Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Η γέννηση ενός αριστουργήματος

Έντυπη Έκδοση

Το μυθιστόρημα «Εκατό χρόνια μοναξιά» -ΤΟ ΜΥΘΙ-ΣΤΟΡΗΜΑ ΤΗΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ!- είχε μία δύσκολη γέννα, μία δυσκολότερη αποστολή του χειρογράφου προς τον εκδότη του και μία εύκολη, πανεύκολη αποδοχή από φίλους του και κυρίως από τους αναγνώστες όλου του κόσμου.
Περί τα είκοσι χρόνια περίμενε ο Κολομβιανός συγγραφέας να γεννηθεί αυτή η μακρά παραμυθένια αφήγηση εκατό χρόνων κολομβιανής ιστορίας. Οταν ετοίμασε το πακέτο με τα χειρόγραφα -490 δακτυλογραφημένες σελίδες- έβαλε ενέχυρο τη θερμάστρα, το μίξερ και το πιστολάκι μαλλιών, γιατί τα χρήματα (πενήντα πέσο) που είχαν ο Μάρκες και η σύζυγός του Μερσέδες έφθαναν για να στείλουν το μισό βιβλίο! Η φωνή του υπαλλήλου του ταχυδρομείου ακούστηκε σαν απειλή ματαίωσης του εγχειρήματος: «Ογδόντα δύο πέσο!».

Αποδέκτης των δακτυλόγραφων, ο εκδοτικός οίκος Sudamericana με έδρα το Μπουένος Αϊρες. Για την έκδοση του μυθιστορήματος-σταθμού στην παγκόσμια λογοτεχνία μεσολάβησε ο φίλος τού Γκάμπο ή Γκαμπίτο -όπως ήταν τα χαϊδευτικά προσωνύμια τού Μάρκες- Λουίς Χαρς. Ο υπεύθυνος των εκδόσεων Φρανσίσκο «Πάκο» Πορούα θα ομολογήσει αργότερα:
«Δεν είχα ακούσει ποτέ για τον Γκαρσία Μάρκες μέχρι που μου τον ανέφερε ο Χαρς. Και να τος, μαζί με τον Μπόρχες, τον Ρούλφο... και τους άλλους μεγάλους. Ετσι, το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν: "Ποιος είναι αυτός;''».
Οταν το βιβλίο έχει φθάσει στα χέρια φίλων του και η αποδοχή είχε -εν μέσω δικών του ανθρώπων- χτυπήσει κόκκινο, απαντά, με μακροσκελή επιστολή, στην ερώτηση «Πώς γράφεις;» του κολλητού του, του δημοσιογράφου Πλίνιο Μεντόσα:
«Προσπαθώ να απαντήσω χωρίς σεμνότητα στην ερώτησή σου ως προς το πώς γράφω. Στην πραγματικότητα, το ''Εκατό χρόνια μοναξιά'' ήταν το πρώτο μυθιστόρημα που προσπάθησα να γράψω όταν ήμουν δεκαεπτά με τίτλο ''Το σπίτι'', το οποίο και παράτησα έπειτα από λίγο επειδή παραήταν μεγάλο για μένα.
»Από τότε ποτέ δεν έπαψα να το σκέφτομαι, προσπαθούσα να το δω νοερά, να βρω τον πιο αποτελεσματικό τρόπο να το αφηγηθώ και μπορώ να σου πω ότι η πρώτη παράγραφος είναι ίδια και απαράλλαχτη με την πρώτη παράγραφο που έγραψα είκοσι χρόνια πριν.
»Το συμπέρασμά μου από όλα αυτά είναι ότι όταν έχεις ένα θέμα που σε κυνηγάει, αρχίζει να διογκώνεται στο κεφάλι σου για μεγάλο χρονικό διάστημα και την ημέρα που εκρήγνυται πρέπει να κάτσεις να το αποτυπώσεις σε μια γραφομηχανή ή αλλιώς διατρέχεις τον κίνδυνο να σκοτώσεις τη γυναίκα σου... [...]»
Πόσο, όμως, χρόνο πήρε του Μάρκες για να ολοκληρώσει το αριστούργημά του; Από τον Ιούλιο του 1965 έως τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο του 1966, με πολλά διαλείμματα, αλλά πάντα υποστήριζε ότι διήρκεσε δεκαοκτώ μήνες. Ισως επειδή στην πραγματικότητα του είχε πάρει δεκαοκτώ χρόνια -δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σ' όλη του τη ζωή ο Μάρκες έφτιαχνε ιστορίες με το μυαλό του, πάντα με κάποιες υπερβολές.
Ο Μάρκες, όταν το μυθιστόρημα του χάρισε φήμη και δόξα, θα εξομολογηθεί ορισμένα πρακτικά ζητήματα της συγγραφής. Οτι είχε γράψει 1.300 σελίδες, από τις οποίες τελικά έστειλε στον εκδότη του 490. Οτι είχε καπνίσει 30.000 τσιγάρα και ότι χρωστούσε 120.000 πέσο.
Ο Κολομβιανός νομπελίστας -μεσολάβησαν κοντά είκοσι χρόνια έως ότου του απονεμηθεί το μεγάλο σουηδικό βραβείο Λογοτεχνίας- πήγαινε με το αυτοκίνητο τους γιους του το πρωί στο σχολείο, καθόταν στο γραφείο του στις 8. 30 και δούλευε ασταμάτητα μέχρι τις 2.30 μετά το μεσημέρι, όταν τα δύο αγόρια επέστρεφαν σπίτι.
Εκείνα θυμούνται τον πατέρα τους σαν έναν άνθρωπο φυλακισμένο σε ένα μικρό δωμάτιο, χαμένο μέσα στο γαλάζιο καπνό από τα τσιγάρα, έναν άνθρωπο που αγνοούσε σχεδόν την ύπαρξή τους, εμφανιζόταν μόνο για να φάει και απαντούσε στις ερωτήσεις τους αφηρημένα και αόριστα. Δεν μπορούσαν να υποψιαστούν ότι όλα αυτά τα ενσωμάτωνε -μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια- στο «παμφάγο» μυθιστόρημά του.
Ο Μάρκες δεν είναι ακόμη ο διεθνώς αναγνωρισμένος συγγραφέας, ο διαμεσολαβητής υπέρ της Κολομβίας, ο φίλος του Πάλμε, του Μιτεράν, του Γκονσάλες, του Κλίντον -φανατικός αναγνώστης του ο τελευταίος!
Καθώς έγραφε το «Εκατό χρόνια μοναξιά» υποσχόταν στους δανειστές του ότι θα τους εξοφλήσει όταν το τελειώσει. Θυμόταν ο ίδιος:
«Από την πρώτη στιγμή, πολύ προτού εκδοθεί, το βιβλίο ασκούσε μια μαγική δύναμη σε όλους όσοι κατά κάποιον τρόπο έρχονταν σε επαφή μαζί μου: φίλοι, γραμματείς κ.λπ., ακόμη και άνθρωποι όπως ο χασάπης ή ο σπιτονοικοκύρης μας, οι οποίοι περίμεναν να τελειώσω για να τους πληρώσω.
»Χρωστούσαμε τα νοίκια οκτώ μηνών. Στους τρεις μήνες, η Μερσέδες (σ.σ. η σύζυγος Μάρκες) πήρε το σπιτονοικοκύρη και του είπε: ''Κοιτάξτε, δεν πρόκειται να σας πληρώσουμε αυτούς τους τρεις μήνες ούτε τους επόμενους έξι''. Πρώτα, με είχε ρωτήσει ''πότε νομίζεις ότι θα τελειώσεις;''. Κι εγώ της απάντησα σε περίπου πέντε μήνες. Ετσι, για να είναι σίγουρη, πρόσθεσε ακόμη ένα μήνα και μετά ο σπιτονοικοκύρης τής είπε ''αν μου δώσετε το λόγο σας, εντάξει, θα περιμένω μέχρι τον Σεπτέμβριο''. Και τον Σεπτέμβριο, πήγαμε να τον πληρώσουμε...».
Αυτή ήταν η δύσκολη γέννα ενός μεγάλου έργου, του «Εκατό χρόνια μοναξιά»... 7
Για την ολοκλήρωση αυτού του άρθρου βοηθήθηκα πολύ από το βιβλίο του Τζέραλντ Μάρτιν «Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Η βιογραφία του» (μτφρ. Αδωνις Σάμσων, εκδόσεις Μικρή Αρκτος).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου