Το συγκρότημα στις παρυφές του Λυκαβηττού,
ένα από τα 100 έργα που σημάδεψαν την ελληνική αρχιτεκτονική τον 20ό
αιώνα, άλλαξε. Πουλήθηκε, παραδόθηκε σε αρχιτεκτονική ομάδα με εύσημα,
οι αντιδράσεις, όμως, για μετατροπή του σε διαμερίσματα με καίριες,
μάλιστα, παρεμβάσεις ήταν μεγάλες. Το πρόβλημα ξεπεράστηκε και σήμερα
είναι σχεδόν έτοιμο. Ξεναγηθήκαμε και σας το παρουσιάζουμε. Μαζί με τη
σπουδαία ιστορία ενός δημιουργήματος του Κωνσταντίνου Δοξιάδη
Της Χαράς Τζαναβάρα
Πόση δόση «νέου» μπορεί να αντέξει ένα κτίριο που έχει γράψει τη δική του ιστορία και έχει αναδειχθεί σε «τοπόσημο» (landmark) μιας ολόκληρης περιοχής; Το ερώτημα γεννιέται σχεδόν αυθόρμητα για τον απλό παρατηρητή που, ανηφορίζοντας τη Δημοκρίτου, φτάνει στη Στρατιωτικού Συνδέσμου και τις Σχολές Δοξιάδη.
Το συγκρότημα δεν είναι «μνημείο» με τον τρέχοντα ορισμό της λέξης, αλλά δεν περιλαμβάνεται τυχαίως στα 100 έργα που σημάδεψαν την ελληνική αρχιτεκτονική τον 20ό αιώνα. Εργο του πρωτοπόρου αρχιτέκτονα και κυρίως πολεοδόμου Κωνσταντίνου Δοξιάδη (1913-1975), άρχισε να κατασκευάζεται το 1955, όταν η ζώνη γύρω από τον περιφερειακό του Λυκαβηττού ήταν ακόμη αραιοδομημένη. Το προνομιακό οικόπεδο των 1.700 τετραγωνικών προέκυψε με διαδοχικές αγορές μικρότερων ακινήτων και αυτό συνέβαλε στη σταδιακή δόμησή του, που ολοκληρώθηκε το 1961. Το αρχικό κτίριο είναι αυτό που καταλαμβάνει τη βορειοδυτική πλευρά.
Επιστρατεύοντας το ταλέντο και την πείρα από σημαντικά έργα που προηγήθηκαν, ο Δοξιάδης ξεδίπλωσε στο συγκεκριμένο κτίριο τον καλύτερο εαυτό του. Αλλωστε είχε την «πολυτέλεια» να είναι μελετητής και ιδιοκτήτης του. Η διπλή ιδιότητα του εξασφάλιζε απόλυτη ελευθερία κινήσεων, επιτρέποντάς του να πειραματιστεί με αρχιτεκτονικές λύσεις που ήταν απαγορευτικές στις κατασκευές του συρμού.
Διέταξε στον χώρο με μαεστρία τα 11.700 τετραγωνικά του συγκροτήματος και, αξιοποιώντας την κλίση του φυσικού εδάφους και τα ασύμμετρα ύψη της κάθε πτέρυγας, κατάφερε να το εναρμονίσει με την τοπογραφία του Λυκαβηττού. Αυτή η υποδειγματική συνύπαρξη του φυσικού και του δομημένου αποτυπώνεται σε φωτογραφίες της δεκαετίας του 1960.
Εντυπωσιακά για την εποχή ήταν τα μεγάλα ανοίγματα που επιτεύχθηκαν χάρη στην αξιοποίηση των «κρυμμένων» ιδιοτήτων του τσιμέντου. Οι εσωτερικές κολόνες εξαφανίστηκαν χάρη στα «φατνώματα», τις ειδικής κατασκευής κυψελωτές οροφές. Με αυτό το τρικ απέφυγε τα σταθερά εσωτερικά χωρίσματα και πέτυχε την ευελιξία των χώρων που μπορούσαν να μεταμορφώνονται ανάλογα με τις ανάγκες. Η λιτή διαμόρφωση των όψεων είχε για μοναδικά στολίδια τις χρωματιστές πινελιές σε επιλεγμένους τοίχους, διά χειρός Γιάννη Τσαρούχη, που διετέλεσε καθηγητής στις σχολές. Στο ισόγειο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κλωστρά, ένα είδος διάτρητου τοίχου που προστάτευε το εσωτερικό από αδιάκριτα μάτια, χωρίς όμως να το σκοτεινιάζει.
Το πρωτοποριακό του εύρημα είναι το αίθριο, η εσωτερική αυλή γύρω από την οποία αναπτύσσονται οι πτέρυγες του συγκροτήματος. Δίνει «αέρα» στο κτίριο, εξασφαλίζει φυσικό φωτισμό και αερισμό, ενώ παραπέμπει στην αρχιτεκτονική των αρχαίων ναών αλλά και των λαϊκών σπιτιών της Αθήνας του 19ου αιώνα. Σήμερα είναι must του βιοκλιματικού σχεδιασμού, τότε όμως δεν υπήρχε καν στο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Αλλωστε το «χάρισμα» τετραγωνικών για χάρη του ανθρωποκεντρικού σχεδιασμού ισοδυναμούσε με επαγγελματική αυτοκτονία στις δεκαετίες του 1950-60, όταν με την αποθέωση της αντιπαροχής η Αθήνα έγινε «τσιμέντο».
Σε αυτό το αίθριο διαμόρφωσε μια υδάτινη γωνιά με γεωμετρική διάταξη για να θυμίζει στους επισκέπτες ότι η περιοχή βρίσκεται πάνω στην κοίτη ρέματος του Ηριδανού. Σε συνδυασμό με τις φυτεμένες γωνιές, όπου κυριαρχούσε η ελιά, συνέβαλε στη διαμόρφωση του μικροκλίματος.
Πρωτοποριακές για την εποχή ήταν και άλλες επιλογές του Δοξιάδη, όπως το αμφιθέατρο για τις διαλέξεις που συμπλήρωναν τα μαθήματα, το οποίο δυστυχώς έχει καταργηθεί από χρόνια. Ομιλητές ήταν σημαντικές προσωπικότητες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αφού επί πολλά χρόνια επιστημονικός σύμβουλος των περίφημων Σχολών Δοξιάδη ήταν ο Ευάγγελος Παπανούτσος. Στο ισόγειο εγκαταστάθηκε και ο πρώτος ηλεκτρονικός υπολογιστής που λειτούργησε στη χώρα μας.
Οι περίφημες Σχολές Δοξιάδη έδωσαν πτυχίο και κυρίως ουσιαστικά εφόδια σε περισσότερους από 25.000 σχεδιαστές, εργοδηγούς και τεχνικούς. Επαψαν όμως να λειτουργούν λίγο πριν από τον θάνατο του ιδρυτή τους. Στη συνέχεια το συγκρότημα ήταν η έδρα της «Δέλτα Πληροφορική», της πρωτοπόρου εταιρείας στον τομέα των νέων τεχνολογιών. Η παρακμή όμως είχε ήδη αρχίσει.
………………………………………………………………………….
Η περιπέτεια της ανάπλασης
Διατηρητέο, αλλά όχι μνημειακό απολίθωμα
To 2008 το ακίνητο πωλήθηκε στην εταιρεία «Κυκλάμινο» που δημιούργησαν ο Χρήστος Ιωάννου, γιος του συλλέκτη και επιχειρηματία Δάκη Ιωάννου, και ο Μίλτος Καμπουρίδης, επικεφαλής της Dolfin Capital που ειδικεύεται στον τομέα ακινήτων.
Η απόφαση του επενδυτικού σχήματος να μετατρέψει το κτίριο σε πολυτελείς κατοικίες και να παρέμβει σε καθοριστικά στοιχεία του κτιρίου συνάντησε αντιδράσεις. Με παρέμβαση της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Monumenta, οι εργασίες διαμόρφωσης διακόπηκαν για ένα χρόνο. Πολύ γρήγορα στο κίνημα σωτηρίας προστέθηκαν η Σχολή Αρχιτεκτόνων του Πολυτεχνείου, ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων (ΣΑΔΑΣ) και το Τεχνικό Επιμελητήριο, που ανησυχούσαν για αλλοιώσεις στο κτίριο το οποίο θεωρούν κορυφαίο δείγμα του μοντερνισμού.
Οι εργασίες διακόπηκαν, και τον Απρίλιο του 2010 το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων πήρε μια «σολομώντεια» απόφαση. Ελαβε υπόψη του τα επιχειρήματα του αρχιτέκτονα Νικόλα Τραβασάρου, επικεφαλής του γραφείου Divercity, που ανέλαβε τη ριζική ανακαίνιση των Σχολών Δοξιάδη. Η Divercity δημιουργήθηκε το 2005 από μια ομάδα νέων αρχιτεκτόνων. Εχει στο ενεργητικό της αρκετά κτίρια στην Ελλαδα, στο Αμστερνταμ, στο Βερολίνο, στη Βαρκελώνη και στην Αμερική, ενώ έχει προταθεί δύο φορές για το ευρωπαϊκό βραβείο αρχιτεκτονικής Mies van der Rohe (2009 και 2013).
«Είναι ένα από τα λίγα ιδιωτικά κτίρια της Αθήνας που έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη με το όνομα του δημιουργού του», είχε πει παλιότερα ο Νικόλα Τραβασάρος για λογαριασμό της αρχιτεκτονικής ομάδας που ανέλαβε με θρησκευτική ευλάβεια τη μετατροπή του συγκροτήματος Δοξιάδη σε σύγχρονες κατοικίες. Δεν διστάζει να παραδεχτεί ότι πάντα θα κουβαλά τον μύθο του αρχικού μελετητή, που είχε εκπονήσει τα σχέδια ανάπλασης, σύμφωνα με τα οποία η νέα πρόταση σέβεται τον αρχικό σχεδιασμό και η μετατροπή του κτιρίου σε κατοικίες «δημιουργεί ένα ζωντανό κύτταρο στην πόλη και όχι ένα μνημειακό απολίθωμα».
Αρχικά, όμως, δεν υιοθετήθηκε η εισήγηση της διεύθυνσης Νεότερης και Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, που όριζε κανόνες προστασίας για ολόκληρο το κέλυφος του συγκροτήματος. Ακολούθησε κοινή απόφαση των τότε υπουργών Περιβάλλοντος και Πολιτισμού με την οποία το κτίριο κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο, αλλά στην ουσία δεν σώθηκε, αφού προστατεύονται μόνον ο φέρων οργανισμός, το αίθριο, τα κλιμακοστάσια και η όψη προς τη Στρατιωτικού Συνδέσμου.
Τέσσερα χρόνια μετά, το συγκρότημα One Athens, με τα 26 πολυτελή διαμερίσματα, επιφάνειας από 77 έως 721 τετραγωνικά, βρίσκεται σε φάση ολοκλήρωσης και σε λίγους μήνες θα υποδεχθεί τους πρώτους του ενοίκους. Η «Εφ.Συν.», με ξεναγούς τον development manager Χάρη Κηρύκο και την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων Ρία Ψούχλα, επισκέφθηκε τους νέους χώρους. Η πρώτη γεύση ήρθε από το αίθριο, όπου απομένει να επανέλθει η γεωμετρική, τεχνητή λιμνούλα που είχε χωροθετήσει ο Δοξιάδης. Η ελιά είναι στη θέση της, όπως και τα κλωστρά που κοσμούν την πρόσοψη και «θωρακίζουν» τον ιδιωτικό χώρο από αδιάκριτα μάτια διερχομένων.
Στο ισόγειο διαμορφώθηκαν μόνον κοινόχρηστοι χώροι. Γωνιές για προβολές ταινιών και άθληση, αλλά και εσωτερική πισίνα. Ξεχωρίζουν τα τέσσερα σπειροειδή κλιμακοστάσια από εμφανές μπετόν, με την ειδική κατασκευή από συμπαγές μέταλλο και ξύλο στην «καρδιά» τους, φέρουν την υπογραφή Δοξιάδη και έχουν διατηρηθεί με θρησκευτική ευλάβεια. Η μόνη αλλαγή αφορά τη λευκή βαφή, ώστε να δένει με τις αποχρώσεις του γκρι που κυριαρχούν σε όλους τους χώρους.
Στους ορόφους έχουν διαμορφωθεί διαμερίσματα διαφόρων διαστάσεων, ενώ στους υψηλούς ορόφους κυριαρχούν τα πολυτελή ρετιρέ. Παντού διατηρούνται οι κυψελωτές οροφές, που έχουν συμπληρωθεί με ειδικές κατασκευές ώστε να ενσωματωθούν οι φωτισμοί και οι άλλες εγκαταστάσεις. Από τα ιδιαίτερης επιλογής στοιχεία κατασκευής ξεχωρίζει το φωτοδιαπερατό μπετόν (translucent concrete). Ενα σχεδόν μαγικό υλικό που χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στη χώρα μας και θωρακίζει τους ιδιωτικούς χώρους από τα αδιάκριτα βλέμματα τρίτων χωρίς να σκοτεινιάζει τους εσωτερικούς χώρους. Επιστρατεύθηκε για την κατασκευή των κουφωμάτων που με αυτή την επιλογή εναρμονίζονται με τους λιγοστούς εξωτερικούς τοίχους από γκρι μάρμαρο Αλιβερίου, ξεγελώντας και το πιο έμπειρο μάτι.
Το καμουφλάζ με τα πρωτοποριακά κουφώματα αποθεώνεται στην πρόσοψη επί της Στρατιωτικού Συνδέσμου. Η εικόνα όμως αλλάζει προς την πλευρά του περιφερειακού του Λυκαβηττού, που δεν είναι διατηρητέα. Διαμορφώθηκαν μπαλκόνια σε εξοχές με τη μορφή «κουτιών», τα οποία προστατεύονται από γυάλινα πετάσματα που προτιμήθηκαν από τα παραδοσιακά κάγκελα για να μη χάνεται ούτε σπιθαμή από τη θέα προς το δάσος και τον λόφο. Αποφεύχθηκαν τα σποτάκια, και ο φωτισμός εξασφαλίζεται από ειδικά στοιχεία που είναι ενσωματωμένα στο δάπεδο και δίνουν μια ξεχωριστή διάσταση στη νύχτα.
Η καλύτερη γωνιά βρίσκεται στον ένατο όροφο, όπου έχει διαμορφωθεί άλλος ένα κοινόχρηστος χώρος με μοναδική θέα προς την Ακρόπολη και τον λόφο του Λυκαβηττού.
…………………………………………………………………………………………………………………………..
Αρχιτέκτονας και πολεοδόμος της ανθρώπινης κλίμακας
Πολίτης του κόσμου, με σπουδές υψηλού επιπέδου και οράματα πολύ πιο μπροστά από την εποχή του, ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης ευτύχησε να σχεδιάσει σημαντικά κτίρια στη χώρα μας, όπως το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, το ξενοδοχείο «Μακεδονία Παλλάς» στη Θεσσαλονίκη, καθώς και πολλές πανεπιστημιακές σχολές. Δεν είναι όμως γνωστό στο ευρύ κοινό ότι στη δεκαετία του 1950 ταξίδεψε στο εξωτερικό και είχε την τύχη να σχεδιάσει ολόκληρες πόλεις, όπως το Ισλαμαμπάντ, που θεωρείται ώς σήμερα υπόδειγμα πολεοδομικής οργάνωσης, καθώς και ένα τμήμα στο Ρίο ντε Ζανέιρο.
Πίστευε ακράδαντα στην οργάνωση του χώρου και από το 1960, με την υψηλού επιπέδου ομάδα του, παρουσίασε την πρότασή του για το πρώτο εθνικό χωροταξικό της Ελλάδας, που δυστυχώς δεν υιοθετήθηκε. Χαρακτήριζε «έγκλημα την απώλεια της ανθρώπινης κλίμακας» και ονειρευόταν κτίρια που θα εξασφάλιζαν την ισορροπία του ανθρώπου με τη φύση, με ανοιχτούς για τους πολίτες ισόγειους χώρους. Απεχθανόταν τα υψηλά κτίρια που άρχιζαν να «ξεφυτρώνουν» στην Αθήνα και είχε ζητήσει να επιβάλλεται σε αυτά υψηλότερη φορολογία.
h.tzanavara@efsyn.gr
Της Χαράς Τζαναβάρα
Πόση δόση «νέου» μπορεί να αντέξει ένα κτίριο που έχει γράψει τη δική του ιστορία και έχει αναδειχθεί σε «τοπόσημο» (landmark) μιας ολόκληρης περιοχής; Το ερώτημα γεννιέται σχεδόν αυθόρμητα για τον απλό παρατηρητή που, ανηφορίζοντας τη Δημοκρίτου, φτάνει στη Στρατιωτικού Συνδέσμου και τις Σχολές Δοξιάδη.
Το συγκρότημα δεν είναι «μνημείο» με τον τρέχοντα ορισμό της λέξης, αλλά δεν περιλαμβάνεται τυχαίως στα 100 έργα που σημάδεψαν την ελληνική αρχιτεκτονική τον 20ό αιώνα. Εργο του πρωτοπόρου αρχιτέκτονα και κυρίως πολεοδόμου Κωνσταντίνου Δοξιάδη (1913-1975), άρχισε να κατασκευάζεται το 1955, όταν η ζώνη γύρω από τον περιφερειακό του Λυκαβηττού ήταν ακόμη αραιοδομημένη. Το προνομιακό οικόπεδο των 1.700 τετραγωνικών προέκυψε με διαδοχικές αγορές μικρότερων ακινήτων και αυτό συνέβαλε στη σταδιακή δόμησή του, που ολοκληρώθηκε το 1961. Το αρχικό κτίριο είναι αυτό που καταλαμβάνει τη βορειοδυτική πλευρά.
Επιστρατεύοντας το ταλέντο και την πείρα από σημαντικά έργα που προηγήθηκαν, ο Δοξιάδης ξεδίπλωσε στο συγκεκριμένο κτίριο τον καλύτερο εαυτό του. Αλλωστε είχε την «πολυτέλεια» να είναι μελετητής και ιδιοκτήτης του. Η διπλή ιδιότητα του εξασφάλιζε απόλυτη ελευθερία κινήσεων, επιτρέποντάς του να πειραματιστεί με αρχιτεκτονικές λύσεις που ήταν απαγορευτικές στις κατασκευές του συρμού.
Διέταξε στον χώρο με μαεστρία τα 11.700 τετραγωνικά του συγκροτήματος και, αξιοποιώντας την κλίση του φυσικού εδάφους και τα ασύμμετρα ύψη της κάθε πτέρυγας, κατάφερε να το εναρμονίσει με την τοπογραφία του Λυκαβηττού. Αυτή η υποδειγματική συνύπαρξη του φυσικού και του δομημένου αποτυπώνεται σε φωτογραφίες της δεκαετίας του 1960.
Εντυπωσιακά για την εποχή ήταν τα μεγάλα ανοίγματα που επιτεύχθηκαν χάρη στην αξιοποίηση των «κρυμμένων» ιδιοτήτων του τσιμέντου. Οι εσωτερικές κολόνες εξαφανίστηκαν χάρη στα «φατνώματα», τις ειδικής κατασκευής κυψελωτές οροφές. Με αυτό το τρικ απέφυγε τα σταθερά εσωτερικά χωρίσματα και πέτυχε την ευελιξία των χώρων που μπορούσαν να μεταμορφώνονται ανάλογα με τις ανάγκες. Η λιτή διαμόρφωση των όψεων είχε για μοναδικά στολίδια τις χρωματιστές πινελιές σε επιλεγμένους τοίχους, διά χειρός Γιάννη Τσαρούχη, που διετέλεσε καθηγητής στις σχολές. Στο ισόγειο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κλωστρά, ένα είδος διάτρητου τοίχου που προστάτευε το εσωτερικό από αδιάκριτα μάτια, χωρίς όμως να το σκοτεινιάζει.
Το πρωτοποριακό του εύρημα είναι το αίθριο, η εσωτερική αυλή γύρω από την οποία αναπτύσσονται οι πτέρυγες του συγκροτήματος. Δίνει «αέρα» στο κτίριο, εξασφαλίζει φυσικό φωτισμό και αερισμό, ενώ παραπέμπει στην αρχιτεκτονική των αρχαίων ναών αλλά και των λαϊκών σπιτιών της Αθήνας του 19ου αιώνα. Σήμερα είναι must του βιοκλιματικού σχεδιασμού, τότε όμως δεν υπήρχε καν στο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Αλλωστε το «χάρισμα» τετραγωνικών για χάρη του ανθρωποκεντρικού σχεδιασμού ισοδυναμούσε με επαγγελματική αυτοκτονία στις δεκαετίες του 1950-60, όταν με την αποθέωση της αντιπαροχής η Αθήνα έγινε «τσιμέντο».
Σε αυτό το αίθριο διαμόρφωσε μια υδάτινη γωνιά με γεωμετρική διάταξη για να θυμίζει στους επισκέπτες ότι η περιοχή βρίσκεται πάνω στην κοίτη ρέματος του Ηριδανού. Σε συνδυασμό με τις φυτεμένες γωνιές, όπου κυριαρχούσε η ελιά, συνέβαλε στη διαμόρφωση του μικροκλίματος.
Πρωτοποριακές για την εποχή ήταν και άλλες επιλογές του Δοξιάδη, όπως το αμφιθέατρο για τις διαλέξεις που συμπλήρωναν τα μαθήματα, το οποίο δυστυχώς έχει καταργηθεί από χρόνια. Ομιλητές ήταν σημαντικές προσωπικότητες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αφού επί πολλά χρόνια επιστημονικός σύμβουλος των περίφημων Σχολών Δοξιάδη ήταν ο Ευάγγελος Παπανούτσος. Στο ισόγειο εγκαταστάθηκε και ο πρώτος ηλεκτρονικός υπολογιστής που λειτούργησε στη χώρα μας.
Οι περίφημες Σχολές Δοξιάδη έδωσαν πτυχίο και κυρίως ουσιαστικά εφόδια σε περισσότερους από 25.000 σχεδιαστές, εργοδηγούς και τεχνικούς. Επαψαν όμως να λειτουργούν λίγο πριν από τον θάνατο του ιδρυτή τους. Στη συνέχεια το συγκρότημα ήταν η έδρα της «Δέλτα Πληροφορική», της πρωτοπόρου εταιρείας στον τομέα των νέων τεχνολογιών. Η παρακμή όμως είχε ήδη αρχίσει.
………………………………………………………………………….
Η περιπέτεια της ανάπλασης
Διατηρητέο, αλλά όχι μνημειακό απολίθωμα
To 2008 το ακίνητο πωλήθηκε στην εταιρεία «Κυκλάμινο» που δημιούργησαν ο Χρήστος Ιωάννου, γιος του συλλέκτη και επιχειρηματία Δάκη Ιωάννου, και ο Μίλτος Καμπουρίδης, επικεφαλής της Dolfin Capital που ειδικεύεται στον τομέα ακινήτων.
Η απόφαση του επενδυτικού σχήματος να μετατρέψει το κτίριο σε πολυτελείς κατοικίες και να παρέμβει σε καθοριστικά στοιχεία του κτιρίου συνάντησε αντιδράσεις. Με παρέμβαση της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Monumenta, οι εργασίες διαμόρφωσης διακόπηκαν για ένα χρόνο. Πολύ γρήγορα στο κίνημα σωτηρίας προστέθηκαν η Σχολή Αρχιτεκτόνων του Πολυτεχνείου, ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων (ΣΑΔΑΣ) και το Τεχνικό Επιμελητήριο, που ανησυχούσαν για αλλοιώσεις στο κτίριο το οποίο θεωρούν κορυφαίο δείγμα του μοντερνισμού.
Οι εργασίες διακόπηκαν, και τον Απρίλιο του 2010 το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων πήρε μια «σολομώντεια» απόφαση. Ελαβε υπόψη του τα επιχειρήματα του αρχιτέκτονα Νικόλα Τραβασάρου, επικεφαλής του γραφείου Divercity, που ανέλαβε τη ριζική ανακαίνιση των Σχολών Δοξιάδη. Η Divercity δημιουργήθηκε το 2005 από μια ομάδα νέων αρχιτεκτόνων. Εχει στο ενεργητικό της αρκετά κτίρια στην Ελλαδα, στο Αμστερνταμ, στο Βερολίνο, στη Βαρκελώνη και στην Αμερική, ενώ έχει προταθεί δύο φορές για το ευρωπαϊκό βραβείο αρχιτεκτονικής Mies van der Rohe (2009 και 2013).
«Είναι ένα από τα λίγα ιδιωτικά κτίρια της Αθήνας που έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη με το όνομα του δημιουργού του», είχε πει παλιότερα ο Νικόλα Τραβασάρος για λογαριασμό της αρχιτεκτονικής ομάδας που ανέλαβε με θρησκευτική ευλάβεια τη μετατροπή του συγκροτήματος Δοξιάδη σε σύγχρονες κατοικίες. Δεν διστάζει να παραδεχτεί ότι πάντα θα κουβαλά τον μύθο του αρχικού μελετητή, που είχε εκπονήσει τα σχέδια ανάπλασης, σύμφωνα με τα οποία η νέα πρόταση σέβεται τον αρχικό σχεδιασμό και η μετατροπή του κτιρίου σε κατοικίες «δημιουργεί ένα ζωντανό κύτταρο στην πόλη και όχι ένα μνημειακό απολίθωμα».
Αρχικά, όμως, δεν υιοθετήθηκε η εισήγηση της διεύθυνσης Νεότερης και Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, που όριζε κανόνες προστασίας για ολόκληρο το κέλυφος του συγκροτήματος. Ακολούθησε κοινή απόφαση των τότε υπουργών Περιβάλλοντος και Πολιτισμού με την οποία το κτίριο κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο, αλλά στην ουσία δεν σώθηκε, αφού προστατεύονται μόνον ο φέρων οργανισμός, το αίθριο, τα κλιμακοστάσια και η όψη προς τη Στρατιωτικού Συνδέσμου.
Τέσσερα χρόνια μετά, το συγκρότημα One Athens, με τα 26 πολυτελή διαμερίσματα, επιφάνειας από 77 έως 721 τετραγωνικά, βρίσκεται σε φάση ολοκλήρωσης και σε λίγους μήνες θα υποδεχθεί τους πρώτους του ενοίκους. Η «Εφ.Συν.», με ξεναγούς τον development manager Χάρη Κηρύκο και την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων Ρία Ψούχλα, επισκέφθηκε τους νέους χώρους. Η πρώτη γεύση ήρθε από το αίθριο, όπου απομένει να επανέλθει η γεωμετρική, τεχνητή λιμνούλα που είχε χωροθετήσει ο Δοξιάδης. Η ελιά είναι στη θέση της, όπως και τα κλωστρά που κοσμούν την πρόσοψη και «θωρακίζουν» τον ιδιωτικό χώρο από αδιάκριτα μάτια διερχομένων.
Στο ισόγειο διαμορφώθηκαν μόνον κοινόχρηστοι χώροι. Γωνιές για προβολές ταινιών και άθληση, αλλά και εσωτερική πισίνα. Ξεχωρίζουν τα τέσσερα σπειροειδή κλιμακοστάσια από εμφανές μπετόν, με την ειδική κατασκευή από συμπαγές μέταλλο και ξύλο στην «καρδιά» τους, φέρουν την υπογραφή Δοξιάδη και έχουν διατηρηθεί με θρησκευτική ευλάβεια. Η μόνη αλλαγή αφορά τη λευκή βαφή, ώστε να δένει με τις αποχρώσεις του γκρι που κυριαρχούν σε όλους τους χώρους.
Στους ορόφους έχουν διαμορφωθεί διαμερίσματα διαφόρων διαστάσεων, ενώ στους υψηλούς ορόφους κυριαρχούν τα πολυτελή ρετιρέ. Παντού διατηρούνται οι κυψελωτές οροφές, που έχουν συμπληρωθεί με ειδικές κατασκευές ώστε να ενσωματωθούν οι φωτισμοί και οι άλλες εγκαταστάσεις. Από τα ιδιαίτερης επιλογής στοιχεία κατασκευής ξεχωρίζει το φωτοδιαπερατό μπετόν (translucent concrete). Ενα σχεδόν μαγικό υλικό που χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στη χώρα μας και θωρακίζει τους ιδιωτικούς χώρους από τα αδιάκριτα βλέμματα τρίτων χωρίς να σκοτεινιάζει τους εσωτερικούς χώρους. Επιστρατεύθηκε για την κατασκευή των κουφωμάτων που με αυτή την επιλογή εναρμονίζονται με τους λιγοστούς εξωτερικούς τοίχους από γκρι μάρμαρο Αλιβερίου, ξεγελώντας και το πιο έμπειρο μάτι.
Το καμουφλάζ με τα πρωτοποριακά κουφώματα αποθεώνεται στην πρόσοψη επί της Στρατιωτικού Συνδέσμου. Η εικόνα όμως αλλάζει προς την πλευρά του περιφερειακού του Λυκαβηττού, που δεν είναι διατηρητέα. Διαμορφώθηκαν μπαλκόνια σε εξοχές με τη μορφή «κουτιών», τα οποία προστατεύονται από γυάλινα πετάσματα που προτιμήθηκαν από τα παραδοσιακά κάγκελα για να μη χάνεται ούτε σπιθαμή από τη θέα προς το δάσος και τον λόφο. Αποφεύχθηκαν τα σποτάκια, και ο φωτισμός εξασφαλίζεται από ειδικά στοιχεία που είναι ενσωματωμένα στο δάπεδο και δίνουν μια ξεχωριστή διάσταση στη νύχτα.
Η καλύτερη γωνιά βρίσκεται στον ένατο όροφο, όπου έχει διαμορφωθεί άλλος ένα κοινόχρηστος χώρος με μοναδική θέα προς την Ακρόπολη και τον λόφο του Λυκαβηττού.
…………………………………………………………………………………………………………………………..
Αρχιτέκτονας και πολεοδόμος της ανθρώπινης κλίμακας
Πολίτης του κόσμου, με σπουδές υψηλού επιπέδου και οράματα πολύ πιο μπροστά από την εποχή του, ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης ευτύχησε να σχεδιάσει σημαντικά κτίρια στη χώρα μας, όπως το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, το ξενοδοχείο «Μακεδονία Παλλάς» στη Θεσσαλονίκη, καθώς και πολλές πανεπιστημιακές σχολές. Δεν είναι όμως γνωστό στο ευρύ κοινό ότι στη δεκαετία του 1950 ταξίδεψε στο εξωτερικό και είχε την τύχη να σχεδιάσει ολόκληρες πόλεις, όπως το Ισλαμαμπάντ, που θεωρείται ώς σήμερα υπόδειγμα πολεοδομικής οργάνωσης, καθώς και ένα τμήμα στο Ρίο ντε Ζανέιρο.
Πίστευε ακράδαντα στην οργάνωση του χώρου και από το 1960, με την υψηλού επιπέδου ομάδα του, παρουσίασε την πρότασή του για το πρώτο εθνικό χωροταξικό της Ελλάδας, που δυστυχώς δεν υιοθετήθηκε. Χαρακτήριζε «έγκλημα την απώλεια της ανθρώπινης κλίμακας» και ονειρευόταν κτίρια που θα εξασφάλιζαν την ισορροπία του ανθρώπου με τη φύση, με ανοιχτούς για τους πολίτες ισόγειους χώρους. Απεχθανόταν τα υψηλά κτίρια που άρχιζαν να «ξεφυτρώνουν» στην Αθήνα και είχε ζητήσει να επιβάλλεται σε αυτά υψηλότερη φορολογία.
h.tzanavara@efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου