια αναχρονιστική, αντιφεμινιστική απασχόληση. Εξακολουθεί να είναι στις μέρες μας ταμπού;
«Οχι, δεν είναι πια ταμπού, αντίθετα, είναι της μόδας. Μια αντίδραση στο life style νομίζω, στη δικτατορία του ready made. Οσο για μένα, ανέκαθεν θεωρούσα τη χειροτεχνία σαν μια στιγμή ελευθερίας, που ξεγλιστράει από την εξορία των μηχανισμών της εργασίας για να ανακατακτήσει τον χώρο, όπου οι επιθυμίες είναι ταυτόσημες με τη ζωή. Σαν μια οριακή στιγμή έκφρασης, μια ευφάνταστη στιγμή προσωπικής πραγμάτωσης, και -γιατί όχι;- σαν ενσάρκωση της δυνατότητας για μια εναλλακτική θεώρηση των πραγμάτων: Φοράω αυτό που θέλω, φτιαγμένο όπως το θέλω, σε ένα και μοναδικό αντίτυπο. Το πουλόβερ μου είμαι εγώ».
• Στο βιβλίο σας περιγράφετε το πλέξιμο και σαν μια πράξη επαναστατική.
«Οι σημερινοί ακτιβιστές που χρησιμοποιούν τη χειροτεχνία ως αντιρρητικό μέσο πολιτικής, δεν πλέκουν για να αναγεννήσουν ένα κίνημα λουδιτών, να καταγγείλουν και να ξορκίσουν την τεχνολογία, αλλά για να διατρανώσουν μια εναλλακτική δυνατότητα απέναντι στη μαζική κουλτούρα, τη βιομηχανοποιημένη παραγωγή, τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Σκέφτομαι, για παράδειγμα, την ακτιβιστική ομάδα Revolutionary Knitting Circle, που ιδρύθηκε πριν από περίπου δέκα χρόνια στον Καναδά με πρωτοβουλία του ακτιβιστή, ειρηνιστή και περιβαλλοντολόγου Γκραντ Νόιφελντ. Μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκδηλώσεις της ήταν η δράση Global Knit-In: στη Συνδιάσκεψη των G8 στο Κανανάσκις του Καναδά παρέες γυναικών και ανδρών βάλθηκαν να πλέκουν έξω από χρηματιστηριακά γραφεία και τράπεζες, συνεπικουρούμενες από τις ηλικιωμένες ακτιβίστριες της ομάδας των Raging Grannies (Οργισμένες Γιαγιάδες), πριν ξεχυθούν σε μια μαζική διαδήλωση στην Οτάβα, όπου έστησαν ένα “κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας” φτιαγμένο από πλεκτά τετραγωνάκια. Το πλέξιμο έχει γίνει στις μέρες μας το επίλεκτο μέσο της αντικαπιταλιστικής διαμαρτυρίας, ισχυρό αντίβαρο στην υπαρξιακή δυσφορία μέσα σ’ έναν διαρκώς ομογενοποιούμενο πλανήτη».
• Σήμερα αρκετοί πλέκουν είτε για λόγους οικονομίας, να κάνουν δηλαδή μόνοι τα ρούχα τους, είτε για να ξεφύγει το μυαλό τους από τη ζοφερή πραγματικότητα. Είναι το πλέξιμο και αντίδοτο στην κρίση;
«Οχι, δεν κάνεις οικονομία πλέκοντας τα ρούχα σου, το μαλλί είναι πια πολύ ακριβό. Ούτε απομακρύνεσαι από τη ζοφερή πραγματικότητα, γιατί ο συνδυασμός αυτοσυγκέντρωσης και ρυθμικής επανάληψης, ο οποίος ορίζει το πλέξιμο, δημιουργεί μια συνθήκη που ευνοεί τη σκέψη, την ενδοσκόπηση ή και την αναμέτρηση με τα φαντάσματά μας. Αν το πλέξιμο μπορεί να λειτουργήσει σαν αντίδοτο στην κρίση δεν ξέρω – πιστεύω όμως ότι αντίδοτο στην αποθάρρυνση και την απελπισία είναι ό,τι αγαπάει κανείς, ό,τι κάνει με θέρμη και αφοσίωση».
p.spinou@efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου