http://www.kathimerini.gr/760202/article/ta3idia/ta3idiwtika-nea/to-parisi-toy-19oy-ai-sth-nea-yorkh
«Ο Ουγκολίνο και οι γιοι του» (Μητροπολιτικό Μουσείο, Νέα Υόρκη).
Στη Νέα Υόρκη, στις αίθουσες του
Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης, το Παρίσι του 19ου αιώνα έχει την
τιμητική του. Από τη μια, είναι οι δύο εκθέσεις φωτογραφίας που
προβάλλουν το μεγάλο πολεοδομικό και κοινωνικό σχίσμα ανάμεσα στην παλιά
και τη νέα πόλη και, από την άλλη, είναι η ακαδημαϊκή, αλλά τόσο
ιδιαίτερη, γλυπτική κυρίως τέχνη του Ζαν-Μπατίστ Καρπό (Jean-Baptiste
Carpeaux).
Oι εκθέσεις φωτογραφίας του Charles Marville (1813-1879) και η ομαδική «To Παρίσι ως Μούσα, 1840s-1930s» (με έργα από τον Nαντάρ ώς τον Μπρεσόν) δημιουργούν το απαραίτητο ημίφως και δίνουν ψιθύρους και κραδασμούς, πριν μπει κανείς στη λάμψη του Ζαν Μπατίστ-Καρπό. Λίγοι καλλιτέχνες συμπυκνώνουν τόσο απόλυτα, αλλά και τόσο προσωπικά, το πνεύμα της Β΄ Γαλλικής Αυτοκρατορίας (1851-1870) που κατέρρευσε με τα συντρίμμια του γαλλοπρωσικού πολέμου. Λίγοι καλλιτέχνες απέδωσαν τόσο βαθιά το πνεύμα της μεγαλομανούς αλλά και νεωτερικής, κατά έναν τρόπο, αυτοκρατορίας, που μας παρέδωσε το νέο Παρίσι, του βαρώνου Haussmann.
Και είναι αυτό το «νέο» Παρίσι του 1860-1870 που ήταν η πολεοδομική και αισθητική αποτύπωση των ιδεών που είχε για τη Γαλλία (ηγέτιδα των κρατών) ο αυτοκράτωρ Ναπολέων Γ΄ και η επίσης ισχυρή, ως προσωπικότητα και επιρροή, ισπανικής καταγωγής αυτοκράτειρα Ευγενία. Ο Καρπό, αν και μικροαστός στην καταγωγή, έφτασε να γίνει ευνοούμενος του παλατιού και να κερδίσει πολλές αναθέσεις, καθώς στο ύφος του ισορροπούσαν με λεπτότητα το ακαδημαϊκό παρελθόν και ένα προσωπικό ιδίωμα «σάρκινου» ρεαλισμού, που σαγήνευε και προκαλούσε.
Αυτό το Παρίσι, αυτού του ανθρώπου που πέθανε πολύ νωρίς, στα 48 του χρόνια, φωτίζεται αυτήν την περίοδο στο Μητροπολιτικό Μουσείο. Και είναι ενδιαφέρον να σταθεί κανείς και να εξετάσει το είδος της φωτεινής δέσμης με την οποία η δική μας εποχή λούζει το Παρίσι του Ναπολέοντος Γ΄. Και είναι ενδιαφέρον γιατί στη διάρκεια του 20ού αιώνα, και για μεγάλη χρονική περίοδο, η Β΄ Γαλλική Αυτοκρατορία, με το σαφές δημοκρατικό της έλλειμμα και με την κατευνασμένη ορμή του «1848», με το πομπώδες αισθητικό της αποτύπωμα και την εθνική υπεροψία της, λογιζόταν από πολλούς ως ένα κατ’ εξοχήν παρακμιακό καθεστώς.
Ακόμη και η πολεοδομική επανάσταση του Haussmann, εις βάρος των «ανθυγιεινών» μαιάνδρων του μεσαιωνικού Παρισιού που σαρώθηκε για να δώσει τη θέση του σε λαμπρές τριαξονικές λεωφόρους και να προβάλει τον τύπο της παρισινής πολυκατοικίας του 19ου αιώνα, αμφισβητήθηκε ως έκφραση αυταρχισμού.
Ομως, ο χρόνος έρχεται και ξαναθέτει τα ερωτήματα ανανεώνοντας διαρκώς τη ματιά μας. Σήμερα, ο Ζαν-Μπατίστ Καρπό, δάσκαλος σπουδαίων καλλιτεχνών και μαθητής του François Rude (δικό του το ανάγλυφο της Μασσαλιώτιδας στην Αψίδα του Θριάμβου), έρχεται με αυτήν την έκθεση, την πρώτη αναδρομική έπειτα από 39 χρόνια, να διεκδικήσει μία υψηλότερη θέση.
Εργα έχουν έρθει στη Νέα Υόρκη από κορυφαία μουσεία και συλλογές, όπως από το Μουσείο Ορσέ αλλά και από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βαλενσιέν (γενέτειρας του Καρπό). Και βεβαίως, το Λούβρο, το Petit Palais και η περίφημη Γλυπτοθήκη Ny Carlsberg της Κοπεγχάγης έστειλαν έργα. Το αποτέλεσμα είναι πληθωρικό, γεμίζει το βλέμμα με τα βελούδινα γλυπτά του Καρπό, κατά τρόπο απόλυτο, «σωματικό», εξαντλητικό. Εύκολα διακρίνει κανείς την ιταλική επιρροή.
Ο Καρπό, μετά τις σπουδές του, κέρδισε το Βραβείο της Ρώμης (1854) και αυτό τον οδήγησε στη μήτρα πασών των τεχνών, στην Ιταλία, όπου διέμεινε από το 1854 ώς το 1861. Οταν γύρισε στο Παρίσι, ήταν έτοιμος, έχοντας περάσει στο αίμα του τον μπαρόκ «διαγώνιο» τρόπο που θρυμμάτιζε την κλασική αναπαράσταση και παρέδιδε τα σώματα σε αγωνία, σε τύρβη, σε συμπλέγματα.
Ορισμένα γλυπτά του αγαπήθηκαν στην εποχή του τόσο πολύ, που αναπαράγονταν σε χίλιες-δύο μορφές, έγιναν «θυρεοί» μιας κοινωνίας που είχε ερωτευθεί τον εαυτό της. Πάνω απ’ όλα, τα έργα του Καρπό είναι δημιουργήματα υψηλής τεχνικής και υψηλής αισθητικής. Αυτό και μόνο είναι πολύ.
Έντυπη
Oι εκθέσεις φωτογραφίας του Charles Marville (1813-1879) και η ομαδική «To Παρίσι ως Μούσα, 1840s-1930s» (με έργα από τον Nαντάρ ώς τον Μπρεσόν) δημιουργούν το απαραίτητο ημίφως και δίνουν ψιθύρους και κραδασμούς, πριν μπει κανείς στη λάμψη του Ζαν Μπατίστ-Καρπό. Λίγοι καλλιτέχνες συμπυκνώνουν τόσο απόλυτα, αλλά και τόσο προσωπικά, το πνεύμα της Β΄ Γαλλικής Αυτοκρατορίας (1851-1870) που κατέρρευσε με τα συντρίμμια του γαλλοπρωσικού πολέμου. Λίγοι καλλιτέχνες απέδωσαν τόσο βαθιά το πνεύμα της μεγαλομανούς αλλά και νεωτερικής, κατά έναν τρόπο, αυτοκρατορίας, που μας παρέδωσε το νέο Παρίσι, του βαρώνου Haussmann.
Και είναι αυτό το «νέο» Παρίσι του 1860-1870 που ήταν η πολεοδομική και αισθητική αποτύπωση των ιδεών που είχε για τη Γαλλία (ηγέτιδα των κρατών) ο αυτοκράτωρ Ναπολέων Γ΄ και η επίσης ισχυρή, ως προσωπικότητα και επιρροή, ισπανικής καταγωγής αυτοκράτειρα Ευγενία. Ο Καρπό, αν και μικροαστός στην καταγωγή, έφτασε να γίνει ευνοούμενος του παλατιού και να κερδίσει πολλές αναθέσεις, καθώς στο ύφος του ισορροπούσαν με λεπτότητα το ακαδημαϊκό παρελθόν και ένα προσωπικό ιδίωμα «σάρκινου» ρεαλισμού, που σαγήνευε και προκαλούσε.
Αυτό το Παρίσι, αυτού του ανθρώπου που πέθανε πολύ νωρίς, στα 48 του χρόνια, φωτίζεται αυτήν την περίοδο στο Μητροπολιτικό Μουσείο. Και είναι ενδιαφέρον να σταθεί κανείς και να εξετάσει το είδος της φωτεινής δέσμης με την οποία η δική μας εποχή λούζει το Παρίσι του Ναπολέοντος Γ΄. Και είναι ενδιαφέρον γιατί στη διάρκεια του 20ού αιώνα, και για μεγάλη χρονική περίοδο, η Β΄ Γαλλική Αυτοκρατορία, με το σαφές δημοκρατικό της έλλειμμα και με την κατευνασμένη ορμή του «1848», με το πομπώδες αισθητικό της αποτύπωμα και την εθνική υπεροψία της, λογιζόταν από πολλούς ως ένα κατ’ εξοχήν παρακμιακό καθεστώς.
Ακόμη και η πολεοδομική επανάσταση του Haussmann, εις βάρος των «ανθυγιεινών» μαιάνδρων του μεσαιωνικού Παρισιού που σαρώθηκε για να δώσει τη θέση του σε λαμπρές τριαξονικές λεωφόρους και να προβάλει τον τύπο της παρισινής πολυκατοικίας του 19ου αιώνα, αμφισβητήθηκε ως έκφραση αυταρχισμού.
Ομως, ο χρόνος έρχεται και ξαναθέτει τα ερωτήματα ανανεώνοντας διαρκώς τη ματιά μας. Σήμερα, ο Ζαν-Μπατίστ Καρπό, δάσκαλος σπουδαίων καλλιτεχνών και μαθητής του François Rude (δικό του το ανάγλυφο της Μασσαλιώτιδας στην Αψίδα του Θριάμβου), έρχεται με αυτήν την έκθεση, την πρώτη αναδρομική έπειτα από 39 χρόνια, να διεκδικήσει μία υψηλότερη θέση.
Εργα έχουν έρθει στη Νέα Υόρκη από κορυφαία μουσεία και συλλογές, όπως από το Μουσείο Ορσέ αλλά και από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βαλενσιέν (γενέτειρας του Καρπό). Και βεβαίως, το Λούβρο, το Petit Palais και η περίφημη Γλυπτοθήκη Ny Carlsberg της Κοπεγχάγης έστειλαν έργα. Το αποτέλεσμα είναι πληθωρικό, γεμίζει το βλέμμα με τα βελούδινα γλυπτά του Καρπό, κατά τρόπο απόλυτο, «σωματικό», εξαντλητικό. Εύκολα διακρίνει κανείς την ιταλική επιρροή.
Ο Καρπό, μετά τις σπουδές του, κέρδισε το Βραβείο της Ρώμης (1854) και αυτό τον οδήγησε στη μήτρα πασών των τεχνών, στην Ιταλία, όπου διέμεινε από το 1854 ώς το 1861. Οταν γύρισε στο Παρίσι, ήταν έτοιμος, έχοντας περάσει στο αίμα του τον μπαρόκ «διαγώνιο» τρόπο που θρυμμάτιζε την κλασική αναπαράσταση και παρέδιδε τα σώματα σε αγωνία, σε τύρβη, σε συμπλέγματα.
Ορισμένα γλυπτά του αγαπήθηκαν στην εποχή του τόσο πολύ, που αναπαράγονταν σε χίλιες-δύο μορφές, έγιναν «θυρεοί» μιας κοινωνίας που είχε ερωτευθεί τον εαυτό της. Πάνω απ’ όλα, τα έργα του Καρπό είναι δημιουργήματα υψηλής τεχνικής και υψηλής αισθητικής. Αυτό και μόνο είναι πολύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου